«Η μεταρρύθμιση της δημόσιας υπηρεσίας - Ο δρόμος προς τα εμπρός» του Ανδρέα Ασσιώτη

ΠΟΛΙΤΗΣ NEWS

Header Image

Από τα δεδομένα που υπάρχουν σήμερα και με βάση τις σύγχρονες ανάγκες της Κοινωνίας και της Οικονομίας, προκύπτει αναντίρρητα η ανάγκη εκτεταμένης μεταρρύθμισης της Δημόσιας Υπηρεσίας.

 

Από το 2013, αλλά κυρίως μετά το 2015, η Κυβέρνηση, μέσω του τότε Υφυπουργού παρά τω Προέδρω, αποφάσισε να εντάξει στις πολιτικές της προτεραιότητες τη μεταρρύθμιση της Δημόσιας Υπηρεσίας, αποδίδοντας  στο συγκεκριμένο πυλώνα στρατηγική σημασία για την αναβάθμιση του επιπέδου παροχής υπηρεσιών από το δημόσιο προς την κοινωνία και την οικονομία του τόπου.  Η Κυβέρνηση αποφάσισε έκτοτε πως η μεταρρύθμιση της ΔΥ θα επιτευχθεί μέσω της ψήφισης από τη Βουλή των Αντιπροσώπων τριών νομοθετημάτων:


  • της τροποποίησης του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου,

  • νέου Νόμου με τίτλο «ο περί αξιολόγησης υποψηφίων για προαγωγή, διατμηματική προαγωγή και πρώτο διορισμό και προαγωγή Νόμος» και

  • των περί Δημόσιας Υπηρεσίας Κανονισμών.


Έκτοτε έχουν παρέλθει 6 χρόνια σχεδόν, η τρέχουσα διακυβέρνηση άγει το 8ο έτος και βρίσκεται 2 μόλις χρόνια πριν την ολοκλήρωση της δεύτερης θητείας της και η μεταρρύθμιση της Δημόσιας Υπηρεσίας, κατά συνέπεια και η επίτευξη του τεθέντος πρωτογενούς στόχου, δεν έχει επιτευχθεί ακόμη, με αποτέλεσμα σήμερα να τίθεται εν αμφιβόλω ακόμα και η απρόσκοπτη εκταμίευση μέρους των πόρων που είναι διαθέσιμοι για την Κύπρο από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.

 

Ενόψει της σημασίας που έχουν αποκτήσει, μεταξύ άλλων νομοθετικών πρωτοβουλιών, και τα ανωτέρω νομοσχέδια, σε αυτό το στάδιο προκύπτουν δύο βασικά ερωτήματα: Πρώτο, ήταν ορθή και αποτελεσματική η απόφαση να επικεντρωθεί η προσπάθεια για τη μεταρρύθμιση της ΔΥ στην κατά προτεραιότητα προώθηση των συγκεκριμένων νομοθετημάτων; Δεύτερο, ποιοι ήταν οι λόγοι για τους οποίους δεν τελεσφόρησε μέχρι σήμερα η συγκεκριμένη επιδίωξη της Κυβέρνησης;

Εύλογα, πολλοί μπορεί να υποστηρίξουν πως η μεθοδολογία αξιολόγησης των δημοσίων υπαλλήλων και  προαγωγής τους σε υπηρεσιακά ανώτερες βαθμίδες είναι καίριος παράγοντας για την ποιότητα των υπηρεσιών που παρέχονται στους πολίτες και στην οικονομία από τη Δημόσια Υπηρεσία. Τα δύο αυτά ζητήματα είναι όντως σημαντικά και για αυτό είναι και πολυσυζητημένα. Η αξιολόγηση των δημοσίων υπαλλήλων απασχολεί εδώ και 30 χρόνια τουλάχιστον και υπάρχουν πάμπολλες μελέτες και προτάσεις για την υιοθέτηση νέου συστήματος, το οποίο πρέπει να είναι πιο αποτελεσματικό από το απηρχαιωμένο και απόλυτα αναποτελεσματικό υφιστάμενο σύστημα, και να δημιουργεί κίνητρα σε κάθε υπάλληλο,  ώστε να βελτιώνει συνεχώς την απόδοση και την ποιότητα εργασίας του. Είναι κοινά παραδεκτό πως το σημερινό σύστημα λειτουργεί ουσιαστικά ως συστημικό αντικίνητρο στη βελτίωση της ποιότητας εργασίας των δημοσίων υπαλλήλων, μέσω της ισοπέδωσης όλων στην ίδια βαθμίδα αξιολόγησης. Αυτό το προφανές επαναλαμβάνεται σε όλες τις Ετήσιες Εκθέσεις της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας για πολλά χρόνια (ανεξάρτητα από τα πρόσωπα που είναι διορισμένα σε αυτή), και, με εξαίρεση τα επιδιωκόμενα νομοσχέδια, μέχρι σήμερα δεν έχει προωθηθεί οτιδήποτε θετικό είτε από την Εκτελεστική, είτε τη Νομοθετική Εξουσία.

Εκείνο, ωστόσο, που είναι αμφιλεγόμενο, υπό τις περιστάσεις, είναι η επιλογή του συγκεκριμένου ζητήματος ως της αιχμής του δόρατος της Κυβερνητικής προσπάθειας. Και αυτό γιατί, ακόμα και σε περίπτωση που τα επιδιωκόμενα νομοθετήματα εγκρίνονταν ως δέσμη όπως υποβλήθηκαν από την Κυβέρνηση, θα περνούσαν πολλά χρόνια, ενδεχομένως και πέραν της δεκαετίας, προτού τα όποια θετικά αποτελέσματα στην αξιολόγηση και προαγωγή των δημοσίων υπαλλήλων βελτιώσουν την ποιότητα της εργασίας τους ή/και το επίπεδο των υπηρεσιών που ο δημόσιος τομέας παρέχει στην Κοινωνία και στην Οικονομία. Σε οποιαδήποτε περίπτωση, οι διατάξεις των εκκρεμούντων νομοθετημάτων δεν εισάγουν εντέλει κάποια συγκλονιστική καινοτομία, τέτοια που να δημιουργεί τις προϋποθέσεις για άμεσα ή θεαματικά θετικά αποτελέσματα. Αυτό το συμπέρασμα συνάγεται, μεταξύ άλλων, και λόγω των ακόλουθων παραμέτρων:

(α) Η εισαγωγή της κινητικότητας των δημοσίων υπαλλήλων για διορισμό σε ανώτερες θέσεις μεταξύ δομών Υπουργείων ή Τμημάτων υπόκειται σε προϋποθέσεις, που είναι μεν εύλογες και αναμενόμενες, αλλά εντέλει περιορίζουν τη δυναμική του νέου μέτρου,

(β) η απόδοση ορισμένων νέων δυνατοτήτων και εξουσιών στην ΕΔΥ, αναφορικά με την παρακολούθηση της εφαρμογής των νέων ρυθμίσεων αξιολόγησης των δημοσίων υπαλλήλων, αλλά και υποχρεώσεων που σχετίζονται με τη διαδικασία προφορικής εξέτασης των υποψηφίων από την ΕΔΥ, δεν είναι βέβαιο πότε και ποια αποτελέσματα θα επιφέρει, και σε κάθε περίπτωση εξαρτάται από τη βούληση και αποφασιστικότητα των προσώπων που είναι μέλη της Επιτροπής να πάρουν αποφάσεις που πιθανόν να προκαλέσουν αντιρρήσεις,

(γ) οι προτεινόμενες ρυθμίσεις για τη διενέργεια πειθαρχικών ερευνών βελτιώνουν οριακά τη σημερινή κατάσταση πραγμάτων, αλλά δεν απαντούν σε ουσιώδεις αδυναμίες που καθιστούν ιδιαίτερα αναποτελεσματικές τις σχετικές διαδικασίες μέχρι σήμερα,

(δ) οι νέες ρυθμίσεις για την αξιολόγηση της αποδοτικότητας των δημοσίων υπαλλήλων και των δύο προβλεπόμενων στο σχετικό νομοσχέδιο ιεραρχικών επιπέδων δεν αποκλείουν την ισχυρή πιθανότητα διολίσθησης και του νέου συστήματος στην ισοπεδωτική εφαρμογή του και στη σταδιακή ή με ταχύτητα υιοθέτηση πολύ όμοιων, αν όχι και επαναλαμβανόμενων, αξιολογήσεων για όλους τους υπαλλήλους, που εντέλει δεν θα βοηθούν ούτε στην ανάπτυξη του αξιολογούμενου, ούτε στην κρίση της ΕΔΥ για προαγωγές.

Κατά συνέπεια, ενώ ορθά επιδιώκεται ο εκσυγχρονισμός της μεθοδολογίας αξιολόγησης και προαγωγής των δημοσίων υπαλλήλων, θα ήταν λάθος να θεωρηθεί η συγκεκριμένη επιλογή της Κυβέρνησης ως η πανάκεια που θα αναβαθμίσει άρδην και αφ’ εαυτής είτε τις ικανότητες, είτε την ποιότητα της εργασίας των δημοσίων υπαλλήλων, με τέτοια ταχύτητα που θα γινόταν θετικά αισθητή η αλλαγή στον τόπο μας. Ακόμα χειρότερα, θα ήταν άτοπο και υπερβολικό να ισχυρισθεί κάποιος πως με την προώθηση των τριών νομοσχεδίων ικανοποιείται η ανάγκη για μεταρρύθμιση ή ολοκληρώνεται ο εκσυγχρονισμός της δημόσιας υπηρεσίας.

Ανεξάρτητα από τις όποιες αμφιβολίες για την τελική αποτελεσματικότητα των κυβερνητικών νομοσχεδίων, είναι χρήσιμο να εξετασθούν οι πιθανοί λόγοι για τους οποίους δεν επιτεύχθηκε μέχρι σήμερα η ψήφιση τους από τη Βουλή των Αντιπροσώπων. Οι λόγοι αυτοί έχουν περιγραφεί ήδη σε ικανοποιητικό βαθμό από την ακαδημαϊκή κοινότητα στην Κύπρο και, εφόσον τα προτεινόμενα νομοσχέδια έγιναν αποδεκτά από τους εμπλεκόμενους κοινωνικούς εταίρους, δεν μπορεί παρά να  επικεντρώνονται:

  • στην ουσιαστική έλλειψη εμπιστοσύνης μεταξύ της Κυβέρνησης και των κοινοβουλευτικών κομμάτων,

  • στο έντονο συγκρουσιακό περιβάλλον που επικρατεί συνεχώς μεταξύ όλων, μέσα στο οποίο σπάνια διαμορφώνεται κοινή αντίληψη σε ότι αφορά τα προβλήματα που πρέπει ως Πολιτεία να αντιμετωπίσουμε και συμφωνία αναφορικά με τους τρόπους άμβλυνσης ή και επίλυσης τους, και

  • στην έμφαση που συνήθως αποδίδεται από όλους στην αποφυγή της πίστωσης των «αντιπάλων» με θετικά βήματα στον εκσυγχρονισμό του Κράτους.


Ανεξάρτητα από τα ανωτέρω, ωστόσο, ξεπερνώντας τη διάχυτη καχυποψία που εμφανώς υπάρχει στις δράσεις και αντιδράσεις όλων των φορέων διαμόρφωσης και άσκησης πολιτικής στον τόπο μας, είναι προφανές πως μια πραγματική μεταρρύθμιση της δημόσιας υπηρεσίας δεν πρέπει να περιορισθεί στα νομοσχέδια που προτείνει η Κυβέρνηση, αλλά απαιτείται να επεκταθεί το ταχύτερο δυνατό, μεταξύ άλλων, και στα ακόλουθα ζητήματα:

(α) Επεξεργασία από ειδικούς (όχι από εκείνους που κάποτε μετακαλούνται από το εξωτερικό έναντι αδρής αμοιβής για να παράξουν εκθέσεις και προτάσεις καθ’ υπαγόρευση ενός Υπουργού ή της Κυβέρνησης) μιας πλήρους, σύγχρονης αξιολόγησης της αριθμητικής σύνθεσης του προσωπικού της δημόσιας υπηρεσίας, κατά επίπεδο και εξειδίκευση, ανά Υπουργείο, Τμήμα και Ανεξάρτητη Υπηρεσία, λαμβάνοντας υπόψη όχι τα όποια, ενδεχομένως αναιτιολόγητα ή υπερβολικά, αιτήματα, αλλά τις αντικειμενικές ανάγκες που προκύπτουν από τις υποχρεώσεις που ορίζονται από τις εν ισχύι νομοθεσίες για κάθε όργανο και Αρχή του Κράτους.

(β) Ανάλογα με τις διαπιστώσεις και τα ευρήματα της ανωτέρω μελέτης, αναδιοργάνωση των οργανογραμμάτων όλων των επιμέρους οντοτήτων που συναποτελούν την κρατική μηχανή, λαμβάνοντας βεβαίως και μέτρα για την ταχεία και νόμιμη μετάταξη όλων των υπαλλήλων από τις θέσεις που σήμερα υπηρετούν σε θέσεις όπου είναι περισσότερο αναγκαίοι και χρήσιμοι για τη βέλτιστη εξυπηρέτηση των πολιτών.

(γ) Υιοθέτηση κανόνων συνεχούς και επαναλαμβανόμενης εναλλαξιμότητας και μετακινήσεων του προσωπικού (ανεξάρτητα από κλίμακα και θέση) και εντός της ίδιας Υπηρεσίας, στη βάση τακτού προγράμματος, ώστε να αποτρέπονται στην πράξη οι συνθήκες πολυετούς παραμονής σε συγκεκριμένες θέσεις, όπου πληθαίνουν οι περιπτώσεις διαφθοράς, και να διευκολύνεται η συνεχής ανάπτυξη των ικανοτήτων και των γνώσεων όλων.

(δ) Καταρτισμός ενός εθνικού προγράμματος δράσης για την ταχεία υλοποίηση της πλήρους μηχανογράφησης του συνόλου των εργασιών του Κράτους, περιλαμβανομένης και της πλήρους ψηφιοποίησης όλων των αρχείων των Υπουργείων, Τμημάτων, Υπηρεσιών και Ανεξάρτητων Υπηρεσιών. Για την υλοποίηση ενός τέτοιου προγράμματος, μέρος του οποίου ενδέχεται να υλοποιείται ήδη από το Υφυπουργείο Καινοτομίας και Ψηφιακής Πολιτικής, με αξιοποίηση σημαντικών πόρων από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, χρειάζεται απαραίτητα να διατεθούν κατά προτεραιότητα οι αναγκαίοι (και πιθανόν) σημαντικοί οικονομικοί πόροι, εθνικοί και κοινοτικοί. Στο πλαίσιο αυτό, μεταξύ άλλων χρειάζεται το συντομότερο να διασφαλισθεί η ηλεκτρονική διασύνδεση των βάσεων δεδομένων των διαφόρων κρατικών, και όπου είναι αναγκαίο και ιδιωτικών, αποθηκών πληροφοριών, με έγγραφη εξουσιοδότηση του ενδιαφερόμενου πολίτη, ώστε να καταστεί εφικτή η εξυπηρέτηση του πολίτη με τον απλούστερο και ταχύτερο δυνατό τρόπο, χωρίς το βάρος της συλλογής και προσκόμισης σωρείας αποδεικτικών εγγράφων από διάφορες υπηρεσίες.

(ε) Γενική επαναξιολόγηση, απλοποίηση και εκσυγχρονισμός τόσο του νομικού πλαισίου που εφαρμόζεται, όσο και των διαδικασιών που έχουν διαμορφωθεί διαχρονικά, ενδεχομένως και από περιόδους που ίσως δικαιολογούνταν, αλλά που ανήκουν ταυτόχρονα στο παρελθόν. Επίσης, κατάργηση όσων νομοθεσιών και όσων οργάνων προβλέπονται σε νομοθεσίες, αλλά δεν έχουν πλέον οποιαδήποτε χρησιμότητα στη λειτουργία του Κράτους (πχ. νομοθεσία για Πιστοποιούντες Υπαλλήλους ή για Κοινοτάρχες σε Δημαρχούμενες Περιοχές). Η εργασία πρέπει να διεκπεραιωθεί από την Επίτροπο Νομοθεσίας (με σημαντική ενίσχυση του γραφείου της) καθόσον αφορά στις νομοθεσίες, και από ειδικά επιμορφωμένους Λειτουργούς στο επίπεδο της Διοίκησης των Υπουργείων και των Ανεξάρτητων Υπηρεσιών, καθόσον αφορά τις διαδικασίες.

(στ) Αναδόμηση της Κυπριακής Ακαδημίας Δημόσιας Διοίκησης, ώστε να υλοποιείται αδιάλειπτα και εντατικά συνεχής εκπαίδευση και επιμόρφωση όλων των υπαλλήλων της δημόσιας υπηρεσίας, σε θέματα που άμεσα θα βελτιώσουν τη σχέση μεταξύ υπαλλήλου και πολίτη, σε όλες τις εκφάνσεις της (πχ. τηλεφωνική εξυπηρέτηση, τρόπος διαχείρισης των αιτημάτων που υποβάλλονται από πολίτες). Η εκπαιδευτική αυτή διαδικασία πρέπει να λαμβάνεται υπόψη στην αξιολόγηση και ανάπτυξη των υπαλλήλων.

(ζ) Περιορισμός των θητειών του Προέδρου και των μελών της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας σε μία μόνο εξαετή θητεία, εφόσον η προσδοκία επαναδιορισμού κατά κανόνα αντικειμενικά εκθέτει τους αξιωματούχους αυτούς σε επιρροές και πιέσεις. Επίσης, συμμετοχή της Βουλής των Αντιπροσώπων στην επιλογή των προσώπων που θα διορίζονται στις συγκεκριμένες θέσεις (κατά το πρότυπο της διαδικασίας διορισμού του Επιτρόπου Διοικήσεως).

(η) Αναδιοργάνωση της δομής της Δημόσιας Υπηρεσίας, κατά τρόπο ώστε να εξυπηρετούνται με το βέλτιστο τρόπο οι σύγχρονες ανάγκες της Κοινωνίας και της Οικονομίας. Κλασσικό παράδειγμα αποτελεί η από πολλού εκκρεμούσα συνένωση της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας με τις Δασοπυροσβεστικές Δυνάμεις του Τμήματος Δασών, ιδίως μετά την αυτονόμηση της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας από την Αστυνομία Κύπρου, υπό την προϋπόθεση πως το σύνολο του προσωπικού θα λαμβάνει εκπαίδευση και επιμόρφωση που θα καλύπτουν το σύνολο των περιπτώσεων διαχείρισης αστικής ή δασικής πυρκαγιάς.

(θ) Τροποποίηση του περί της Ρύθμισης των Διαδικασιών Σύναψης Δημοσίων Συμβάσεων και για άλλα Συναφή Θέματα Νόμου, στο βαθμό που αυτό είναι αναγκαίο, ώστε να καταστεί περισσότερο ευέλικτος και η εφαρμογή του θα καταστεί ταχύτερη και απλούστερη, με στόχο την απαλλαγή των σχετικών διαδικασιών από τους λόγους για τους οποίους συχνά κρίνεται με τους χειρότερους όρους η ταχύτητα εκτέλεσης έργων από το Δημόσιο. Τα Συμβούλια Προσφορών στο επίπεδο των Διοικήσεων των Υπουργείων χρειάζεται να υποστηρίζονται συνεχώς από νομικό προσωπικό εξειδικευμένο στην ορθή εφαρμογή του συγκεκριμένου Νόμου, ώστε να προλαμβάνονται οι πολύ συχνές ανατροπές από την Αναθεωρητική Αρχή και οι προκύπτουσες καθυστερήσεις στην υλοποίηση έργων και στις αγορές εξοπλισμού και υλικών η σχετική μισθολογική επιβάρυνση θα αντισταθμισθεί με τη μείωση των καθυστερήσεων στην ανάθεση έργων και αγορών υλικού).

(ι) Αναβάθμιση του ρόλου των Γενικών Διευθυντών Υπουργείων και Υφυπουργείων με τροποποίηση της Νομοθεσίας, ώστε αυτοί να μπορούν να διαδραματίζουν τον αναμενόμενο ρόλο τους, χωρίς παρεμβάσεις από πολιτικά διορισμένους αξιωματούχους, και να λειτουργούν ως θεματοφύλακες της νομιμότητας στη λειτουργία της κρατικής μηχανής, αποδίδοντας τους και τις προκύπτουσες ευθύνες και υποχρεώσεις λογοδοσίας.

(ια) Σύσταση ουσιαστικών, σε αντιδιαστολή με τις για πολλά χρόνια εικονικά υφιστάμενες, Μονάδων Εσωτερικού Ελέγχου σε επίπεδο Υπουργείων και Ανεξάρτητων Υπηρεσιών, με στελέχωση από εξειδικευμένο προσωπικό, το οποίο θα διατεθεί πέραν του αριθμού της σημερινής τους στελέχωσης, Το προσωπικό των ΜΕΕ δεν θα αναλαμβάνει επιπρόσθετα καθήκοντα στο πλαίσιο της τρέχουσας εργασίας κάθε Υπουργείου. Οι ΜΕΕ θα αναφέρουν στον Υπουργό, μέσω του Γενικού Διευθυντή, ώστε ο τελευταίος να συμβάλλει μέσω συγκεκριμένων απόψεων και εισηγήσεων.

(ιβ) Δημιουργία ενιαίας Υπηρεσίας για τη διενέργεια πειθαρχικών ερευνών για όλα τα επίπεδα της δημόσιας υπηρεσίας (με εξαίρεση τις περιπτώσεις παραπτωμάτων μικρής κλίμακας και σημασίας), η οποία θα στελεχωθεί με κατάλληλα εκπαιδευμένο νομικό προσωπικό, προς ανάληψη οποιασδήποτε έρευνας. Με τον τρόπο αυτό, οι έρευνες και τα αποτελέσματα τους θα καταστούν νομικά ασφαλέστερες ενώπιον της ΕΔΥ και των Δικαστηρίων και συνεπώς πιο αποτελεσματικές.

Από τα δεδομένα που υπάρχουν σήμερα και με βάση τις σύγχρονες ανάγκες της Κοινωνίας και της Οικονομίας, προκύπτει αναντίρρητα η ανάγκη εκτεταμένης (και όχι επιλεκτικής ή περιορισμένων οικονομικών επιβαρύνσεων) μεταρρύθμισης της Δημόσιας Υπηρεσίας, για την οποία χρειάζεται να διατεθούν οι αναγκαίοι δημόσιοι πόροι, εγκαταλείποντας τη μονοδιάστατη έμφαση στην προσπάθεια της (με κάθε τρόπο και για όσο περισσότερο χρόνο γίνεται) συγκράτησης των κρατικών δαπανών. Το τελευταίο αυτό σχόλιο αποσκοπεί στην υπογράμμιση της ανάγκης επένδυσης από μέρους του Κράτους ουσιαστικών δημόσιων πόρων για ταχεία, ποιοτική και, όπου είναι δικαιολογημένο, αριθμητική αναβάθμιση της Δημόσιας Υπηρεσίας, σε επίπεδο που θα μπορεί πλέον να υποστηρίζει την ανάπτυξη της Κύπρου στις επόμενες δεκαετίες και να παρέχει υπηρεσίες υψηλής ποιότητας σε κάθε πολίτη και επενδυτή.

Για να γίνει εφικτός ένας τόσο φιλόδοξος και απαιτητικός στόχος, η επίτευξη του οποίου θα δημιουργήσει παρακαταθήκη δεκαετιών για την Κυπριακή Δημοκρατία, αλλά και πολύ σημαντικά οικονομικά οφέλη, χρειάζεται απαραίτητα η Κυβέρνηση να καλέσει με ειλικρίνεια τα Πολιτικά Κόμματα και τους Κοινωνικούς Εταίρους σε μια κοινά υποστηριζόμενη εθνική προσπάθεια ουσιαστικής μεταρρύθμισης της Δημόσιας Υπηρεσίας, με γνώμονα όχι το ελάχιστο κόστος, αλλά την πραγματική και αποδοτική βελτίωση της απόδοσης της και της ποιότητας των υπηρεσιών που παρέχει στον πολίτη. Εάν, ακόμη, ήταν πολιτικά εφικτό να δεσμευθούν τα Κοινοβουλευτικά Κόμματα στην εφαρμογή της μεταρρύθμισης που θα συμφωνηθεί, ανεξάρτητα από τα αποτελέσματα οποιωνδήποτε εκλογών, τότε θα διασφαλίζονταν τα εχέγγυα για θετική κατάληξη των εθνικών προσπαθειών.

  • Ο Ανδρέας Ασσιώτης είναι τέως γενικός διευθυντής υπουργείων
    Εσωτερικών
    Εργασίας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων
    Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως.


 

ΤΑ ΑΚΙΝΗΤΑ ΤΗΣ ΕΒΔΟΜΑΔΑΣ

Λογότυπο Altamira

Πολιτική Δημοσίευσης Σχολίων

Οι ιδιοκτήτες της ιστοσελίδας www.politis.com.cy διατηρούν το δικαίωμα να αφαιρούν σχόλια αναγνωστών, δυσφημιστικού και/ή υβριστικού περιεχομένου, ή/και σχόλια που μπορούν να εκληφθεί ότι υποκινούν το μίσος/τον ρατσισμό ή που παραβιάζουν οποιαδήποτε άλλη νομοθεσία. Οι συντάκτες των σχολίων αυτών ευθύνονται προσωπικά για την δημοσίευση τους. Αν κάποιος αναγνώστης/συντάκτης σχολίου, το οποίο αφαιρείται, θεωρεί ότι έχει στοιχεία που αποδεικνύουν το αληθές του περιεχομένου του, μπορεί να τα αποστείλει στην διεύθυνση της ιστοσελίδας για να διερευνηθούν. Προτρέπουμε τους αναγνώστες μας να κάνουν report / flag σχόλια που πιστεύουν ότι παραβιάζουν τους πιο πάνω κανόνες. Σχόλια που περιέχουν URL / links σε οποιαδήποτε σελίδα, δεν δημοσιεύονται αυτόματα.

Διαβάστε περισσότερα

Κάντε εγγραφή στο newsletter του «Π»

Εγγραφείτε στο Newsletter της εφημερίδας για να λαμβάνετε καθημερινά τις σημαντικότερες ειδήσεις στο email σας.

ΕΓΓΡΑΦΗ

Ακολουθήστε μας στα social media

App StoreGoogle Play