Όλη αυτή η ιστορία με την πρόταση του Προέδρου για επιστροφή στο καθεστώς του 1960 κινείται στη γραμμή της πολιτικής του τα τέσσερα τελευταία χρόνια. Αλλά αυτή τη φορά προκύπτει ακόμη περισσότερη απόγνωση. Είναι το αποκορύφωμα μιας τυχοδιωκτικής πολιτικής γεμάτης προχειρότητα και αντιφάσεις. Οι προηγούμενοι ελιγμοί του διατηρούσαν ένα φύλλο συκής για τη σκοπιμότητα. Ο τωρινός, ούτε αυτό. Είναι πια πρόδηλη η επιδίωξή του: Να ανακατέψει για πολλοστή φορά τα χώματα, προκειμένου να δημιουργηθεί ο απαραίτητος κουρνιαχτός και η κατάψυξη κάθε πρωτοβουλίας για επανέναρξη της διαπραγματευτικής διαδικασίας.
Από μόνη της αυτή η κίνηση του Προέδρου θα δικαιολογούσε τυχόν αίτημα της αντιπολίτευσης για άμεση παραίτησή του. Όμως, η απουσία μηχανισμών πίεσης, λόγω του αυτοκρατορικού προεδρικού συστήματος από το 1964, αποθαρρύνει κάτι τέτοιο. Και το κυριότερο, η εμπειρία του οιονεί εμφυλίου πριν το 1974, το πραξικόπημα και η εισβολή, δημιούργησαν στους πολιτειακούς θεσμούς και στην κοινωνία μια στρεβλή αντίληψη περί «ηπιότητας» και «μετριοπάθειας» του πολιτικού λόγου. Κάτι που στο τέλος ευνοεί όποιον καθήσει στον θρόνο.
Χωρίς φρένα
Συνήθως, το λάθος που κάνουμε όλοι μας είναι να εξετάζουμε τα πράγματα τμηματικά, το κάθε θέμα εντελώς ανεξάρτητα από το άλλο. Την ίδια στιγμή, όμως, βιώνουμε σωρευτικά τις παρενέργειες μιας πολιτικής κατάστασης. Και ενώ η σαλαμοποίηση ευνοεί τους απατεώνες, η αίσθηση της παρακμής και του ενδοκόσμιου αναχωρητισμούς μάς μένουν εμάς ακέραια και συνολικά.
Ο Πρόεδρος θα έπρεπε να είχε παραιτηθεί από τη στιγμή που έγινε λόγος για εμπλοκή του οικογενειακού του γραφείου στη βιομηχανία διαβατηρίων. Αντί αυτού, περιμέναμε τον Al Jazeera, μετά τον διορισμό ερευνητικής επιτροπής, μετά το πόρισμα, μετά το θόλωμα των νερών από την κυβέρνηση για το πόρισμα. Και ούτε γάτα ούτε ζημιά. Το ίδιο και με τις πολιτικές ελέγχου του κράτους, των θεσμών – ανεξάρτητων και εξαρτημένων –, των ΜΜΕ. Στήθηκε ένας ολόκληρος μηχανισμός ελέγχου, κι εμείς κάθε φορά περιμέναμε απλώς να δούμε ποιος θα είναι ο επόμενος θεσμός ή κανάλι που θα κεφαλοκλειδωθεί από το Προεδρικό. Μέχρι που δεν έμεινε σχεδόν τίποτε. Και κάθε φορά δείχναμε ανοχή γιατί βλέπαμε την κάθε περίπτωση απομονωμένα· και σχεδόν κουτσομπολίστικα. Το ζήτημα, όμως, είναι ότι έχουμε να κάνουμε πια με ένα Καθεστώς. Με ένα ολόκληρο κράτος που υπολειτουργεί, και που όσο λειτουργεί, αποκτά όλο και περισσότερα χαρακτηριστικά παρακράτους.
Αλλαγή, χωρίς συναλλαγή
Όποιος δεν λαμβάνει υπόψη του την πραγματικότητα και τα πραγματικά δεδομένα, είναι αφελής και αιθεροβάμων. Η πολιτική είναι η τέχνη του εφικτού. Την ίδια στιγμή, όμως, δεν έχει και ιδιαίτερο νόημα να πασχίζει κανείς, αν συγχέει το εφικτό με την αναπαραγωγή αυτού που υπάρχει τώρα. Γι’ αυτό, θα πρέπει τα δύο να είναι διαρκώς διακριτά στο μυαλό μας. Άλλο το εφικτό, και άλλο το να αλλάξει απλώς ρούχα ο Μανωλιός.
Το αίσθημα της αγχώδους επιθυμίας για απαλλαγή από το παρακμιακό και επικίνδυνο Καθεστώς που έχει οικοδομηθεί, είναι μερικές φορές κακός οδηγός: Γινόμαστε έτοιμοι να δεχτούμε ως εναλλακτικές λύσεις πρόσωπα ή καταστάσεις που, στην πραγματικότητα, μπορεί να αποτελούν στο τέλος εγγύηση για συνέχιση αυτού που έχουμε: Του να βρισκόμαστε στο και πέντε της διχοτόμησης, της τεράστιας διαφθοράς, των πελατειακών σχέσεων, του ελεγχόμενου κράτους και θεσμών. Ναι, είναι προτεραιότητα πια να αντικατασταθεί αυτός ο Πρόεδρος. Αλλά, τώρα πλέον, δεν αρκεί αυτό. Όλα τα σημαντικά ζητήματα βρίσκονται σε τόσο άσχημο σημείο που δεν αναστρέφονται εύκολα. Θέλουν ισχυρή βούληση και καθαρά χέρια.
Τα ερωτήματα θα πρέπει να είναι συγκεκριμένα και ξεκάθαρα στο μυαλό μας:
- Μπορεί ο Αβέρωφ Νεοφύτου, ή ο Νίκος Χριστοδουλίδης να φέρουν μιαν ουσιαστική αλλαγή – ή έστω να βάλουν ένα φρένο στην κατρακύλα;
- Ο πρώτος έχει διαφοροποιημένη προσέγγιση στο Κυπριακό από τον Πρόεδρο. Αλλά είμαστε σίγουροι ότι την επομένη της εκλογής του θα εγκαταλείψει ό,τι έκτισε με την επίσημη και ανεπίσημη ακροδεξιά;
- Το ίδιο περίπου και για τον δεύτερο: Η ηπιότητα, η γλυκύτητα και ο μυρόβλητος λόγος εγγυούνται στροφή από τις μέχρι τώρα πρακτικές; Για να μην μιλήσουμε για την αποτελεσματικότητά τους.
- Ο πρώτος, μπορεί να αποτελέσει εγγύηση για περιορισμό της διαφθοράς;
- Και ο πρώτος και ο δεύτερος, μπορούν να ιδωθούν ως πιθανοί αρνητές των πελατειακών σχέσεων και του Καθεστώτος κράτους-παρακράτους που έχει οικοδομηθεί; Ή μήπως τελικά θα τα αναπτύξουν ακόμη πιο προσηλωμένα και «επιστημονικά»;
Κάθαρση
Πέρα από τα συγκεκριμένα πρόσωπα, γενικότερα ο χώρος των «πεφωτισμένων» στον ΔΗΣΥ ακολουθεί μια συνταγή που δεν εγγυάται αποτελεσματικότητα μετά τις εκλογές: Προσποιούνται στον δημόσιο λόγο τους ότι θεωρούν πως ο Πρόεδρος ειλικρινά επιδιώκει λύση ΔΔΟ, ώστε να μπορούν να διακοσμούν τις δικές τους παρεμβάσεις με λίγο ήπιο άρωμα από επιθυμία λύσης. Αυτό μπορεί να διασφαλίζει τη μη αποκοπή τους από τον κορμό του κόμματος και τη μη αποξένωση από το Προεδρικό· αλλά είναι σχεδόν εγγύηση ότι παρόμοια τακτική θα ακολουθήσουν και μετά το 2023, αν ο υποψήφιος του ΔΗΣΥ εκλεγεί – όποιος και να είναι.
Εξάλλου, μην ξεχνάμε ότι μιλάμε πια για ένα νέο σκηνικό μετά τις βουλευτικές και την εκλογή προέδρου της Βουλής: (α) Προκειμένου να επιβιώσει ενδοκομματικά η μερίδα των ορθολογικών στελεχών χρειάστηκε να γίνει πιο ήπια, να περιορίσει τη δυναμική του λόγου της. (β) Παραμερίστηκαν οι επιφυλάξεις για συνεννόηση και συνεργασία με το ΕΛΑΜ, χωρίς εσωτερική αντίσταση στον ΔΗΣΥ. Μέσα σε ένα τέτοιο περιβάλλον, μειώνονται δραματικά οι δυνατότητες των ορθολογιστών του κόμματος αυτού να διαδραματίσουν καθοριστικό ρόλο, και να ασκήσουν πίεση στον επόμενο πρόεδρο – αν αυτός υποστηριχθεί από τον ΔΗΣΥ – ώστε: Να προωθήσει επανέναρξη ουσιαστικών διαπραγματεύσεων, να καταπολεμήσει τη διαφθορά, να αρνηθεί το Καθεστώς ελέγχου, να εκσυγχρονίσει το κράτος και τους θεσμούς.
Επομένως, όλα δείχνουν ότι, ακόμη και για το καλό του ίδιου του ΔΗΣΥ, την εξυγίανσή του και την αποφυγή του να βουλιάξει τελεσίδικα στο Καθεστώς, δεν θα πρέπει να επανέλθει για τρίτη θητεία στην κυβέρνηση.
Από εκεί και πέρα, εναπόκειται στην αντιπολίτευση να σκεφτεί σοβαρά τις επιλογές της προκειμένου να καταφέρει να εκλέξει Πρόεδρο, ο οποίος να εγγυάται την κάθαρση από το Καθεστώς και την ουσιαστική αλλαγή πορείας στα μεγάλα ζητήματα.
Καλάθι
- Τα «μικρά» αλλά σημαντικά (1): Έφυγε ο Μίκης Θεοδωράκης. Τον αγαπήσαμε και τον θαυμάσαμε όλοι. Ακόμη κι αν δεν ήταν λίγες οι φορές που είπε ή έκανε πράγματα με τα οποία ήταν δυσαρεστημένοι άλλοτε οι μεν και άλλοτε οι δε από εμάς. Αυτό, εξάλλου, κάνει τους μεγάλους να ξεχωρίζουν.
- Τα «μικρά» αλλά σημαντικά (2): Παρά τους ευσεβείς πόθους πολλών μυαλωμένων ανθρώπων στην Ελλάδα, με τον ανασχηματισμό που έκανε ο Κυριάκος Μητσοτάκης ΔΕΝ μετακίνησε τον Νίκο Δένδια από το Υπουργείο Εξωτερικών. «Θέλει δουλειά πολλή», τελικά, ακόμη και για τα θεωρητικώς προφανή.
- Τα «μικρά» αλλά σημαντικά (3): Όσοι επισκέφτηκαν την Ελλάδα αυτό το καλοκαίρι, παρά την τραγωδία των πυρκαγιών, επέστρεψαν με την αίσθηση ότι άρχισε να φυσά στη χώρα ένας αέρας μικρών αλλά σημαντικών αλλαγών. Από την ηλεκτρονική διοίκηση μέχρι τις όμορφες πολιτιστικές και τοπιοτεχνικές παρεμβάσεις, στις πόλεις και στα χωριά. Ό,τι και να πεις, είναι κάτι…