Είναι γνωστό ότι αντικειμενική Ιστορία δεν υπάρχει. Ακόμη και η ιστορική θεματολογία με την οποία καταπιάνεται κάποιος είναι σε μεγάλο βαθμό αποτέλεσμα των προσωπικών ευαισθησιών και των προτιμήσεών του – ιδεολογικών κ.λπ.
Από αυτό το σημείο μέχρι τον πλήρη υποκειμενισμό, όμως, υπάρχει μεγάλη και κρίσιμη απόσταση. Δουλειά του ιστορικού είναι να αυτοελέγχεται διαρκώς και να υποβάλλεται οικειοθελώς σε αυτοδιορθωτικούς μηχανισμούς, ώστε να φωτίζει ένα γεγονός από όσο το δυνατόν περισσότερες πλευρές. Ώστε το αποτέλεσμα να είναι όσο γίνεται λιγότερο μακριά από την αντικειμενικότητα.
Πάνω - κάτω τα ίδια ισχύουν και για το δημοσιογραφικό επάγγελμα. Οι δημοσιογράφοι στα σοβαρά ΜΜΕ ακολουθούν τους ίδιους ακριβώς κανόνες.
Η δουλειά του πολίτη
Εφόσον μιλάμε για επιστημονική ή επαγγελματική δεοντολογία, έχουμε και ένα δείκτη για τις προϋποθέσεις που βάζει – ή πρέπει να βάζει – για ένα σοβαρό κείμενο ο αναγνώστης. Να πληροί δηλαδή τα πιο πάνω κριτήρια.
Για την ακρίβεια, είναι μια από τις βασικές υποχρεώσεις του αναγνώστη. Ο οποίος έχει το δικαίωμα να διαβάζει ό,τι επιθυμεί, αλλά έχει και την αντίστοιχη υποχρέωση απέναντι στον εαυτό του και στη δημοκρατική κοινωνία: Να κρίνει και να αξιολογεί με βάση αυτά τα κριτήρια, οτιδήποτε διαβάζει.
Είναι πολύ ελκυστικό να κρίνεις αυτό που διαβάζεις ή ακούς στη βάση του θυμικού, δηλαδή ανάλογα με το αν σου αρέσουν, και όχι ανάλογα με τη βασιμότητα και την τεκμηρίωσή τους. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι είναι και το σωστό.
Θα λέγαμε ότι είναι τόσο κρίσιμης σημασίας αυτή η υποχρέωση, που στις μέρες μας εκτείνεται σε υποχρέωση του πολίτη γενικά απέναντι στην Πολιτεία και στα δημόσια πρόσωπα.
Τα μέτρα και σταθμά
Κάπως έτσι καταλήγουμε σε κάποιες σταθερές, με βάση τις οποίες οφείλουμε ως πολίτες να κρίνουμε τα δημόσια πρόσωπα, ανεξαρτήτως προσωπικών προτιμήσεων:
1. Η Διερώτηση και η Δικαιοσύνη : Για να μπορούμε να είμαστε δίκαιοι στην κρίση μας, θα πρέπει να διερωτόμαστε κάθε φορά αν αυτό που διαπιστώνουμε είναι στέρεο λογικά, και τι θα γινόταν αν συνέβαινε το αντίθετο.
Παράδειγμα: Ο Αβέρωφ Νεοφύτου βρέθηκε αντιμέτωπος με τον υπαινιγμό δημοσιογράφων ή πολιτών ότι δεν διαχώρισε τη θέση του από τον Ν. Αναστασιάδη την περίοδο 2017-2023, ελπίζοντας στη στήριξή του στις προεδρικές. Διερώτηση (α): Μήπως με κάποιους τρόπους το έκανε, έστω και όχι αρκετά καθαρά; Π.χ. με την περίπτωση «τσουνάμι», επισύροντας τη μήνη Αναστασιάδη; Διερώτηση (β): Γιατί τότε δεν το έκανε έστω και τρεις μήνες πριν τις προεδρικές, αφού τότε ήταν σαφέστατη η επιλογή Αναστασιάδη για στήριξη Χριστοδουλίδη; Διερώτηση (γ): Μήπως αν το έκανε θα πετύχαινε κάτι ουσιαστικό, ή θα προκαλούσε απλώς τη ρήξη Προεδρικού-ΔΗΣΥ και την επίσημη διάσπαση του κόμματός του – δηλαδή και το πολιτικό του τέλος;
Προσοχή: Οι διερωτήσεις δεν δικαιώνουν υποχρεωτικά το δημόσιο πρόσωπο. Απλώς καθοδηγούν την κρίση μας σε λιγότερο απόλυτα μονοπάτια. Γιατί, π.χ. παρόλο το στρίμωγμα που υπέστη, ο Αβέρωφ Νεοφύτου είχε ευθύνες, είχε περιθώρια για πολύ περισσότερα.
2. Η ετοιμότητα για το δυσάρεστο: Είναι υποχρέωσή μας να είμαστε έτοιμοι να δεχτούμε ότι η απάντησή στα ερωτήματά μας θα είναι κάτι που δεν μας αρέσει, ή δεν ταιριάζει με τα στερεότυπα που έχουμε στο μυαλό μας.
Παράδειγμα: Όπως ήταν υποχρέωση των ανθρώπων της Αριστεράς με αντιαμερικανικά συναισθήματα να αποδεχτούν πριν από είκοσι χρόνια ότι «ναι, ο Πούτιν δεν είναι δημοκράτης», και πριν από τρία χρόνια ότι «ναι, η Ρωσία έκανε εισβολή στην Ουκρανία, που καμιά δικαιολογία δεν τη δικαιώνει», το ίδιο σήμερα, όσοι πιστεύουν στη Δύση θα πρέπει να είναι έτοιμοι να δεχτούν μιαν αλήθεια που δεν τους αρέσει: Η δημοκρατία, χωρίς αυτοδιορθωτικούς μηχανισμούς και χωρίς λύσεις στα μεγάλα προβλήματα που προκαλεί το σύστημα, μπορεί να παράγει φασισμό και παραλογισμό (Τραμπ, ακροδεξιά στην Ευρώπη, τρομοκρατικός ριζοσπαστισμός). Και «ναι, η Δύση δεν είναι ένα ομοιογενές και συμπαγές πράγμα, γι’ αυτό χωρίς ριζικές αλλαγές στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα το μέλλον μας θα είναι αβέβαιο».
Οι απαιτήσεις
Αφού καλύψουμε αυτές τις υποχρεώσεις μας ως πολίτες, δικαιούμαστε – και ταυτόχρονα οφείλουμε – να προβάλλουμε απαιτήσεις απέναντι στα δημόσια πρόσωπα, με βάση συγκεκριμένα κριτήρια:
• Η Συνέπεια και η Ειλικρίνεια: Συχνά συγχέουμε τη συνέπεια με τη στατικότητα θέσεων και απόψεων. Στην πραγματικότητα, η συνέπεια κρίνεται στο πόσο συμβατά είναι τα λόγια με τις πράξεις.
Παράδειγμα: Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας είναι απόλυτα συνεπής στις απόψεις του στο Κυπριακό και στους χειρισμούς που έκανε παλιά ως υπουργός Εξωτερικών και κάνει σήμερα. Άλλο αν κάποιους δεν τους ικανοποιεί το «λέω ότι θέλω λύση και κάνω ό,τι μπορώ για να μην προκύψει». Το ότι οι πολίτες δεν το κατανόησαν ή δεν θέλουν να το παραδεχτούν δεν είναι δικό του πρόβλημα, είναι δικό μας.
Επίσης, συνέπεια δεν σημαίνει «δεν αλλάζω άποψη». Σε έναν κόσμο που αλλάζει κάθε δευτερόλεπτο, η στατικότητα είναι ελάττωμα, όχι προτέρημα. Συνέπεια σημαίνει «όταν αλλάζω άποψη το λέω ευθαρσώς και ενημερώνω τους πολίτες». Πράγμα που ο Ν. Χριστοδουλίδης δεν το έκανε σε μια σειρά από ζητήματα – π.χ. με την αύξηση του αφορολόγητου.
• Η Δικαιοσύνη και η Αξιοπρέπεια: Είναι ίσως το πιο δύσκολο. Ένα πολιτικό πρόσωπο να κρίνει τους ανθρώπους και τις ομάδες με δίκαιο και όχι με συμφεροντολογικό εκλογικά τρόπο. Από τους εργοδότες και τις συνδικαλιστικές οργανώσεις, μέχρι τις κοινωνικές τάξεις και ομάδες. Από τα πρόσωπα που τον κρίνουν, μέχρι τους συνεργάτες του.
Παράδειγμα: Ο Ν. Χριστοδουλίδης είναι από χέρι καμένος σε αυτό το κριτήριο, επειδή απευθύνεται κυρίως σε μεγάλες ομάδες ψηφοφόρων, με βασική έγνοια την εκλογική και επιτελική πελατεία. Επίσης, δεν κερδίζει τα πρωτεία στην αξιοπρέπεια με το να μη βρίσκει το κουράγιο να αποποιηθεί χίλια ευρώ σύνταξη…
Και κάτι πιο απλό: Το τελευταίο διάστημα δεν κρύβει την οργή του για τα ΜΜΕ, επειδή πιστεύει ότι τον κρίνουν αυστηρά. Για να είχε δίκαιο, θα έπρεπε πριν από δύο έως πέντε χρόνια να είχε διαμαρτυρηθεί για τη σκανδαλώδη εύνοια που του έδειχναν τα περισσότερα από αυτά. Το ότι πολλά από αυτά σήμερα γέρνουν προς τον βολικό διάδοχό του, επειδή ο ίδιος «δεν τραβά», είναι ζήτημα της ίδιας τάξης με εκείνο που οδήγησε στην εκλογή του.
• Η Ολιστική παρουσία: Σε έναν κόσμο όπου η διάχυση της πληροφορίας και οι Τεχνητές Νοημοσύνες αναδεικνύουν μια πραγματικότητα χωρίς τους κλασικούς διαχωρισμούς σε τομείς, όπως είχαμε συνηθίσει, η μονομερής παρουσία είναι αδιανόητη. Το να επικεντρώνεται ένα δημόσιο πρόσωπο αποκλειστικά σε ένα επιμέρους ζήτημα δεν παρέχει προδιαγραφές βάθους.
Επομένως, ένα δημόσιο πρόσωπο σήμερα πρέπει να κρίνεται στη βάση του αν έχει ολιστική παρουσία. Το να αξιοποιεί την αιχμή της δημοφιλίας του, σιωπώντας για όλα τα άλλα, είναι τουλάχιστον προβληματικό.
Παράδειγμα: Ο Οδυσσέας Μιχαηλίδης μιλά για τη διαφθορά (ή μάλλον για μέρος της), αλλά σιωπά για όλα τα άλλα. Ένα τέτοιο μοντέλο μπορεί να είναι περιστασιακά δημοφιλές και ελκυστικό, αλλά είναι εκτός προδιαγραφών των ολιστικών αναγκών του σήμερα. Η τυπική υιοθέτηση γενικόλογων «θέσεων» για τα άλλα ζητήματα την τελευταία στιγμή, λογικά δεν θα πείθει.
Εκτός κι αν εμείς οι πολίτες αποφασίσουμε ότι δεν μας ενδιαφέρει τίποτε από τα πιο πάνω.
Το Καλάθι
• … με το υπαρκτό περιεχόμενο (1) : Το ότι γίνεται η πενταμερής είναι σημαντικό από μόνο του. Και είναι μάλλον απίθανο ο ΓΓ του ΟΗΕ να μη δώσει μια κάποια συνέχεια. Το θέμα είναι ότι, αν ο Ν. Χριστοδουλίδης βρεθεί μπροστά σε προτάσεις «γεφύρωσης» (π.χ. μια εξωτερική κυριαρχία, εκτενής αυτονομία των δύο πολιτειών στο εσωτερικό) δύσκολα θα ξεγλιστρήσει χωρίς ζημιά. Όσο κι αν με τα περί διαπραγμάτευσης του Πλαισίου Γκουτέρες, που είπε στη διακαναλική, νομίζει ότι πήρε αρκετά πίσω τα πράγματα ώστε να είναι ασφαλής.
• … με το υπαρκτό περιεχόμενο (2) : Στο Ουκρανικό φτάσαμε σε ένα σημείο όπου δύσκολα μπορεί να ισχυριστεί κάποιος ότι «δεν υπάρχει καμιά προοπτική ειρήνης». Μικρό καλάθι βέβαια και εδώ, γιατί όπως όλα δείχνουν θα πρόκειται για ένα πάρε-φέρε έμμεσων διαπραγματεύσεων, για καιρό. Με τις κάννες των όπλων να μην σιωπούν προς το παρόν…
• … με το υπαρκτό περιεχόμενο (3) : Με την υπερπροβολή στην Κύπρο από κάποια ΜΜΕ της δήλωσης Πλακιά – τη στιγμή μάλιστα που στο ίδιο το τοξικό κλίμα της Ελλάδας κανείς δεν θεωρεί ότι υπάρχει θέμα «ευθυνών Στυλιανίδη» – φαίνεται ότι το παίγνιο αποτροπής καθόδου στην κυπριακή πολιτική σκηνή του Χρήστου Στυλιανίδη είναι χονδροειδές. Αν ήταν «ακίνδυνη» μια τέτοια προοπτική, δεν θα υπήρχε τόσος πανικός…