Ομολογώ πως όλη αυτή η ιστορία με το περίφημο καλώδιο Great Sea Interconnector και τις τάχα «εντάσεις» μεταξύ Αθήνας και Λευκωσίας μοιάζει επικίνδυνα με το φάντασμα του ενιαίου αμυντικού δόγματος. Ένα ακόμα θέμα απ' αυτά που κάθε τόσο εφευρίσκουμε για να γεμίζουμε την πολιτική μας ατζέντα. Ενεργειακά καλώδια, στρατηγικά βάθη, κοινά οράματα, τα ανασύρουμε, τα στολίζουμε με σημαίες και μεγάλα λόγια και τα αφήνουμε πάλι στη μέση.
Η Άγκυρα φυσικά παρακολουθεί και γελά. Γιατί ξέρει πως η Κύπρος, όσο κι αν προσπαθεί να το κρύψει πίσω από διακηρύξεις περί ενεργειακών γεφυρών και στρατηγικής βάθους, δεν μπορεί να κάνει τίποτα χωρίς αυτήν. Κι εμείς, αντί να δούμε το αυτονόητο, ανακατεύουμε συνεχώς τα νερά: μιλάμε για ηλεκτρική διασύνδεση, για αμυντική συνεργασία, για κοινό όραμα, ενώ στην πράξη δεν μπορούμε να φτιάξουμε ούτε μια πλατφόρμα που να εξυπηρετεί σωστά τον πολίτη.
Τέτοια είναι και η υπόθεση GSI. Μια διασύνδεση που ξεκίνησε ως έργο απελευθέρωσης από την ενεργειακή απομόνωση κατέληξε πεδίο αντιπαράθεσης, υποψιών και δηλώσεων «κυριαρχίας». Δοκιμάζουμε τον τσορμπά και κάτι λείπει, κι ας ξέρουμε καλά πως για να «δέσει» η σούπα χρειάζονται και τα ανατολίτικα μπαχάρια, πρέπει ολόκληρη η γειτονιά να τη φτιάξει. Και στο τέλος, κανείς δεν θυμάται γιατί άρχισε και ποιος το χρειάζεται περισσότερο.
Γιατί αυτό είναι το διαχρονικό μας πρόβλημα: ένα μείγμα μεγαλόστομων σχεδίων και μικροπολιτικής αμηχανίας. Πίσω από κάθε καλώδιο, κάθε δόγμα και κάθε κοινή δήλωση υπάρχει η ίδια Κύπρος, που δυσκολεύεται να λύσει ένα κυκλοφοριακό, να εξυπηρετήσει έναν ασθενή, να προσφέρει κοινωνική δικαιοσύνη.
Και επιτρέψτε μου λοιπόν να το πω όπως το λέω και στους νεαρούς φίλους: πριν ονειρευτούμε γάμους και στρατηγικές και διασυνδέσεις, ας πάρουμε πρώτα μια γλάστρα. Αν καταφέρουμε να μην μας ξεραθεί το φυτό, ίσως τότε να είμαστε έτοιμοι να διαχειριστούμε και κάτι πιο σύνθετο από μια ενιαία αμυντική σούπα.