Βρέθηκα για λίγες μέρες στην Κροατία και στην Ομοσπονδία Βοσνίας - Ερζεγοβίνης, όπου είχα την τύχη να ξεναγηθώ από ντόπιους φίλους. Η βιογραφία τους τόσο ανάμεικτη όσο και η περιοχή. Ο ένας φίλος μάλιστα με πατέρα Κροάτη και μητέρα Βόσνια, μας είπε ότι στα είκοσι δύο του, κατά τη διάρκεια των γιουγκοσλαβικών πολέμων δεν ήξερε με ποιον έπρεπε να πολεμήσει. Αναγκάστηκε να διαλέξει πλευρά τελικά, αλλά εκ των υστέρων μας είπε πόσο αυτό ήταν μια τρέλα, και πώς φυγάδευσαν τη μητέρα του σε κροατική οικογένεια για να την προστατεύσουν ενώ ο ίδιος πολεμούσε εναντίον των Βόσνιων! Αξία ανεκτίμητη να μαθαίνεις την ιστορία ενός τόπου από τα μέσα, από τους απλούς πολίτες του.
Εντυπωσιάστηκα από την καθαριότητα και το μεγαλείο του Ζάγκρεμπ, μια μικρή Βιέννη. Πραγματικά έψαχνα να βρω σκουπίδι στον δρόμο. Οι αυτοκινητόδρομοί τους είναι καλύτεροι και από τους γερμανικούς, εάν συνυπολογίσει κανείς και το ορεινό έδαφος της περιοχής. Εντυπωσιακά τούνελ, με περάσματα όλο δάσος από πάνω για τις αρκούδες και τους λύκους, γέφυρες που ενώνουν τα κροάτικα νησιά με τη στεριά - ήταν πραγματική απόλαυση η νότια παραλιακή διαδρομή από το Ζάγκρεμπ στο Ντουμπρόβνικ, την πιο παραμυθένια πόλη που επισκέφθηκα έως τώρα. Μια μαγεία, ειδικά το παραλιακό κομμάτι μετά το Σπλιτ. Άξιες της φήμης τους οι Δαλματικές Ακτές.
Στην απέναντι όχθη όμως, μόλις περάσεις τα σύνορα, ξεκινά ένας αλλιώτικος τόπος. Το βλέπεις από τα πρώτα χιλιόμετρα του δρόμου, χειρότερα συντηρημένου και με λιγότερη τάξη στις κυκλοφοριακές ρυθμίσεις από τον κροατικό· από τις πινακίδες και επιγραφές με το σβησμένο κυριλλικό αλφάβητο (οι Σέρβοι είναι ανεπιθύμητοι εδώ, έχουν το δικό τους καντόνιο την Ομοσπονδία της Σέρπσκα), από το αυτόματο μηχάνημα της τράπεζας με μόνο δύο επιλογές γλώσσας στο μενού: από πάνω, η παγκόσμια lingua franca, τα αγγλικά, κι από κάτω, η τοπική lingua franca, η γλώσσα με τα τέσσερα ονόματα που για λόγους συντομίας και αποφυγής παρεξηγήσεων αναγράφεται, απλά, ως λοκάλνα.
Μπήκαμε στη Βοσνία - Ερζεγοβίνη, τη χώρα στην απέναντι όχθη του Σάβου και των παραποτάμων του. Χώρα παρηγοριά για μας τους Κυπραίους το ότι σταμάτησαν να σφάζονται πριν είκοσι χρόνια και βρήκαν μια ισορροπία σε μια ομοσπονδία με δεκατρία καντόνια. «Εάν τα κατάφεραν αυτοί, γιατί όχι κι εμείς;», σκέφτεσαι. Εδώ εφαρμόζεται στην πράξη μια αντίστοιχη διαφοροποίηση στο εθνικό επίθετο, που για εμάς είναι απλά γνωστό ως «Βόσνιος». Μπόσνιακ λέγεται ο μουσουλμάνος το θρήσκευμα Βόσνιος, ενώ Μποσάνατς λέγεται ο καταγόμενος από τη Βοσνία, ανεξαρτήτως εθνικών και θρησκευτικών καταβολών. Το Μπόσνιακ διαδόθηκε και στα αγγλικά μετά τη δεκαετία του ’90 ως δηλωτικό μιας αναδυόμενης ταυτότητας — και ως όρος χρησιμοποιείται έκτοτε με συνέπεια και σοβαρότητα. Ο Μποσάνατς, πάλι, παρέμεινε αντικείμενο περιπαικτικών ανεκδότων στις χώρες της πρώην Γιουγκοσλαβίας, όπως αυτό με το ραντεβού του για φαγητό με μια Δαλματή. Θα παραγγείλω ντάγκνιε, λέει η κοπέλα — μύδια. Δεν τα λένε ντάγκνιε, αλλά γιάγκνιε, τη διορθώνει εκείνος — αρνιά.
Το κρέας —αρνίσιο ή άλλο— έχει κεντρική θέση στη βοσνιακή κουζίνα, στην οποία συναντάμε μεταξύ άλλων και πολλές συνταγές με γνώριμα σε εμάς ονόματα — όπως το γιουβέτσι / «τζούβετς», ο κεφτές / «τσουφτέ», ο τραχανάς / «ταρχανά», μέχρι και η ταπεινή παπάρα / «ποπάρα». Η μακραίωνη οθωμανική παρουσία άφησε το στίγμα της σε φαγητά, γλυκά, ποτά και φυσικά στον παραδοσιακό καφέ. Και σε πολλά ακόμη, όπως μαρτυρούν τοπωνύμια, λέξεις, ενδυμασίες — και το χαρακτηριστικότερο ίσως συστατικό του τοπίου τής απέναντι όχθης: οι μιναρέδες.
Στη Βοσνία βρίσκονται τα δυτικότερα μουσουλμανικά χωριά της Ευρώπης, σε ελάχιστη απόσταση από το Ζάγκρεμπ και τη, σχεδόν αμιγώς χριστιανική Κροατία. Ένα από τα σημαντικότερα τζαμιά βρίσκεται στην πρωτεύουσα των Σερβοβοσνίων, την Μπάνια Λούκα. Το τέμενος του Φερχάτ Πασά πιστεύεται ότι σχεδιάστηκε από έναν μαθητή του μεγάλου Σινάν. Μετά την καταστροφή του στον τελευταίο πόλεμο (το 1993), ανακατασκευάστηκε με τουρκική —εν μέρει— χρηματοδότηση και εγκαινιάστηκε από τον τότε Πρωθυπουργό των γειτόνων μας, Νταβούτογλου.
Παρ' όλο που οι συσχετισμοί (9 εκατομμύρια μουσουλμάνοι στα Βαλκάνια πλην Τουρκίας, επί συνολικού πληθυσμού άνω των 70 εκατομμυρίων) καθιστούν υπερβολικό τον όρο «ισλαμικό τόξο», εντούτοις υπάρχει μια σχεδόν συνεχής ζώνη όπου οι μιναρέδες δεν απέχουν πολύ μεταξύ τους. Σε αυτήν ανήκουν η Βοσνία, το παλιό σαντζάκιο του Νόβι Παζάρ, η Αλβανία, το Κόσοβο και μέρος της Δημοκρατίας της Βόρειας Μακεδονίας. Στην τελευταία παραμένουν, εκτός των Αλβανών, και εκατό χιλιάδες Τούρκοι, 5% του πληθυσμού. Ή περίπου τόσοι, μιας και τα πληθυσμιακά στοιχεία είναι στοιχείο της αέναης εσωτερικής εθνοτικής διαμάχης.
Τα Βαλκάνια, ανεξάρτητα πάντως από τα νούμερα και τα ποσοστά, και παρά τις αλλοιώσεις και μετακινήσεις, τους πολέμους και τις εθνοκαθαρσεις, παραμένουν ένα σταυροδρόμι ανάμεσα στη Δύση και στην Ανατολή και ένα μωσαϊκό δεκάδων εθνοτήτων. Η Βαλκανική Χερσόνησος είναι μία από τις πιο στρατηγικές και ταυτόχρονα «παρεξηγημένες» περιοχές της Ευρώπης. «Τα Βαλκάνια έχουν την τάση να παράγουν περισσότερη ιστορία από αυτήν που µπορούν να καταναλώσουν», ήταν η φράση του Βρετανού Πρωθυπουργού Ουίνστον Τσόρτσιλ, η οποία έµεινε στην ιστορία. Αυτή την περίοδο πάντως προκόβουν και ζουν ειρηνικά. Αξίζει και με το παραπάνω να τα εξερευνήσει κανείς.