«Ένας άνθρωπος, μία ψήφος»

ΑΝΔΡΕΑΣ ΟΡΦΑΝΙΔΗΣ

Header Image
Η συζήτηση για το «ένας άνθρωπος, μία ψήφος» δεν πρέπει να ιδωθεί ως αντίπαλη με τη δικοινοτικότητα, αλλά ως μακροπρόθεσμος στόχος μιας βιώσιμης λύσης που θα εδραιώνει εμπιστοσύνη και δημοκρατία

Η φράση «ένας άνθρωπος, μία ψήφος» είναι ένα από τα πιο ουσιώδη αξιώματα της σύγχρονης δημοκρατίας. Η αρχή αυτή εδράζεται στην ιδέα ότι όλοι οι πολίτες ενός κράτους έχουν ίση αξία στο πολιτικό γίγνεσθαι, ίσο δικαίωμα να αποφασίζουν και ίση δύναμη στην κάλπη. Όμως, όταν έρχεται κανείς να την εφαρμόσει στην Κύπρο, με το ιδιαίτερο και σύνθετο συνταγματικό και πολιτικό της υπόβαθρο, ιδιαίτερα στο πλαίσιο επίλυσης του Κυπριακού, βρίσκεται αντιμέτωπος με μια σειρά από προκλήσεις, αβεβαιότητες και, ίσως, αναγκαστικούς συμβιβασμούς. Tο ζήτημα δεν είναι μόνο νομικό, ούτε αποκλειστικά πολιτικό. Είναι υπαρξιακό. Αφορά το ερώτημα τού πώς μπορεί να υπάρξει ένα κράτος στο νησί που να σέβεται τις αρχές της δημοκρατίας χωρίς να διαρραγεί η εύθραυστη, και συχνά αμφισβητούμενη, αρχή της πολιτικής ισότητας των δύο κοινοτήτων.

Στο διεθνές δίκαιο, η αρχή της ισότητας και της μη διάκρισης αποτελεί θεμελιώδη κανόνα. Από τη Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου του ΟΗΕ μέχρι το Διεθνές Σύμφωνο για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα και τη Σύμβαση για την Εξάλειψη των Φυλετικών Διακρίσεων, η διεθνής κοινότητα έχει καταστήσει σαφές ότι κάθε άτομο πρέπει να απολαμβάνει ισοδύναμα πολιτικά δικαιώματα χωρίς καμιά διάκριση λόγω εθνικής καταγωγής, γλώσσας ή θρησκείας. Η Ευρωπαϊκή Ένωση, στην οποία η Κυπριακή Δημοκρατία είναι πλήρες και ισότιμο μέλος, κατοχυρώνει επιπλέον την αρχή της ισότητας του εκλογικού δικαιώματος στα άρθρα 39 και 40 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων. Η πολιτική ισότητα, όμως, ερμηνεύεται σε επίπεδο ατόμου και όχι συλλογικότητας. Και εδώ αρχίζει η ιδιαιτερότητα της Κύπρου.

Η έννοια της «πολιτικής ισότητας» όπως περιγράφεται στις Συμφωνίες Κορυφής (1977, 1979, 1989) και στα σχετικά ψηφίσματα του ΟΗΕ δεν ταυτίζεται με την αριθμητική ισότητα. Το Σύνταγμα του 1960 προέβλεπε, για παράδειγμα, ότι οι Τουρκοκύπριοι, ενώ ήταν περίπου το 18% του πληθυσμού, είχαν το 30% των θέσεων στη δημόσια διοίκηση, το βέτο του αντιπροέδρου και χωριστό εκλογικό σώμα. Αυτή η πολιτική ισότητα αφορούσε την κατοχύρωση συλλογικών δικαιωμάτων της τουρκοκυπριακής κοινότητας, και όχι μόνο ατομικών. Στην πορεία των διαπραγματεύσεων για το Κυπριακό, από το Σχέδιο Ανάν μέχρι τις συνομιλίες στο Κραν Μοντανά, η τουρκοκυπριακή πλευρά επιδίωξε να διασφαλίσει έναν ρόλο που δεν ήταν μειονοτικός. Ζητούσε την αναγνώριση της πολιτικής ισότητας ως κοινότητα – όχι ως σύνολο πολιτών, αλλά ως θεσμικός εταίρος στη λειτουργία του κράτους. Αυτό συνεπάγεται συγκεκριμένη συμμετοχή στα όργανα λήψης αποφάσεων, ακόμα και όταν αυτή δεν αντικατοπτρίζει το πληθυσμιακό μέγεθος. Κάτι τέτοιο αντιβαίνει άμεσα στην αρχή «ένας άνθρωπος, μία ψήφος» όπως τη γνωρίζουμε στις κλασικές δημοκρατίες της Δύσης.

Η αλήθεια είναι ότι η αρχή της ισότητας των ατόμων και η αρχή της πολιτικής ισότητας των κοινοτήτων δεν είναι εύκολα συμβατές. Σε ένα διζωνικό, δικοινοτικό ομοσπονδιακό σύστημα, όπως αυτό που προβλέπεται στις υπό διαπραγμάτευση λύσεις του Κυπριακού, προκύπτει σχεδόν αναπόφευκτα ένα δυϊστικό μοντέλο. Δηλαδή, ένα μοντέλο στο οποίο κάθε κοινότητα έχει σχεδόν απόλυτο έλεγχο επί του δικού της συνιστώντος κρατιδίου, και συμμετέχει σε ομοσπονδιακά όργανα μέσω προκαθορισμένης ισότητας ή αναλογίας – όχι μέσω άμεσης και ισότιμης ψήφου. Στο Σχέδιο Ανάν, για παράδειγμα, η Γερουσία απαρτιζόταν από ίσο αριθμό Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων, ενώ η Κάτω Βουλή ακολουθούσε πληθυσμιακή αναλογία. Σε βασικές αποφάσεις απαιτούνταν διπλή πλειοψηφία ή τουλάχιστον θετική ψήφος από τα δύο μέρη. Κοινώς, η αρχή της συλλογικής πολιτικής ισότητας υπερίσχυε της αριθμητικής ισότητας του ενός ατόμου–μίας ψήφου.

Είναι η αρχή «ένας άνθρωπος, μία ψήφος» ασύμβατη με λύση του Κυπριακού; Η απάντηση είναι σύνθετη. Σε ένα πλήρως ενιαίο κράτος – όπως π.χ. η Γαλλία ή η Ιταλία – φυσικά και ισχύει η μία ψήφος ανά άτομο. Όμως η Κύπρος δεν έχει επιλέξει ούτε στο παρελθόν ούτε στις τρέχουσες διαπραγματεύσεις ένα τέτοιο πολίτευμα. Το μοντέλο που διερευνάται είναι ομοσπονδιακό και δικοινοτικό – και αυτό συνεπάγεται την αναγνώριση δύο συλλογικοτήτων με δικαίωμα αυτοδιοίκησης και συνδιαχείρισης της κεντρικής εξουσίας. Αν επιχειρούσε κάποιος να επιβάλει αυστηρά την αρχή «ένας άνθρωπος, μία ψήφος» σε όλα τα επίπεδα – συμπεριλαμβανομένης της εκλογής Προέδρου, του Κοινοβουλίου, της δημόσιας διοίκησης – τότε είναι σχεδόν βέβαιο ότι η τουρκοκυπριακή κοινότητα θα εξέφραζε επιφυλάξεις και διαφωνίες για την ασφάλεια και την επιβίωσή της. Εδώ έγκειται και ο βαθύτερος λόγος που η λύση στο Κυπριακό δεν μπορεί να προκύψει ως απλή επέκταση των συνταγών της Δυτικής δημοκρατίας, αλλά μόνο μέσω πολιτικής και συνταγματικής αρχιτεκτονικής που θα εξισορροπεί δικαιώματα και ανησυχίες.

Μια ρεαλιστική προσέγγιση δεν είναι να απορρίψει κανείς την αρχή «ένας άνθρωπος, μία ψήφος», αλλά να την ενσωματώσει σε ένα πολυεπίπεδο μοντέλο διακυβέρνησης:

Στο επίπεδο των πολιτειακών/συνιστώντων κρατιδίων, κάθε πολίτης να έχει ίσα ατομικά δικαιώματα, ανεξαρτήτως εθνικής ταυτότητας. Οι εκλογές να διεξάγονται χωρίς ποσοστώσεις ή φυλετικά κριτήρια. Αυτό θα ενίσχυε τη δημοκρατία και την εμπιστοσύνη.

Στο ομοσπονδιακό επίπεδο, να παραμείνει η αναλογικότητα μεταξύ των κοινοτήτων ως εγγύηση συνδιοίκησης.

Η εκλογή του Προέδρου ή του επικεφαλής της εκτελεστικής εξουσίας μπορεί να γίνει με μοντέλα διπλής πλειοψηφίας (double majority), όπως στο Βέλγιο. Να απαιτείται, δηλαδή, πλειοψηφία τόσο στο σύνολο του εκλογικού σώματος όσο και σε κάθε κοινότητα χωριστά.

Η μετάβαση προς μια κοινωνία όπου η ταυτότητα του πολίτη προηγείται της εθνοτικής του καταγωγής πρέπει να είναι στόχος, όχι προϋπόθεση της λύσης. Αυτό σημαίνει ότι τα μεταβατικά στάδια πρέπει να κατοχυρώνουν συλλογικά δικαιώματα αλλά με χρονικό ορίζοντα απεξάρτησης από φυλετικά κριτήρια.

Η συζήτηση για το «ένας άνθρωπος, μία ψήφος» δεν πρέπει να ιδωθεί ως αντίπαλη με τη δικοινοτικότητα, αλλά ως μακροπρόθεσμος στόχος μιας βιώσιμης λύσης που θα εδραιώνει εμπιστοσύνη και δημοκρατία. Στην αρχική φάση, η συνύπαρξη ατομικής και συλλογικής ισότητας ίσως είναι απαραίτητη. Αλλά χωρίς προοπτική μετεξέλιξης σε ένα μοντέλο όπου όλοι οι πολίτες κρίνονται με βάση την ψήφο τους και όχι την κοινότητά τους, η επανένωση δεν θα είναι ποτέ πλήρης. Η Κύπρος δεν μπορεί να αγνοήσει την ιστορία της, ούτε όμως να παραμείνει αιχμάλωτη των διαιρέσεών της. Η πρόκληση είναι να σχεδιάσουμε ένα πολιτικό σύστημα που να σέβεται τη διαφορετικότητα χωρίς να υπονομεύει την ισότητα. Και σ’ αυτό, η αρχή «ένας άνθρωπος, μία ψήφος» παραμένει ο φάρος, όχι το εμπόδιο.

 

*Καθηγητή-ανθρωπολόγου στο Philips University, πρώην πρύτανη.

ΤΑ ΑΚΙΝΗΤΑ ΤΗΣ ΕΒΔΟΜΑΔΑΣ

Λογότυπο Altamira

Πολιτική Δημοσίευσης Σχολίων

Οι ιδιοκτήτες της ιστοσελίδας www.politis.com.cy διατηρούν το δικαίωμα να αφαιρούν σχόλια αναγνωστών, δυσφημιστικού και/ή υβριστικού περιεχομένου, ή/και σχόλια που μπορούν να εκληφθεί ότι υποκινούν το μίσος/τον ρατσισμό ή που παραβιάζουν οποιαδήποτε άλλη νομοθεσία. Οι συντάκτες των σχολίων αυτών ευθύνονται προσωπικά για την δημοσίευση τους. Αν κάποιος αναγνώστης/συντάκτης σχολίου, το οποίο αφαιρείται, θεωρεί ότι έχει στοιχεία που αποδεικνύουν το αληθές του περιεχομένου του, μπορεί να τα αποστείλει στην διεύθυνση της ιστοσελίδας για να διερευνηθούν. Προτρέπουμε τους αναγνώστες μας να κάνουν report / flag σχόλια που πιστεύουν ότι παραβιάζουν τους πιο πάνω κανόνες. Σχόλια που περιέχουν URL / links σε οποιαδήποτε σελίδα, δεν δημοσιεύονται αυτόματα.

Διαβάστε περισσότερα

Κάντε εγγραφή στο newsletter του «Π»

Εγγραφείτε στο Newsletter της εφημερίδας για να λαμβάνετε καθημερινά τις σημαντικότερες ειδήσεις στο email σας.

Ακολουθήστε μας στα social media

App StoreGoogle Play