Παρά τις προσλήψεις δικαστών, τη μεταρρύθμιση που ψήφισε η Βουλή με τη δημιουργία νέων δικαστηρίων καθώς και άλλα πρόσθετα μέτρα που λήφθηκαν για την επιτάχυνση απονοµής της δικαιοσύνης, εξακολουθούν να παρατηρούνται μεγάλες καθυστερήσεις στην εκδίκαση ποινικών και αστικών υποθέσεων.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η ποινική υπόθεση εναντίον ανώτερου λειτουργού της Ελεγκτικής Υπηρεσίας. Αν και καταχωρίστηκε τον Οκτώβριο του 2019, η εκδίκαση της υπόθεσης δεν έχει ακόμη αρχίσει. Ενώ ήταν ορισμένη για ακρόαση αρχές του μήνα, το δικαστήριο την ανέβαλε και όρισε νέα δικάσιμο για τις 23/9/2025 με το επιχείρημα ότι, εκκρεμούν παλαιότερες υποθέσεις και έχουν προτεραιότητα να εκδικαστούν. Αυτός ο υπάλληλος βρίσκεται σε διαθεσιμότητα από το 2019 και πληρώνεται από τη Δημοκρατία με €4.000 τον μήνα, αναμένοντας την εκδίκαση της υπόθεσής του που δεν άρχισε ακόμη.
Τον περασμένο Μάρτιο, η Επιτροπή Νομικών της Βουλής συζήτησε την πορεία εφαρμογής της μεταρρύθμισης στην ανώτερη βαθμίδα της απονομής της δικαιοσύνης στο πλαίσιο αυτεπάγγελτης εξέτασης έπειτα από εισήγηση των βουλευτών του ΑΚΕΛ Άριστου Δαμιανού, Ανδρέα Πασιουρτίδη και Γιώργου Κουκουμά. «Με βάση τα στατιστικά δεδομένα, είμαστε τελευταίοι σε πανευρωπαϊκό επίπεδο σε σχέση με τις δαπάνες για τη δικαιοσύνη και είμαστε πρώτοι σε ό,τι αφορά τις καθυστερήσεις και νομίζω αυτό τα λέει όλα», δήλωσε μετά το πέρας της συνεδρίασης ο Άριστος Δαμιανού.
Οι δικαστικές αποφάσεις πρέπει να εκδίδονται σε εύλογο χρόνο, διότι, σε αντίθετη περίπτωση κλονίζεται το αίσθημα ασφάλειας δικαίου και δημιουργεί στους πολίτες την εντύπωση ότι, δεν αξίζει τον κόπο να προσφύγουν στη δικαιοσύνη και, στο τέλος, απαξιώνεται η δικαστική εξουσία. Δικαιοσύνη που καθυστερεί να απονεμηθεί δεν είναι δικαιοσύνη. Ποιος είναι ο θεσμικός ρόλος των δικαστών; Να εκδίδουν αμερόληπτες, θεμελιωμένες, αιτιολογημένες και έγκαιρες αποφάσεις. Το επόμενο ερώτημα που θα πρέπει να απαντηθεί είναι κατά πόσο υπεύθυνοι για την καθυστέρηση της απονομής της δικαιοσύνης είναι κατά κύριο λόγο οι δικαστές. Ουδείς ισχυρίζεται ότι θα πρέπει να θυσιάζεται η ορθότητα και η ανεξαρτησία της δικαστικής κρίσης στο βωμό της ταχύτητας. Από την άλλη, όμως, υπάρχουν δικαστές – πρόκειται για μικρό αριθμό – όπως μας λέχθηκε, που υπερβαίνουν συστηματικά τον προβλεπόμενο εύλογο χρόνο για την έκδοση απόφασης. Αυτοί οι δικαστές δεν πρέπει να έχουν κόστος;
Μόλις προχθές διάβαζα στον ελληνικό Τύπο για την απόφαση της προέδρου του Αρείου Πάγου, κ. Ιωάννας Κλάπα, να επιβάλει χρηματικές ποινές σε 30 δικαστές για καθυστέρηση στην έκδοση αποφάσεων. Δέον να σημειωθεί ότι, στην Ελλάδα οι δικαστές λαμβάνουν ως κίνητρο επίδομα ταχείας διεκπεραίωσης δικογραφιών.
Τη σχετική αρμοδιότητα είχαν οι προϊστάμενοι των δικαστηρίων αλλά η εφαρμογή της παρέμενε ανενεργή. Με αποτέλεσμα, να αναλάβει αυτή την αρμοδιότητα, πρόσφατα, η ηγεσία του Αρείου Πάγου που φρόντισε να στείλει με το πρόστιμο που επέβαλε στους 30 δικαστές ένα σαφές μήνυμα πως τα πράγματα, πλέον, αλλάζουν και η συγκεκριμένη πρόβλεψη θα τηρείται στο ακέραιο όταν πρόκειται για επαναλαμβανόμενες καθυστερήσεις στην έκδοση αποφάσεων.
Τα τελευταία χρόνια έγιναν πολλά προς την κατεύθυνση της βελτίωσης του χρόνου απονομής της δικαιοσύνης. Όμως, εκ των πραγμάτων αποδεικνύεται ότι δεν είναι αρκετά.