Του δρα Αντώνη Στ. Στυλιανού*
Οι επιθέσεις του Ισραήλ κατά του Ιράν την 13η Ιουνίου 2025 και η κλιμάκωση της κρίσης έκτοτε αναδεικνύουν το μείζον ζήτημα που απασχολεί τη διεθνή κοινότητα σε σχέση με το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν. Τα πλήγματα του Ισραήλ στοχεύουν μέχρι στιγμής κυρίως στρατιωτικές εγκαταστάσεις και εγκαταστάσεις που σχετίζονται με το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, με πέραν 200 μαχητικών να είχαν λάβει μέρος κατά τη διάρκεια της πρώτης επίθεσης του Ισραήλ.
Οι κύριοι στόχοι που έχουν μέχρι στιγμής καταγραφεί είναι το βασικό εργοστάσιο εμπλουτισμού ουρανίου στο Νατάνζ, εγκαταστάσεις μετατροπής ουρανίου και έρευνας στο Ισφαχάν, υπόγειες πυρηνικές εγκαταστάσεις στο Φορντό, ως επίσης και αρκετές στρατιωτικές, πυραυλικές και ενεργειακές εγκαταστάσεις στην επικράτεια του Ιράν. Το Ισραήλ στοχεύει, παράλληλα, κορυφαίους Ιρανούς στρατιωτικές ηγέτες και πυρηνικούς επιστήμονες, σκοπεύοντας στην ολική καταστροφή της πυρηνικής υποδομής του Ιράν ή έστω τη σημαντική καθυστέρηση της ανάπτυξης του πυρηνικού προγράμματος της χώρας.
Το Ιράν ισχυρίζεται ότι το πυρηνικό του πρόγραμμα είναι ειρηνικό και αφορά αποκλειστικά και μόνο την παραγωγή πυρηνικής ενέργειας. Όμως, οι εξελίξεις δείχνουν ότι το Ιράν εμπλουτίζει ουράνιο σε καθαρότητα 60%, πέραν του απαιτούμενου για πυρηνική ενέργεια και πολύ πιο κοντά στο 90% για παραγωγή πυρηνικών όπλων, με το απόθεμα εμπλουτισμένου ουρανίου να ξεπερνά τα 400 κιλά – αρκετά για πολλαπλές πυρηνικές κεφαλές – και τη διάρκεια διάσπασης, δηλαδή τον χρόνο για κατασκευή πυρηνικής βόμβας, να έχει μειωθεί, σύμφωνα με δυτικές πηγές σε λίγες εβδομάδες. Προ των επιθέσεων του Ισραήλ στις 13 Ιουνίου 2025, η Διεθνής Υπηρεσία Ατομικές Ενέργειας (ΙΑΕΑ) είχε κατηγορήσει το Ιράν ότι παρακωλύει τις επιθεωρήσεις και ότι ξεκίνησε νέες υπόγειες μονάδες εμπλουτισμού, καταδικάζοντας το Ιράν για αυτές του της ενέργειες και τη μη συμμόρφωση με τα συμφωνηθέντα.
Η αντίδραση του Ιράν ήταν, φυσικά, αναμενόμενη, με μαζικές επιθέσεις με βαλλιστικούς πυραύλους και μη επανδρωμένα αεροσκάφη (drones) στο Ισραήλ (Τελ Αβίβ, Χάιφα, Μπατ Γιαμ), οδηγώντας την ευρύτερη περιοχή σε ανάφλεξη και δημιουργώντας καινοφανή γεωπολιτικά δεδομένα. Πέραν των εκατέρωθεν απωλειών, η κατάσταση που εξελίσσεται έχει όλα τα συστατικά στοιχεία μιας τεράστιας καταστροφής και αναμόρφωσης της γεωπολιτικής (αν)ισσοροπίας στην ήδη εύθραυστη κατάσταση που επικρατεί στην περιοχή. Οι απειλές του Ιράν για καταστροφή του Ισραήλ, για πλήγματα κατά αμερικανικών βάσεων στην περιοχή, η ενίσχυση της στρατιωτικής παρουσίας των ΗΠΑ και Μεγάλης Βρετανίας και το ενδεχόμενο άμεσης εμπλοκής τους στον πόλεμο (εάν δεν έχουν ήδη εμμέσως ή παρεμφερώς εμπλακεί) επιτείνουν το ήδη αρνητικό πρόσημο που υπάρχει.
Ο απολογισμός μέχρι στιγμής σε σχέση με το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν καταδεικνύει σημαντικές απώλειες για το Ιράν, με πλήγματα σε φυγοκεντρικές υποδομές που δημιουργούν καθυστερήσεις στην ανάπτυξη του πυρηνικού προγράμματός του. Όμως, θα πρέπει να γνωρίζουμε ότι το Ιράν, παρά τις απώλειες, διατηρεί πυρηνική τεχνογνωσία και ορισμένα μέρη του πυρηνικού του προγράμματος πιθανόν να παραμένουν κρυφά. Αυτήν τη στιγμή μπορούμε να καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι το Ισραήλ έχει, με τα πλήγματά του μέχρι στιγμής, να επιβραδύνει αλλά όχι να εξαλείψει το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, με τις διπλωματικές προσπάθειες να έχουν ανασταλεί, γεγονός που, παρά το εγγενές προβληματικό τους αποτύπωμα, επιτείνει την μονομέρεια των πυρηνικών ενεργειών του Ιράν.
Ο ευρύτερος αντίκτυπος όλων των δεδομένων που έχουμε ενώπιόν μας είναι πλήρως αρνητικός. Υπάρχουν πολύ συγκεκριμένες περιφερειακές και παγκόσμιες συνέπειες που περιλαμβάνουν τον κίνδυνο επέκτασης του πολέμου στην περιοχή που ήδη φλέγεται από την κατάσταση στη Γάζα, στη Συρία, στην Υεμένη, στο Ιράκ, πλήγματα σε πετρελαϊκές εγκαταστάσεις και εγκαταστάσεις φυσικού αερίου, ενδεχόμενο κλείσιμο των Στενών του Ορμούζ με παγκόσμιες συνέπειες, την εμπλοκή φίλιων δυνάμεων εκατέρωθεν, τη διπλωματική σχεδόν ολοκληρωτική κατάρρευση και, σε ένα άλλο επίπεδο, τη συνεχιζόμενη αμφισβήτηση των κανόνων του διεθνούς δικαίου.
Στο παρόν χρονικό σημείο δεν διαφαίνεται η όποια προσπάθεια αποκλιμάκωσης της κρίσης που έχει δημιουργηθεί. Αντιθέτως, βλέπουμε την κατάσταση να εκτραχύνεται και τους πολίτες να ανησυχούν για τις βαθύτερες συνέπειες του πολέμου. Στην παρούσα φάση οι εμπλεκόμενοι βρίσκονται σε τροχιά διαρκούς σύγκρουσης που δημιουργεί καθημερινά νέα αρνητικά δεδομένα και εκτιμήσεις.
*Λέκτορα Νομικής στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας, διευθυντή Μονάδας Νομικής Κλινικής Πανεπιστημίου Λευκωσίας