Για αυτόν ακριβώς τον λόγο είχε αρχίσει η σύγκρουσή μας με τον στρατό. Η πρώτη σύγκρουση! Το 1977. Ήταν μόλις μερικών μηνών η εφημερίδα μας. Μάζευαν τα σχολιαρόπαιδα και τα έπαιρναν στα στρατόπεδα για να εξυψώσουν το ηθικό των στρατιωτών και τα έβαζαν να καθίσουν μπροστά στα όπλα. Πρέπει να είχαν τρελαθεί. Έγραψα ένα άρθρο. Ανέφερα το εξής: Οι στρατιώτες μας χρειάζονται ηθικό και το περιμένουν από τα παιδιά; Οι καλλιτέχνες εξυψώνουν το ηθικό των στρατιωτών στον κόσμο, όχι τα παιδιά. Αστέρια του Χόλιγουντ διασκέδαζαν τους Αμερικανούς στρατιώτες στο Βιετνάμ. Και Ρωσίδες καλλιτέχνιδες τους Ρώσους στρατιώτες στο Αφγανιστάν. Τραγουδίστριες εξύψωναν το ηθικό των Ναζί στη Γερμανία. Αν είναι χαμηλό το ηθικό των στρατιωτών μας, φέρτε και εσείς τραγουδίστριες από την Τουρκία.
Μετά από αυτό το άρθρο έγινε χαλασμός. Ο στρατός ενεργοποιήθηκε πολύ κατά της εφημερίδας μας. Έβαλαν να μας ακολουθούν άνδρες με πολιτική περιβολή. Άρχισαν να παρακολουθούν την εφημερίδα μας μέρα νύχτα. Ο τότε διοικητής των Δυνάμεων Ασφαλείας, ταξίαρχος Πακέρ Γκιουνάλ, μας έβαλε στο στόχαστρο σε μια τελετή ορκωμοσίας νέων στρατιωτών. Είπε το εξής: «Θα καθίσουν και αυτοί στη θέση τους με την ουρά στα σκέλια. Και αυτοί», είπε. Δηλαδή, όπως κάθονταν πάντα και κάποιοι πριν από εμάς με την ουρά στα σκέλια, έτσι θα καθίσουμε και εμείς! Μα;ς αποκάλεσε ανοικτά «σκυλιά». Όμως, έκανε λάθος. Και πήρε την απάντησή του στο πρωτοσέλιδο στην εφημερίδα μας την επόμενη μέρα: «Δεν είναι εντάξει, κύριε διοικητά»! Μετά από αυτόν τον πρωτοσέλιδο τίτλο θύμωσαν πιο πολύ και εξοργίστηκαν. Διότι μέχρι εκείνη την ημέρα δεν είχαν δει τέτοιον πρωτοσέλιδο τίτλο στον Τύπο μας. Μόλις γνωστοποιήθηκε στον εφημερίδα ότι μας έθεσαν υπό στενή παρακολούθηση οι άνδρες που έβαλαν να μας παρακολουθούν σαν να επρόκειτο να μας σκοτώσουν, αυτή τη φορά με κάλεσε ο διοικητής των Ειρηνευτικών Δυνάμεων, αντιστράτηγος Αλί Γιαλτσίν. Πήγα στο επιτελείο του. Του εξήγησα. «Ο διοικητής της ΔΔΑ μάς έθεσε στο στόχαστρο και μας επιτέθηκε στην τελετή ορκωμοσίας», είπα. Υπέβαλα παράπονο. Τελικά, τηλεφώνησαν σε εκείνο τον διοικητή και τον ρώτησαν: «Είπες κάτι τέτοιο κατά τη διάρκεια της τελετής ορκωμοσίας;» Δεν το αρνήθηκε. «Ναι, κύριε, το είπα», ανέφερε. «Καλά, τότε να δω το γραπτό κείμενο της ομιλίας σου». «Δεν υπάρχει στο γραπτό κείμενο, κύριε». «Τότε γιατί το είπες;» «Ενθουσιάστηκα λίγο παραπάνω, για αυτό, κύριε».
Πέρασαν 28 χρόνια από τότε. Και βλέπω πως δεν άλλαξε απολύτως τίποτα. Και μετά από 28 χρόνια βάζω τον ίδιο πρωτοσέλιδο τίτλο. Γράφω το ίδιο πράγμα. Δεν βελτιώθηκε απολύτως τίποτα εδώ. Επιδεινώθηκαν τα πράγματα. Η διαφθορά κλιμακώθηκε στην κοινωνία. Δεν ήταν μόνο οι δεξιοί που μας ανακήρυξαν περιθωριακούς συντασσόμενοι με τον στρατό. Μάλιστα, οι γνωστοί ως αριστεροί έκαναν ακόμα χειρότερα. Έτσι εμπόδισαν το να προχωρήσει πιο πολύ η αντιπολίτευση κατά του καθεστώτος εντός της κοινότητας. Το λουστράρισαν και με ψευδοεκλογές. Τώρα μεταφέρουν ξανά μικρά παιδιά στα στρατόπεδα. Τους δίνουν βαριά όπλα. Επόπτευσε. Στόχευσε! Τα μαθαίνουν πώς να πυροβολούν τον εχθρό! Αυτή τη φορά δεν λένε «αναπτέρωση ηθικού των στρατιωτών». Λένε «ενίσχυση των σχέσεων με τον στρατό»!
Όταν ήρθαμε σε αντιπαράθεση με τον στρατό πριν 28 χρόνια, μας είχαν σχεδόν κηρύξει θρησκευτικό πόλεμο. Το Ραδιόφωνο του Μπαϊράκ άρχιζε κάθε βράδυ το κύριο δελτίο ειδήσεών του με εμβατήρια. Κανείς από την αντιπολίτευση δεν μας είχε στηρίξει τότε. Για να δούμε τώρα πόσοι θα αντιδράσουν για αυτή την πολεμική προπαγάνδα που γίνεται στα παιδιά αυτή τη φορά. Όμως, αυτή η μιλιταριστική κλιμάκωση δεν είναι μόνο στον βορρά. Διάβασα μια είδηση. Υπάρχει, λέει, ναζιστική οργάνωση και ανάμεσα στους μαθητές στον νότο. Όμως, είναι διαφορετικοί από τους δικούς μας. Το δικό μας είναι μια πρόβα πολέμου κάτω από τις φτερούγες του «κράτους»!
Δεν είναι δυνατόν να τελειώσω αυτό το άρθρο με μια αισιόδοξη πρόταση. Μακάρι να ήταν…






