Συνέντευξη στην Κατερίνα Μιχάηλου.
«Το ένιωθα ότι θα έχει επιτυχία το κάμπινγκ, αλλά όχι σε τόσο μεγάλο βαθμό. Ή έστω ένιωθα ότι θα έχει επιτυχία για τους ανθρώπους που αφορούν εμένα, που σκέφτονται όπως σκέφτομαι εγώ, για το κοινό που ήθελα» δηλώνει ο σεναριογράφος της σειράς «Κάμπινγκ» και ηθοποιός Φώτης Γεωργίδης, μιλώντας στο «C» για το επικείμενο φινάλε της πρώτης σεζόν. Ο ίδιος κάνει τον απολογισμό του και αναφέρει ότι κέρδισε το στοίχημα που έθεσε στον εαυτό του. Αν και κουρασμένος, η λάμψη στα μάτια του έδειχνε ότι η φετινή σεζόν του έδωσε πολλά. Κυρίως ανθρώπους με τους οποίους μοιράστηκε το όραμά του και μαζί έφτασαν στο επιθυμητό αποτέλεσμα.
«Έζησα την πιο δύσκολη χρονιά από τον καιρό που ξεκίνησα την καριέρα μου, αλλά βγήκαμε όλοι πιο ορεξάτοι για του χρόνου και ανταμειφθήκαμε από την ανταπόκριση του κόσμου.»
Πως κύλησε αυτή η χρονιά για σένα;
Ενώ στην αρχή ξεκινήσαμε όλοι πάρα πολύ μουδιασμένοι, στην πορεία σε σύντομο χρονικό διάστημα σχετικά, καταφέραμε και γίναμε μία οικογένεια και όσα προβλήματα κι αν δημιουργούνταν, πάντα το τελευταίο λεπτό βρίσκαμε τη λύση και όλα πηγαίναν καλά μέχρι την επόμενη αναποδιά. Βέβαια όλος αυτός ο συνεχής αγώνας μου έφερε σωματική και πνευματική κούραση γιατί έπρεπε αυτό που έχω μέσα στο μυαλό μου να το μεταδώσω σε εκείνον όλο τον κόσμο, να φεύγω και να είμαι ήσυχος ότι γίνεται η δουλειά σωστά. Κι αυτό όντως γινόταν, σε κάποια φάση όμως, κάτι άλλο πρόκυπτε πιο δύσκολο από το προηγούμενο και έπρεπε να γίνει ξανά το ίδιο. Αυτό γινόταν καθ’ όλη τη διάρκεια της σεζόν. Οπότε ναι νομίζω ότι έζησα την πιο δύσκολη χρονιά από τον καιρό που ξεκίνησα την καριέρα μου, αλλά βγήκαμε όλοι πιο ορεξάτοι για του χρόνου και ανταμειφθήκαμε από την ανταπόκριση του κόσμου.
Πού οφείλεται η επιτυχία της σειράς;
Καταρχάς κάθε φορά που κάνω ένα πρότζεκτ ξέρω από πριν, αν θα έχει επιτυχία ή όχι. Το ένιωθα ότι θα έχει επιτυχία το κάμπινγκ, αλλά όχι σε τόσο μεγάλο βαθμό. Ή έστω ένιωθα ότι θα έχει επιτυχία για τους ανθρώπους που αφορούν εμένα, που σκέφτονται όπως σκέφτομαι εγώ, για το κοινό που ήθελα. Το γεγονός ότι είχε πιο μεγάλη απήχηση απ’ ότι περίμενα, θεωρώ ότι οφείλεται στην πίστη. Όταν έχεις πίστη για εκείνο που κάνεις, σε ένα βαθμό θα πετύχει. Θα βρει ανταπόκριση. Συν τοις άλλοις, εμείς φτιάξαμε ωραίους χαρακτήρες, οι οποίοι είχαν πάρα πολλή συνέπεια και πάρα πολλή αλήθεια. Θυσίασα πολλά αστεία, πολλές ατάκες, πολλές κωμικές σκηνές για να έχω αυτό το αποτέλεσμα γιατί πίστευα ότι όλα τα παραπάνω μπορούσαν να μου χαλάσουν έστω στο ελάχιστο τη συνέπεια του χαρακτήρα, ή της σκηνής που ήθελα να δώσω. Νομίζω αυτή η πειθαρχεία που κράτησα όσο αφορά το σενάριο και τους χαρακτήρες, λειτούργησε προς όφελος της σειράς, σε βάθος χρόνου.
«Το φινάλε τελειώνει με έναν τρόπο φαινομενικά λυτρωτικό για τους χαρακτήρες, ώσπου στα τελευταία δύο λεπτά του επεισοδίου μένουν όλα στον αέρα…»
Πως τελειώνει η σεζόν για τη σειρά;
Τελειώνει με ένα τρόπο που λες δεν υπάρχει λόγος να δω τη δεύτερη σεζόν. Θα μπορούσε να τελειώσει στην πρώτη σεζόν αλλά εγώ όταν ξεκίνησα να το γράφω ξεκίνησα από το τέλος της σειράς, το τέλος της δεύτερης σεζόν δηλαδή κι έρχομαι πίσω- πίσω. Το φινάλε της πρώτης σεζόν λοιπόν, σίγουρα τελειώνει με έναν τρόπο φαινομενικά λυτρωτικό για τους χαρακτήρες, ώσπου στα τελευταία δύο λεπτά του τελευταίου επεισοδίου μένουν όλα στον αέρα. Γίνεται κάτι ξαφνικό που αφήνει όλους τους χαρακτήρες στο κάμπινγκ εκτεθειμένους.
Πως βρίσκει τον Ιορδάνη το φινάλε;
Ο Ιορδάνης ενώ έχει φέρει τα πάντα βόλτα και τα κατάφερε την τελευταία στιγμή, να ξεπλύνει τα λεφτά που έπρεπε να ξεπλύνει, να τακτοποιήσει τις υποθέσεις του και θεωρεί ότι είναι έτοιμος να κάνει μία επανεκκίνηση και να ξεκινήσει από το μηδέν σε μία πιο νόμιμη βάση, γίνεται κάτι και μένει εκτεθειμένος κι αυτός και η οικογένειά του. Όλοι πάνω κάτω είναι στην ίδια μοίρα, άλλοι παραπάνω, άλλοι λιγότερο. Όλοι έχουν λερωμένη τη φωλιά τους και κρέμονται από μία πολύ λεπτή κλωστή.

Πώς θα αρχίσει η δεύτερη σεζόν;
Θα αρχίσει με ένα άδειο κάμπινγκ... Η δεύτερη σεζόν θα διαδραματίζεται λίγο εκτός και θα έχει περισσότερη δράση.
Πώς προέκυψε η ιδέα της σειράς;
Είχα πάει το 2011 στο κάμπινγκ για διακοπές με την οικογένειά μου και το είδα όπως είναι σήμερα, δεν άλλαξε κάτι. Είδα μία άλλη εποχή, μια πραγματικότητα που από μόνη της είναι διαφορετική, ένα έτοιμο σκηνικό και σκέφτηκα αμέσως ότι εδώ πρέπει να γυριστεί μία σειρά. Αυτή η ιδέα δεν έφυγε ποτέ από το μυαλό μου, δηλαδή τα τελευταία δέκα χρόνια την κουβαλώ. Μετά ήρθε η ιδέα να κάνω μία σειρά στην οποία οι πρωταγωνιστές να είναι αντιήρωες τους οποίους ο κόσμος θα συμπαθεί. Και άρχισε από τότε να γυροφέρνει στο μυαλό μου το ξέπλυμα που γίνεται στην Κύπρο. Πολλοί μου λένε ότι επηρεάστηκα από το ORZAK. Έχω δει τους δύο κύκλους της σειράς, είναι πολύ καλή, αλλά δεν τους φτάνουμε. Κατά τη γνώμη μου δεν έχει καμία σχέση, είναι άλλοι χαρακτήρες. Ίσως να επηρεάστηκα υποσυνείδητα και να μην το καταλαβαίνω εγώ, γιατί πολλές φορές πιάνω τον εαυτό μου να γράφει μια σκηνή και να σκέφτεται από πού ήρθε η έμπνευση. Ακολούθως πάντρεψα την ιδέα αυτή με το Κάμπινγκ κι έτσι κι έγινε.
Ο κόσμος σε έχει συνδέσει πιο πολύ με την κωμωδία. Γιατί επέλεξες να γράψεις μια σειρά μυστηρίου και όχι μια καθαρή κωμωδία;
Δεν ξέρω πώς μου κολλήθηκε η ταμπέλα ότι είμαι κωμικός ηθοποιός. Εμένα το στοιχείο που με ενδιαφέρει ως τηλεθεατής, είναι αυτό. Δεν μου αρέσουν πολύ οι κωμωδίες, γελώ πάρα πολύ δύσκολα μ’ αυτές. Ως τηλεθεατής προσπάθησα να κάνω μια σειρά που θα έβλεπα εγώ, γι’ αυτό μου προέκυψε αβίαστα και το περίεργο χιούμορ του Θαλή, του Λεύκου κ.λπ. Δεν προσπαθώ να γράψω κωμικά, προσπαθώ να πω μια ιστορία και εάν προκύψουν κάποιες αστείες φάσεις μέσω των χαρακτήρων, καλώς.

Ήταν εύκολο να αποχωριστείς τον συνεργάτη σου Λώρη;
Με τον Λώρη δουλεύουμε χρόνια μαζί και στο θέατρο και την τηλεόραση, αλλά δεν θεωρήσαμε ποτέ ότι ο ένας κρατά τον άλλο. Δηλαδή ο Λώρης μπορεί να κάνει τα πράγματα που θέλει, εγώ παράλληλα έκανα τα πράγματα που ήθελα, τις παραστάσεις μου κλπ. Ταίριαξε και κάναμε και τηλεόραση μαζί γιατί υπάρχει μία άψογη καλλιτεχνική συνεννόηση μεταξύ μας, οπότε δέσαμε. Ωστόσο εγώ θεώρησα ότι κλείνει ένας κύκλος ξεκινά κάτι άλλο και ήρθε η ώρα να κάνω κάτι διαφορετικό που έχω μέσα στο μυαλό μου.
Πώς αισθάνεσαι που θα παίζετε απέναντι με τη νέα σεζόν;
Ο ΑΝΤ1 σαν σταθμός έχει το κοινό του, έχει μία δυναμική, ο Λώρης έχει το κοινό του στις σειρές που κάνει τόσα χρόνια. Εγώ δεν έχω το κοινό μου. Τώρα το χτίζω ως Φώτης με το είδος που επέλεξα να ασχοληθώ. Είμαι σίγουρος ότι θα είναι πάρα πολύ καλή η σειρά του Λώρη γιατί δεν αφήνει τα πράγματα στην τύχη και ο κόσμος θα περιμένει να ξεκινήσει πώς και πώς. Από την άλλη όσον αφορά το Κάμπινγκ δημιουργήθηκε ένα κοινό το οποίο επιλέγει κυρίως να βλέπει τη σειρά μετά την προβολή των επεισοδίων, διαδικτυακά, οπότε σίγουρα δεν θα έρθω να συναγωνιστώ τον Λώρη. Εγώ νομίζω ότι το στοίχημα που έβαλα στην αρχή το κέρδισα, δηλαδή οι έφηβοι μας, που είναι το πιο δύσκολο κοινό. Έχουν δει πράγματα και θαύματα και επιλέγουν να δουν κυπριακή σειρά. Αυτοί είναι οι μελλοντικοί μας θεατές, οπότε χτίζω πάνω σε αυτούς γιατί αυτούς μπορείς να τους φέρεις και στο θέατρο.
«Ο έρωτάς μου ο μεγάλος είναι οι ηθοποιοί. Αγαπώ πάρα πολύ όλους του συναδέλφους μου, γιατί γνωρίζω τι βιώνει κάποιος για να καταφέρει να αποδώσει έναν ρόλο.»
Ποιο άλλο στοίχημα θεωρείς ότι κέρδισες ως σεναριογράφος;
Θεωρώ ότι κατάφερα να κάνω τους συναδέλφους μου, τους ηθοποιούς, να θέλουν να έρχονται στο γύρισμα και να μου λένε ότι μπορεί να μην κάνουν θέατρο φέτος, αλλά τους γεμίζει το «Κάμπινγκ». Φτιάξαμε μία οικογένεια μέσα στο κάμπινγκ. Ο ένας τρέχει και καλύπτει τα λάθη του άλλου κι αυτό δεν το πίστευα ποτέ ότι θα μπορούσα να το ζήσω σε μία παραγωγή. Ηθοποιοί και συνεργείο είμαστε ένα. Έρχονται ηθοποιοί χωρίς να έχουν γύρισμα στο κάμπινγκ για να μας δουν και το γεγονός ότι όλοι οι συνάδελφοι μου στέλνουν μήνυμα και θέλουν να παίξουν στο κάμπινγκ είναι πολύ συγκινητικό για μένα. Γιατί οι ηθοποιοί είναι πάρα πολύ δύσκολο κοινό. Είδαν τόσα πράγματα, διάβασαν άλλα τόσα, έπαιξαν τόσα έργα. Εμένα αυτό μου δίνει πολύ μεγάλη χαρά, γιατί ο έρωτάς μου ο μεγάλος είναι οι ηθοποιοί. Αγαπώ πάρα πολύ όλους του συναδέλφους μου, γιατί γνωρίζω τι βιώνει κάποιος για να καταφέρει να αποδώσει έναν ρόλο.

«Δεν χρειάζεσαι καλούς ηθοποιούς για να κάνεις μία σειρά, αλλά έξυπνους. Εγώ είχα και καλούς και έξυπνους ηθοποιούς.»
Σε φαντάζεσαι μόνο ως σεναριογράφο και όχι ως ηθοποιό;
Είναι δύο ξεχωριστά πράγματα. Το κομμάτι της υποκριτικής είναι μεγάλη απόλαυση για μένα, όταν έχω να κάνω μόνο αυτό. Τώρα που κάνω και τα δύο δυσκολεύομαι να το διαχειριστώ η αλήθεια είναι, γιατί ενώ παίζω έχω τ’ αυτιά μου και τα μάτια μου ανοιχτά και βλέπω πράγματα που θα ήθελα να γίνουν αλλιώς για παράδειγμα. Νομίζω ότι δεν χρειάζεσαι καλούς ηθοποιούς για να κάνεις μία σειρά. Χρειάζεσαι έξυπνους ηθοποιούς. Εγώ είχα και καλούς και έξυπνους ηθοποιούς. Γιατί είναι όλοι καλοί, τους έχω δει σε παραστάσεις, τους θαυμάζω και κατάλαβα ότι ήταν απόλυτα δεκτικοί να ακούσουν αυτό που έχω να τους πω. Κι αυτό ξέρεις σε συγκινεί, το να έχεις έναν ηθοποιό απέναντί σου που ενώ είναι καλύτερος από σένα, δέχεται τις οδηγίες σου με πολύ μεγάλη προθυμία.