«Το βιβλίο καταγράφει την ιστορία της οικογένειάς μου, από την περίοδο όταν οι παππούδες μου άρχιζαν να φτιάχνουν τη ζωή τους μέχρι την περίοδο που τελείωνε η παιδική μου ηλικία, δηλαδή στα τέλη της δεκαετίας του 1950», λέει η κυρία Λούλα Λόρδου Ιωνίδου για το καινούργιο της βιβλίο «Το γαϊτανάκι της μνήμης» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Κύτταρο.
Τι σας ώθησε να γράψετε αυτό το βιβλίο;
Το βιβλίο δεν γράφτηκε τώρα. Άρχισε να γράφεται εδώ και αρκετό καιρό υπό τύπον σημειώσεων, όταν διαπίστωσα ότι ο γυρισμός στην πατρογονική εστία θα αργούσε. Θέλησα να δώσω χαρά και ευχαρίστηση στον αναγνώστη. Θέλησα να μοιραστώ τη γνώση μιας ενδιαφέρουσας ζωής, όπως την έζησε ένα παιδί τη δεκαετία του 1950. Θέλησα να δώσω την ευκαιρία σε όσους έζησαν την τότε εποχή να γυρίσουν τον χρόνο πίσω και να την «ξαναζήσουν». Το γράψιμο είναι θεραπευτικό. Έβγαιναν από την ψυχή μου οι όμορφες, κυρίως, αναμνήσεις, που σιγά – σιγά άρχισαν να με πνίγουν. Ξεχείλισε το «κουτί των όμορφων αναμνήσεων», όπως το ονόμαζα, και κατάλαβα ότι ήρθε η ώρα να τις μεταφέρω προσεκτικά, αποτυπώνοντάς τες με λόγια στον υπολογιστή. Έτσι γεννήθηκε «Το γαϊτανάκι της μνήμης», που γράφτηκε με πολύ μεράκι, για να επουλώσει πρώτα τις δικές μου πληγές.
Θεώρησα ότι έπρεπε να καταγραφούν όλα αυτά, για να μην ξεχαστεί ποτέ η διαφορετική εκείνη ζωή που οι κάτοικοι της πόλης και της επαρχίας μας έζησαν τις δεκαετίες του 1940 και του 1950. Φεύγοντας η δική μου γενιά, θα χαθούν οι εμπειρίες και οι γνώσεις που ο κάθε ένας από εμάς κουβαλά από μια άλλη εποχή. Για αυτό επιβαλλόταν να καταγράψω τις δικές μου αναμνήσεις πριν ξεθωριάσει τελείως η μνήμη. Γιατί ο χρόνος είναι αδυσώπητος.

Τι έχει να προσφέρει στον αναγνώστη το βιβλίο σας;
Το βιβλίο καταγράφει την ιστορία της οικογένειάς μου, από την περίοδο όταν οι παππούδες μου άρχιζαν να φτιάχνουν τη ζωή τους μέχρι την περίοδο που τελείωνε η παιδική μου ηλικία, δηλαδή στα τέλη της δεκαετίας του 1950. Η επαγγελματική πορεία του πατέρα μου, Γεώργιου Λόρδου, κατέχει μια σημαντική θέση στο βιβλίο. Περιγράφω την καθημερινότητά μας στο σπίτι και στο σχολείο, τα παιχνίδια με τα αδέλφια, τα ξαδέλφια και τα γειτονόπουλα, τα δικά μου συναισθήματα και τον τρόπο που έβλεπα τον κόσμο. Πλείστα ονόματα συγγενών, φίλων και γνωστών παρελαύνουν μέσα στις σελίδες του βιβλίου, ενώ πολλές φωτογραφίες της οικογένειάς μου, των συγγενών και των φίλων μας, από το Βαρώσι, τον Άγιο Σέργιο, την Καντάρα και αλλού, το κοσμούν.
Το βιβλίο δίνει, πιστεύω, συγχρόνως και μια καλή εικόνα της εποχής. Έχει μέσα του ιστορικά, κοινωνιολογικά και λαογραφικά στοιχεία. Υπάρχουν αναφορές για μνημεία, εκκλησίες και μοναστήρια του τόπου μας. Υπάρχουν αναφορές για σημαντικές προσωπικότητες της εποχής, κυρίως της Αμμοχώστου. Περιγράφω το πώς η δική μου οικογένεια και οι υπόλοιποι Βαρωσιώτες βίωσαν την περίοδο της ΕΟΚΑ. Μέσα από τη δική μου βιογραφία αναδύονται στοιχεία για τη ζωή τότε, για τα παιχνίδια που έπαιζαν τα παιδιά, για τον τρόπο διασκέδασης των ανθρώπων, για τις συνήθειές τους, για τις εκδρομές τους, για τις σχέσεις μεταξύ γειτόνων και συγχωριανών. Περιγράφω, ακόμα, ήθη και έθιμα του τόπου μας και τις φυσικές ομορφιές της Κύπρου. Σημαντική επίσης θέση στο βιβλίο κατέχουν οι ασχολίες των ανθρώπων τής τότε εποχής, όπως η βαμβακοκαλλιέργεια, η μεταξοκαλλιέργεια, το επάγγελμα του παπλωματά και του γανωματή, ασχολίες άγνωστες στους νέους σήμερα.
Είναι ένα βιβλίο για το Βαρώσι μόνο;
Είναι ένα βιβλίο για όλη την Κύπρο. Η δική μου παιδική διαδρομή περνά από πολλά μέρη του νησιού μας και φωτογραφίζει τη φύση και τους ανθρώπους του. Από την Πάφο μέχρι τον Απόστολο Ανδρέα. Η Μεσαορία και τα χωριά της επαρχίας Αμμοχώστου περιγράφονται πιο εμφαντικά. Ιδιαίτερη αναφορά κάνω για τον Άγιο Σέργιο, το χωριό της μητέρας μου, και την Καντάρα, τον τόπο όπου κάναμε τις καλοκαιρινές μας διακοπές. Η ζωή των ανθρώπων στα δύο αυτά μέρη, οι ασχολίες τους, η διασκέδασή τους, οι σκανδαλιές των παιδιών. Εκ των πραγμάτων, όμως, το Βαρώσι κατέχει την πιο σημαντική θέση στο βιβλίο μου. Είναι ο τόπος όπου δραστηριοποιήθηκε επαγγελματικά και πέτυχε ό,τι πέτυχε ο πατέρας μου, που γεννήθηκα εγώ και τα αδέλφια μου, που ζήσαμε την παιδική μας ηλικία. Προσπάθησα να θυμηθώ όσα πιο πολλά μπορούσα από το Βαρώσι της εποχής που ήμουν παιδί.
Περιγράφω τις γειτονιές και τους ανθρώπους γύρω από την οδό Γελασίου, που ήταν το πρώτο μας σπίτι, και την οδό Ευριπίδου, που ήταν το δεύτερο. Γράφω για τα σχολεία μας -τη Γ’ Αστική, την Α’ Αστική και το Δημοτικό του Αγίου Ιωάννη-, για το Ελληνικό Γυμνάσιο Αμμοχώστου και το πασίγνωστο και σπουδαίο Λύκειο Ελληνίδων. Γράφω για την εκκλησία που πηγαίναμε με τη μητέρα μας τις Κυριακές, αυτή του Άη Γιάννη. Γράφω για τις βόλτες και τα μπάνια στο Φάληρο, στο Ακταίο, μέχρι και τις Κλαψίδες. Η Σαλαμίνα, το Κάστρο του Οθέλλου, το λιμάνι και η Παλιά Αμμόχωστος κρατούν πάντα μια θέση στην καρδιά μου. Στα σινεμά της πόλης βλέπαμε ταινίες της εποχής, ελληνικές και ξένες, και παρακολουθούσαμε παραστάσεις από ελληνικούς θιάσους με ηθοποιούς που θαυμάζαμε: το Χατζηχαμπή, το Ηραίον, το Ολύμπια, το Ιντεάλ, το ΡΙΟ.
Ποια ήταν τότε η σχέση Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων;
Συνυπήρχαν πολύ αρμονικά. Είχαν κοινωνικές και οικογενειακές σχέσεις, καθώς και εμπορικές συναλλαγές, χωρίς να υπάρχει εθνοτικός διαχωρισμός. Στις θρησκευτικές γιορτές και τους γάμους, Ελληνοκύπριοι, Τουρκοκύπριοι, Αρμένιοι, Μαρωνίτες, Λατίνοι, Εβραίοι διασκέδαζαν μαζί. Ήταν φίλοι αγαπημένοι. Στα καφενεία που σύχναζαν οι άνδρες παρευρίσκονταν άτομα κάθε θρησκείας, χωρίς να υπάρχει ίχνος ρατσισμού ή περιφρόνησης. Με την έναρξη του αγώνα της ΕΟΚΑ και τη δημιουργία της αντίστοιχης εθνικιστικής τουρκοκυπριακής οργάνωσης, η κατάσταση άρχισε να αλλάζει. Ο φανατισμός, που οι ηγεσίες των δύο κοινοτήτων καλλιέργησαν, έφερε το μίσος και τη διχόνοια, που διείσδυσαν πλέον στη ζωή τών μέχρι τότε φιλήσυχων Κυπρίων. Ακόμα και τότε, όμως, σε ώρα κινδύνου, ο φίλος που ανήκε στη μια κοινότητα παρείχε καταφύγιο και προστασία στον φίλο και την οικογένειά του της άλλης κοινότητας.
Το βιβλίο βγαίνει στο φως σε μια περίοδο που η Αμμόχωστος είναι στο κέντρο του ενδιαφέροντος των εξελίξεων πάνω στο Κυπριακό. Πώς αισθάνεστε;
Αισθάνομαι όπως κάθε άνθρωπος που βλέπει την πατρίδα του να χάνεται. Απέραντη λύπη, θυμό, αλλά κυρίως απελπισία για την έλλειψη ηγεσίας με όραμα, ευθυκρισία, αυτοκριτική διάθεση και ικανότητα για συνδιαλλαγή και λήψη αποφάσεων. Τα κερδηθέντα ψηφίσματα μάς οδήγησαν στην προσδοκία ότι κάτι καλό θα συνέβαινε και ζούσαμε με την ελπίδα της επιστροφής. Τα ψηφίσματα όμως δεν εφαρμόζονται από μόνα τους. Διεκδικείται η εφαρμογή τους δυναμικά. Τώρα η ελπίδα θάφτηκε στο Βαρώσι. Η τουρκική πλευρά ξέρει να περιμένει ώσπου να εξελιχθεί μια προσωρινή κατάσταση σε τετελεσμένο γεγονός. Η δική μας πλευρά είναι ουραγός στα γεγονότα. Οι Βαρωσιώτες είναι απελπισμένοι. Ενώ χάνεται οριστικά η πόλη μας, η πολιτική ηγεσία στο σύνολό της παραμένει απαθής. Μάλλον δεν θέλει ή δεν έχει την ικανότητα να αντιδράσει δυναμικά και με τον σωστό τρόπο.
Σε ποιους αφιερώνετε το βιβλίο σας;
Το αφιερώνω στις γενιές που έφυγαν. Γιατί είναι αυτοί οι άνθρωποι που πάλεψαν με τις αντιξοότητες των καιρών εκείνων και κράτησαν τη γη μας, για να την παραδώσουν στις γενιές που θα ακολουθούσαν. Άξιοι άνθρωποι, προοδευτικοί, ακούραστοι, που τους ένωνε ο σεβασμός, η αξιοπρέπεια και η αγάπη για τον τόπο τους, για την οικογένειά τους και τους συγχωριανούς τους. Με άρρηκτους δεσμούς φιλίας και συγγένειας μεταξύ τους, σμίλεψαν την ψυχή και τον χαρακτήρα των απογόνων τους. Πρέπει να πω ότι στο σπίτι που μεγάλωσα εγώ και τα αδέλφια μου, στη δική μας οικογένεια δηλαδή, δεν άκουσα να μιλήσει κανένας υποτιμητικά για κάποιον συνάνθρωπό μας ή να θεωρήσει κάποιον κατώτερο λόγω της καταγωγής, της θρησκείας, της διαφορετικής γλώσσας και του χρώματος του δέρματός του. Είμαι περήφανη που είχα τέτοιους γονείς. Σε όλους αυτούς τους πρόγονούς μου οφείλω βαθιά ευγνωμοσύνη και σε αυτούς αρμόζει να αφιερώσω το βιβλίο μου!
Πού μπορεί κάποιος να βρει το βιβλίο σας;
Μπορεί κάποιος να προμηθευτεί το βιβλίο από τις εκδόσεις Κύτταρο, τηλ. 99557677, και στα πιο κάτω βιβλιοπωλεία.
Λευκωσία: Πάργα και Σολώνειο
Λεμεσός: Κ. Π. Κυριάκου, Kyriacou Bookshops και Venelio
Λάρνακα: Πάργα και Academic & General Bookshop
Πάφος: Πάργα