Η Άντρη Ζάκου από το 1976 κατοικεί «προσωρινά», συνηθίζεται να λέγεται στο εθνικό αφήγημα, στον προσφυγικό συνοικισμό του Αγίου Αθανασίου. Εργάζεται ως επαγγελματίας υγείας στο Ιατρικό Κέντρο Λινόπετρας και από τον Δεκέμβριο του 2011 είναι δημοτικός σύμβουλος με το ΑΚΕΛ. «Κατάγομαι από το όμορφο Τρίκωμο, το κεφαλοχώρι της Μεσαρκάς. Ο πατέρας μου αγνοούμενος και η μάνα, ο παππούς και η θεία να παλεύουν να μεγαλώσουν τα τρία ορφανά του πολέμου», μας εξομολογείται στο politis.com.cy.
Τελικά το 2018, μετά από 42 χρόνια, την ενημέρωσαν ότι βρέθηκε ένας ομαδικός τάφος. «Πήγαμε στο Ινστιτούτο για την αναγνώριση των οστών και μετά από ένα μικρό πρόλογο για τις συνθήκες θανάτου του μας οδήγησαν σε ένα δωμάτιο, μας έδειξαν ένα σκελετό και μας είπαν ‘αυτός είναι ο πατέρας σας’. Μας άφησαν μόνους στο δωμάτια και είχαμε πέντε λεπτά να τον κλάψουμε και να τον θρυνήσουμε».
«Οι μέρες και οι μήνες περνούν και εμείς ακόμα εδώ, φτιάξαμε ρίζες και κορμούς στον Άγιο Αθανάσιο. Το χωριό έγινε Δήμος», λέει η κα.Ζάκου τονίζοντας ότι «γίναμε ένα με τους αυτόχθονες κατοίκους. Μαζί στο σχολείο, στην εκκλησία, στις κοινωνικές εκδηλώσεις και πολλές φορές και στην εργασία. Μια καθημερινή πάλη επιβίωσης έχοντας πάντα δίπλα μας μια κοινότητα ανοχής, συμπόνιας, στήριξης και συμπαράστασης».
Πως φτάσατε πρόσφυγες στον Άγιο Αθανάσιο;
Όταν ήρθαμε πρόσφυγες στη Λεμεσό μέναμε στα υποστατικά μιας μάντρας ζώων στην Αγία Φύλα. Ένας λειτουργός της επιτροπής για την αποκατάσταση προσφύγων μας επισκέφθηκε μια μέρα στη μάντρα και μας έφερε ένα κλειδί. Αυτό το κλειδί μας άλλαξε την ζωή. Ήταν το κλειδί ενός ολοκαίνουριου σπιτιού στο -τότε- χωριό Άγιος Αθανάσιος. Τα σπίτια εκείνα χτίστηκαν ως εργατικές κατοικίες αλλά μετά τα τραγικά γεγονότα έβαλαν οικογένειες αγνοουμένων προσώπων.
Τι θυμάσαι από την συνοικία που μεγάλωσες;
Θυμάμαι μαυροφορεμένες γυναίκες. Στις αυλές των σπιτιών, μέσα στα σπίτια, στο δρόμο. Όπου κοίταζες ήταν ένα ατελείωτο μαύρο. Φρεσκοπαντρεμένες χωρίς τους άνδρες τους, μεσήλικες και ηλικιωμένες μητέρες, γιαγιάδες να περιμένουν τους δικούς τους.
Γύρω-γύρω από το σπίτι μας ήταν χωράφια με ελιές, χαρουπιές και πρόβατα, θύμιζε λίγο από Μεσαορία. Μετά από τρία χρόνια επεκτάθηκε ο οικισμός και ήρθαν και άλλοι πρόσφυγες.
Οι κάτοικοι του χωριού ήταν «περίεργοι» στην αρχή, για τους παράξενους επισκέπτες, μα συνάμα πολύ φιλόξενοι. Η συμπόνια, η αγάπη και η προσφορά σ’ όλο της το μεγαλείο.
Ο τότε αγροφύλακας, κύριος Παμπής και η κυρία Ελένη, η γυναίκα του, καθημερινά επισκέπτες στο φτωχικό μας, να ακούσουν τον πόνο της μάνας μας και να προσφέρουν μέσα από την καρδιά τους ό,τι και όσο μπορούσαν.
Ποιους να θυμηθώ; Τον κύριο Αγαθάγγελο και την κυρία Μαρούλα, που όποτε πηγαίναμε εκκλησία ή έστω περνούσαμε από εκεί, πάντα ήθελαν να μας προσφέρουν ό,τι είχανε στο καφενείο τους.Ο τότε κοινοτάρχης, ο κύριος Φειδίας Διαμαντής και η κυρία Ξενού, είχανε τα μάτια τους πάντα στα ορφανά. Ο α. Κώστας Σοφιανός, που ερχόταν για τη μέτρηση κατανάλωσης νερού έχοντας πάντα ανοικτή καρδιά, γεμάτη συμπόνια για μας, όντας και ο ίδιος πρόσφυγας.
Στα έγγραφα του σχολείου, επάγγελμα πατρός «αγνοούμενος» μας έβαζαν να δηλώνουμε. Και σας ρωτώ, ποιο παιδί γράφει τέτοιο πράγμα; Υπάρχει επάγγελμα πατρός «αγνοούμενος»;
Το Δημοτικό στεγαζόταν στο σημερινό Πολιτιστικό Κέντρο του Δήμου. Οι δάσκαλοι, οι συμμαθητές και οι γονείς τους φιλόξενοι και πρόθυμοι για κάθε δυνατή βοήθεια και στήριξη. Το στίγμα όμως του πολέμου εκεί και οι πληγές πάντα ανοιχτές.
Συσσίτιο στο σχολείο, γεύμα στο σπίτι, που προσφερόταν πάντα από δωρεές και το απόγευμα το αυτοκίνητο του Ερυθρού Σταυρού, σε κεντρικό σημείο στον Συνοικισμό. Προσφορά ειδών ένδυσης, υπόδησης και ταυτόχρονα, μιας λιτής επίπλωσης του σπιτιού, με τα άκρως απαραίτητα.
Να σου πω την αλήθεια, όχι. Η μάνα μας, ευτυχώς ή δυστυχώς, μας είχε εμφυτεύσει ότι ο πατέρας μας λόγω του ότι πήγε στο πόλεμο και «δύσκολα φεύγεις ζωντανός από εκεί». Δεν μας έλεγε ότι «πήγε στα καράβια ή σε κάποια άλλη χώρα και θα γυρίσει», όπως έλεγαν άλλες μητέρες στα παιδιά τους. Μάλιστα, κάναμε μνημόσυνο πριν να βρεθούν τα οστά.
Η ίδια όμως, περίμενε. Σε ανύποπτο χρόνο μου το εκμυστηρευόταν.
Σχολιάζοντας την πρόταση για «μονοκοινοτική επιτροπή αλήθειας», που έκανε ο δικηγόρος Αχιλλέας Δημητριάδης στην «Πρωινή Επιθεώρηση» με την Κατερίνα Ηλιάδη η κα Ζάκου αναφέρει ότι την βρίσκει σύμφωνη γιατί η κοινή πατρίδα σε μια επανενωμένη Κύπρο μπορεί να χτιστεί μόνο με την αλήθεια, έστω κι αν πονά. «Ναι, θα πονέσει αλλά μόνο τότε θα ρθει η εξιλέωση και θα αποκατασταθεί η συνείδηση μας», υπογραμμίζοντας ότι δεν πρέπει να μας φοβίζει το ‘ξύσιμο πληγών’ γιατί «έτσι θα βγει έξω ‘το μολυσμένο αίμα’. Πρέπει να φύγουμε από τη συσκότιση με κάθε κόστος. Απαιτούμε και προσδοκούμε να μάθουμε την αλήθεια για τις 15, 20 Ιουλίου και την 14η Αυγούστου. Οι δύο μονοκοινοτικές επιτροπές μπορούν να δουλεύουν ταυτόχρονα και στο τέλος να γίνει δικοινοτική, ούτως ώστε να επιτευχθεί η ειρηνική συνύπαρξη. Πάνω σε στέρεες βάσεις, πάνω στην αλήθεια»