Ως «ανυπόστατο σενάριο» χαρακτηρίζουν διπλωματικές πηγές και πηγές από το Υπουργείο Άμυνας, τις πληροφορίες που μεταδίδονται από τουρκικά εθνικιστικά Μέσα Ενημέρωσης περί επικείμενης, δραματικής αύξησης του κατοχικού στρατού στην Κύπρο.
Αναλυτικότερα, μιλώντας στον «Π», στρατιωτική πηγή εξέφρασε «με βεβαιότητα» τη θέση ότι «δεν τίθεται τέτοιο ζήτημα και όσοι το προβάλλουν παραπλανούν την κοινή γνώμη. Οι αριθμοί είναι γνωστοί. Τριάντα χιλιάδες στρατιώτες παραμένουν στο κατεχόμενο τμήμα του νησιού και ως εκ τούτου, η Τουρκία, με τον δεύτερο μεγαλύτερο στρατό του ΝΑΤΟ, λίγα χιλιόμετρα μακριά από τις ακτές της Κύπρου, δεν έχει κανένα λόγο να φορτώσει το νησί με άλλες δεκάδες χιλιάδες στρατιώτες».
Πάντως, διπλωματική πηγή διεμήνυσε ότι η Κυπριακή Δημοκρατία έχει τη δυνατότητα να γνωρίζει τι συμβαίνει στην κατεχόμενη περιοχή, προσθέτοντας ότι «οι αρμόδιες υπηρεσίες ξέρουν πόσοι εισέρχονται και πόσοι εξέρχονται των κατεχομένων». Παρά τις αδυναμίες και το μικρό μέγεθος της χώρας, τα διαθέσιμα μέσα επιτρέπουν παρακολούθηση και ακριβή εκτίμηση.
Παράλληλα, αρμόδια πηγή απέρριψε το ενδεχόμενο η συζήτηση περί αύξησης του κατοχικού στρατού να αποτελεί την απάντηση της Τουρκίας στην αναβάθμιση της Εθνικής Φρουράς. Πιο συγκεκριμένα, δίνοντας το στίγμα της προσέγγισής της, διπλωματική πηγή κατέστησε σαφές ότι «τα δημοσιεύματα που μιλούν για διπλασιασμό των τουρκικών στρατευμάτων δεν πατούν σε καμία βάση και δεν συνδέονται με τις κινήσεις της Κυπριακής Δημοκρατίας. Η ΕΦ αναβαθμίζεται στο πλαίσιο της στρατηγικής αποτροπής και της διεθνούς αξιοπιστίας, όχι για να ανταγωνιστεί σαράντα χιλιάδες στρατιώτες κατοχής. Ο στόχος είναι να είμαστε σε θέση να προστατεύσουμε την κυριαρχία μας, όχι να μπούμε σε αριθμητική αντιπαράθεση με την Τουρκία».
«Πρακτικές δυσκολίες»
Την ίδια ώρα, αρμόδιες πηγές επεσήμαναν και τις πρακτικές δυσκολίες μιας τέτοιας προσπάθειας από πλευράς Τουρκίας, καθώς «ακόμη κι αν ήθελε η Άγκυρα να στείλει ακόμα πενήντα χιλιάδες στρατιώτες στα κατεχόμενα, τίθεται το απλό ερώτημα πού θα εγκατασταθούν και πώς θα αξιοποιηθούν. Η ίδια η λογική αποκλείει μια τέτοια εξέλιξη».
Μάλιστα, διπλωματική πηγή ανέδειξε άλλη μια παράμετρο λέγοντας ότι συμβαίνει και το αντίστροφο, καθώς «δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι ακόμη και στο Κραν Μοντανά, όταν τέθηκε το ζήτημα της αποχώρησης του κατοχικού στρατού, οι Τούρκοι αντέτειναν, μεταξύ άλλων, πως είναι δύσκολη η άμεση αποχώρηση του κατοχικού στρατού από την Κύπρο καθώς θα ήταν δύσκολη η άμεση απορρόφησή του από τον τουρκικό στρατό και τις υποδομές της Τουρκίας».
Προς αυτή την κατεύθυνση, αναδεικνύοντας το αυτονόητο, πηγή από το Υπουργείο Άμυνας, ανέφερε ότι «ο πραγματικός στόχος της Κυπριακής Δημοκρατίας δεν είναι η σύγκρουση με την Τουρκία καθώς όσο κι αν εξοπλιστείς, δεν μπορείς να αναμετρηθείς με έναν τέτοιο στρατό. Η στρατηγική μας άπτεται της αποτροπής και της προστασίας της κυριαρχίας μας».
«Αυτοκτονία» η συγκέντρωση 100.000 στρατιωτών
Διαφωτιστικός ως προς τα σενάρια που διακινούνται σε τουρκικά Μέσα Ενημέρωσης περί ενδεχόμενου διπλασιασμού του κατοχικού στρατού στα κατεχόμενα, αλλά και ως προς το πραγματικό στρατιωτικό και επιχειρησιακό πλαίσιο γύρω από την παρουσία της Τουρκίας στην Κύπρο, εμφανίστηκε μιλώντας στον «Π» ο στρατηγός ε.ά. Ανδρέας Πενταράς.
Πιο συγκεκριμένα, ο στρατηγός χαρακτήρισε «αστείο» το σενάριο για αύξηση του αριθμού των Τούρκων στρατιωτών στην Κύπρο σε 100.000. Εξήγησε ότι από καθαρά στρατιωτική σκοπιά κάτι τέτοιο θα ήταν καταστροφικό για την ίδια την Τουρκία, καθώς η έννοια της διασποράς δυνάμεων είναι κρίσιμη για την επιβίωση ενός στρατεύματος στο πεδίο.
Όπως σημείωσε, «ήδη, με απόφαση του ΟΗΕ, τα κατεχόμενα εδάφη της Κύπρου θεωρούνται το πλέον στρατιωτικοποιημένο μέρος στον κόσμο». Η υπερβολική συγκέντρωση στρατιωτών σε τόσο μικρή γεωγραφική περιοχή, ιδίως στην εποχή των όπλων ακριβείας, θα σήμαινε ότι με μια βολή πυροβολικού ή μια αεροπορική επιχείρηση θα μπορούσαν να προκληθούν τεράστιες απώλειες.
«Θα ήταν σαν να μην χρειάζεται καν να στοχεύσουν τα πυροβόλα ή τα αεροπλάνα μας. Ο στόχος θα βρίσκεται μπροστά τους, λόγω της υπερσυγκέντρωσης δυνάμεων», είπε χαρακτηριστικά.
Μείωση, όχι αύξηση
Αντιθέτως, ο στρατηγός υπενθύμισε ότι η Άγκυρα στο παρελθόν είχε αποσύρει δυνάμεις από την Κύπρο για να ενισχύσει τις επιχειρήσεις της στη Συρία. Αυτό, όπως υπογράμμισε, αποδεικνύει ότι δεν υφίσταται τάση ενίσχυσης, αλλά μάλλον αναδιάταξης και περιοδικής αραίωσης των κατοχικών δυνάμεων.
Αυτό που γίνεται εδώ και καιρό, μας λέχθηκε από στρατιωτική πηγή, είναι η αναβάθμιση των υποδομών στα κατεχόμενα, με έμφαση την αεροπορική βάση για drones στο Λευκόνοικο. Επίσης δεν αποκλείεται να ξεκινήσει η δημιουργία της ναυτικής βάσης στην περιοχή της Αμμοχώστου.
Η τουρκική προπαγάνδα
Όσον αφορά την προέλευση των σεναρίων, ο στρατηγός Πενταράς θεωρεί ότι σχετίζονται με δημοσιεύματα εθνικιστικών κύκλων στην Τουρκία, τα οποία ενδεχομένως αντλούν έμπνευση από αναλύσεις τρίτων, όπως πρόσφατο άρθρο Ισραηλινού αναλυτή που έκανε λόγο για μελλοντική «επιχείρηση απελευθέρωσης» των κατεχομένων από το Ισραήλ. «Φαντασίωση πάνω στη φαντασίωση», είπε με έμφαση.
Το ήδη υπερστρατιωτικοποιημένο καθεστώς των κατεχομένων δεν μπορεί να δεχθεί περαιτέρω ενίσχυση χωρίς να εκθέσει την Τουρκία σε στρατηγικό μειονέκτημα, επεσήμανε ο στρατηγός. Τα σενάρια περί διπλασιασμού των στρατευμάτων, όπως είπε, είναι περισσότερο εργαλείο προπαγάνδας και εθνικιστικής ρητορικής, παρά ρεαλιστική στρατιωτική επιλογή.
Η προσοχή στις υποδομές
Σε αυτή τη φάση, η προσοχή της Κυπριακής Δημοκρατίας είναι στραμμένη κυρίως στις αμυντικές υποδομές και δευτερευόντως στα οπλικά συστήματα. «Η αεροπορική βάση στην Πάφο και η ναυτική βάση στο Μαρί είναι projects που δίνουν στην Κύπρο κύρος και ρόλο. Ένα μικρό κράτος αποκτά στρατηγική αξία όταν μπορεί να φιλοξενήσει συμμάχους και να στηρίξει επιχειρήσεις σε ώρα κρίσης», είπε διπλωματική πηγή. Επεξηγώντας τη θέση της, ανέφερε ότι «γι’ αυτό οι υποδομές είναι πιο σημαντικές από το αν θα προστεθούν λίγοι ακόμη πύραυλοι στο οπλοστάσιό μας, κάτι που επίσης θα γίνει εντός του επόμενου έτους».
Ειδικότερα σε σχέση με την αεροπορική βάση και τη συνεργασία της Κυπριακής Δημοκρατίας με τις Ηνωμένες Πολιτείες, πηγή από το Υπουργείο Άμυνας ανέφερε ότι «μια αναβάθμιση ύψους δεκαπέντε εκατομμυρίων μετατράπηκε σε ευρύτερο σχέδιο, καθώς η Ουάσινγκτον προωθεί ένα πολύ πιο φιλόδοξο και σύγχρονο πρόγραμμα. Η Λευκωσία μπαίνει σε αυτή τη διαδικασία και αναμένει πολλαπλάσια οφέλη».
«Αστείες αντιδράσεις»
Στο μεταξύ, σχολιάζοντας τις αντιδράσεις από τα κατεχόμενα απέναντι στην αμυντική αναβάθμιση της Κύπρου και στις «προσπάθειες της Κυπριακής Δημοκρατίας και του Ισραήλ για εγκατάσταση συστήματος αεράμυνας στην περιοχή», όπως γράφεται σε τ/κ ΜΜΕ, κυβερνητική πηγή, αφού απάντησε ότι το σύστημα αεράμυνας βρίσκεται ήδη στην Κύπρο, έστειλε το μήνυμα πως «με σαράντα χιλιάδες στρατιώτες κατοχής πάνω στο νησί και την Τουρκία να διαθέτει τεράστιο στρατό ακριβώς απέναντι, είναι αστείο να μιλά κανείς για απειλή κατά των Τουρκοκυπρίων. Η Εθνική Φρουρά είναι η ασπίδα αξιοπρέπειας ενός λαβωμένου κράτους που δεν παραιτείται».
Η ουσία λοιπόν δεν βρίσκεται στα σενάρια και τα φανταστικά νούμερα. Βρίσκεται στην ενίσχυση της αποτρεπτικής ισχύος της Κυπριακής Δημοκρατίας και της Εθνικής Φρουράς, στην αναβάθμιση των βάσεων, στη διεθνή συνεργασία και στην εικόνα μιας Κυπριακής Δημοκρατίας ως αξιόπιστου εταίρου για τους συμμάχους της.