Όταν η ΚPMG παρέδωσε τον Νοέμβριο του 2024 επιχειρησιακό σχέδιο (business plan) στην ΕΤΥΦΑ για το έργο ανάπτυξης τερματικού υποδοχής υγροποιημένου φυσικού αερίου στο Βασιλικό η κυβέρνηση διέθετε ό,τι χρειαζόταν για να «κλειδώσει» την επανεκκίνηση του έργου μετά την αποχώρηση της κινεζικής κοινοπραξίας: αποτύπωση κατάστασης, πλήρη ανάλυση ρίσκων, χρονοδιαγράμματα υλοποίησης με εναλλακτικά σενάρια (επιταχυνόμενο, βασικό, παρατεταμένο) και συγκεκριμένες επιλογές για τη διαγωνιστική στρατηγική - από χωριστά συμβόλαια EPC/FSRU/OM έως ενιαίο μοντέλο BOM (Build-Operate-Maintain) με έναν ανάδοχο. Παρά ταύτα, τους επόμενους μήνες δεν ελήφθησαν αποφάσεις για μια σειρά από αναγκαίες ενέργειες: οι κρίσιμοι διαγωνισμοί (Project Manager, νέος Owner's Engineer, ολοκλήρωση υποδομών, προμήθεια LNG) δεν προχώρησαν, δεν εκπονήθηκε ένας δεσμευτικός οδικός χάρτης και το εργοτάξιο παραμένει κλειστό. Αυτή η ακινησία έχει άμεση επίπτωση στο κόστος του έργου, το οποίο επιβαρύνθηκε με την ανάκληση της ευρωπαϊκής χορηγίας.
Η μελέτη, το περιεχόμενο της οποίας αποκαλύπτει σήμερα ο «Π», δείχνει ότι η ακύρωση της χορηγίας από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν αποτελεί κεραυνό εν αιθρία, καθώς η εκταμίευσή της εξαρτιόνταν και από την πρόοδο των εργασιών. Δηλαδή και να μην υπήρχε η διαπίστωση προβλημάτων στην κατακύρωση του έργου, η χορηγία και πάλι θα χάνονταν λόγω της έλλειψης προόδου στις εργασίες! Ώς τα τέλη του 2024 θα έπρεπε να υπάρξει πιστοποίηση ολοκλήρωσης του έργου, προθεσμία που είχε ήδη ξεπεραστεί.
Τι δεν έγινε
Η μελέτη της KPMG, την οποία κατέχει ο «Π» περιέγραφε με ακρίβεια πώς θα μπορούσε να γίνει η επανεκκίνηση του έργου. Μετά την καταγγελία της σύμβασης (Ιούλιος 2024), η ΕΤΥΦΑ ανέλαβε τον χώρο στο Βασιλικό, με τμήματα του έργου ημιτελή ή εκτεθειμένα σε φθορά και με εκτιμώμενο υπόλοιπο κόστους ολοκλήρωσης €136,5 εκατ. ευρώ (για την πλωτή μονάδα FSRU περίπυ 10 εκατ., προβλήτα jetty/mooring περίπου €68,5 εκατ., επίγεια έργα περίπου €57,5 εκατ.). Η δυνατότητα να συμπιεστεί ο χρόνος υπήρχε μόνο με αντίστοιχο premium κόστους και ισχυρή διοικητική ικανότητα κατά τις εργασίες, αφού πολλαπλοί παράλληλοι διαγωνισμοί απαιτούσαν επαρκές, έμπειρο προσωπικό και αποφασιστική διοίκηση. Όλα αυτά τον Νοέμβριο του 2024.
Στο οικονομικό σκέλος, η ΚPMG προειδοποιούσε ότι το χρηματοδοτικό κενό θα είναι το κεντρικό εμπόδιο. Η συνολική δομή βασιζόταν στην ευρωπαϊκή επιχορήγηση (αρχικά 101,2 εκατ., αναπροσαρμογή σε 99,8 εκατ.), δάνεια EIB/EBRD (150+80 εκατ.) και ίδια κεφάλαια της ΑΗΚ (43 εκατ.), με αντιληφθέντα ήδη τα περισσότερα και διαθέσιμο υπόλοιπο της χορηγίας περί τα 24,1 εκατ. ευρώ υπό αυστηρούς όρους. Η εκτίμηση των πρόσθετων αναγκών ολοκλήρωσης μαζί με λειτουργικές και νομικές εκκρεμότητες έδινε ένα βασικό σενάριο κενού περίπου 179 εκατ. ευρώ που θα έπρεπε να καλυφθεί κατά βάση από κρατική στήριξη, με μεγάλο εύρος διακύμανσης ανάλογα με την έκβαση της διαιτησίας στο Λονδίνο (θετική έκβαση: μείωση μέσω 67,5 εκατ. αποζημίωσης· αρνητική: εκτόξευση με απαίτηση έως 184,5 εκατ.). Η ίδια η μελέτη επισήμαινε ότι χρόνος, νομική αβεβαιότητα και ρυθμιστικές εκκρεμότητες (WACC, RAB) πολλαπλασιάζουν το ρίσκο.
Η ευρωπαϊκή χορηγία
Το πιο ευαίσθητο σημείο ήταν η ευρωπαϊκή χρηματοδότηση από τη CINEA (European Climate, Infrastructure and Environment Executive Agency), καθώς υπήρχαν δύο προϋποθέσεις για εκταμίευση του υπολοίπου:
α) Επαρκής αναγνώριση επιλέξιμων δαπανών ώς το 2023. Η αρχική δέσμευση ήταν 101,2 εκατ. ευρώ, η οποία αναπροσαρμόστηκε σε 99,8 εκατ. ευρώ επειδή τα αναγνωρισμένα κόστη έως το τέλος του 2023 έφτασαν στο 98,6% του στόχου, με αποτέλεσμα αναλογική μείωση της μέγιστης επιλέξιμης χορηγίας.
β) Πιστοποιημένη ολοκλήρωση έως τον Δεκέμβριο 2024. Καθώς η προθεσμία παρήλθε χωρίς ολοκλήρωση, το υπόλοιπο κατέστη πρακτικά αδύνατο να εισπραχθεί χωρίς παράταση. Ταυτόχρονα, η ευρωπαϊκή πλευρά κλιμάκωσε τη νομική αμφισβήτηση, στη σκιά της έρευνας της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας EPPO για τις διαδικασίες ανάθεσης/εκτέλεσης. Το αποτέλεσμα, μετά από τη μη αξιοποίηση του παραθύρου για εξασφάλιση παράτασης και έμπρακτη πρόοδο, ήταν η κοινοτική απόφαση ακύρωσης/ανάκτησης της χορηγίας: η Κύπρος καλείται να επιστρέψει €67,2 εκατ. που εισέπραξε έως τις 6 Νοεμβρίου 2025, με τόκους σε περίπτωση μη έγκαιρης πληρωμής.
Η ακύρωση της ευρωπαϊκής χορηγίας διευρύνει το χρηματοδοτικό κενό. Στο «ήπιο» αρνητικό σενάριο όπου η ανάκτηση της CINEA δεν προκαλεί και τον τερματικό (cross-default) στα δάνεια EIB/EBRD, το πρόσθετο βάρος είναι άμεσο και ταμειακά οδυνηρό, αυξάνοντας την κρατική επιβάρυνση και θέτοντας σε κίνδυνο τη συνέχεια των έργων χωρίς εναλλακτικές πηγές.
Στο «σκληρό» σενάριο όπου η ακύρωση της ευρωπαϊκής χορηγίας πυροδοτεί δικαίωμα άμεσης αποπληρωμής των δανείων, ύψους €217 εκατ., η τρύπα εκτοξεύεται σε κλίμακα που απειλεί τη βιωσιμότητα - η ΚPMG το θεωρούσε χαμηλής πιθανότητας λόγω κρατικών εγγυήσεων, αλλά όχι αδύνατο, ειδικά εάν επιδεινωθούν οι σχέσεις εμπιστοσύνης με τους θεσμικούς δανειστές.
Σε κάθε περίπτωση, η ανάγκη νέου κεφαλαίου καθίσταται μεγαλύτερη, ακριβότερη και δυσχερέστερη.
Η πολιτική αδράνεια είχε και λειτουργικό αντίκτυπο. Το έργο δεν υλοποιείται, αλλά πληρώνονται λογαριασμοί: φύλαξη, ασφάλιση, τεχνικές υπηρεσίες προσωρινής στήριξης/παράδοσης FSRU, νομικές δαπάνες διαιτησίας. Το άθροισμα απομυζά πόρους χωρίς να φέρνει κοντύτερα την εμπορική λειτουργία.
Η δημόσια επιχειρηματολογία επισήμως επιμένει ότι το έργο «θα ολοκληρωθεί», ενώ ανατίθενται κατά καιρούς νέοι τεχνικοί σύμβουλοι για αξιολογήσεις/«gap analysis». Όμως, όπως ειπώθηκε κατ' επανάληψη και στη Βουλή, δεν υπάρχει χειροπιαστό, δεσμευτικό χρονοδιάγραμμα, ούτε πολιτική επιλογή ανάμεσα στις δύο βασικές στρατηγικές υλοποίησης - κι αυτό υπονομεύει κάθε διαπραγμάτευση για παράταση/στήριξη από ευρωπαϊκούς και τραπεζικούς θεσμούς. Οι αντιφάσεις για την τύχη της προβλήτας και οι εισηγήσεις «προσωρινών» εκτροπών της αρχιτεκτονικής του έργου ενισχύουν την αβεβαιότητα για τη συμμόρφωση με τους όρους που συνόδευσαν τις αρχικές εγκρίσεις επιχορήγησης και δανεισμού.
Στο μεταξύ, η χώρα παραμένει χωρίς φυσικό αέριο. Αυτό σημαίνει ακριβότερη ηλεκτροπαραγωγή με βαρέα υγρά καύσιμα, καθυστερήσεις στους περιβαλλοντικούς στόχους και διαρκή έκθεση σε ρήτρες εκπομπών - κρυφό κόστος που πληρώνεται από καταναλωτές και επιχειρήσεις κάθε μήνα που περνά. Εάν το έργο είχε κινηθεί εγκαίρως με βάση το «επιταχυνόμενο» σενάριο, η εκτίμηση ολοκλήρωσης έφθανε ώς το τέλος 2025, ακόμη και στο «βασικό», ορίζοντας ήταν αρχές 2026. Αντ' αυτού, ο απολογισμός είναι η ακύρωση ευρωπαϊκής χορηγίας, ένα διογκωμένο χρηματοδοτικό κενό και μια διαιτησία που παραμένει άγνωστης έκβασης, αφήνοντας τον προϋπολογισμό του έργου χωρίς οροφή.