Η «πτώση» του Φρανσουά Μπαϊρού από τον πρωθυπουργικό θώκο της Γαλλίας, η πέμπτη μέσα σε δύο χρόνια, φέρνει στο μυαλό τα λόγια του Γάλλου προέδρου Σαρλ ντε Γκωλ που κάποτε είχε πει: «Πώς μπορεί κάποιος να κυβερνήσει μια χώρα με 246 ποικιλίες τυριού;». Το χειρότερο, όμως, είναι ότι δεν υπάρχει ρεαλιστική προοπτική υποχώρησης της κρίσης, στην οποία φαίνεται ότι έχει περιέλθει η Γαλλία.
Ο λόγος που η γαλλική κυβέρνηση «έπεσε» αυτή τη φορά, είναι ότι ο Μπαϊρού - όπως και οι πρόφατοι προκάτοχοί του», δεν κατάφερε να περάσει έναν προϋπολογισμό από το κοινοβούλιο.
Πριν από δύο εβδομάδες, είπε στην άκρως διχασμένη εθνοσυνέλευση ότι θα διεξαγόταν ψήφος εμπιστοσύνης στις 8 Σεπτεμβρίου.
Ο Μπαϊρού επιθυμούσε περικοπές δαπανών ύψους 44 δισεκατομμυρίων ευρώ, συμπεριλαμβανομένου του παγώματος του προϋπολογισμού κοινωνικής πρόνοιας και της κατάργησης δύο εθνικών τραπεζικών αργιών. Η πρόθεση ήταν να συγκεντρωθούν οι σκέψεις και να χαλαρώσουν οι κομματικές πεποιθήσεις προς το εθνικό συμφέρον. Αυτό, όμως, δεν λειτούργησε.
Το κοινοβούλιο βρίσκεται σε αδιέξοδο μεταξύ πέντε κύριων ομάδων που φαινομενικά δεν σκοπεύουν να συνεργαστούν, όσο δύσκολη κι αν είναι η κατάσταση.
Αυτά είναι:
- Ο Εθνικός Συναγερμός, με επικεφαλής τη Μαρίν Λε Πεν και τον προστατευόμενό της Ζορντάν Μπαρντέλλα
- Οι σοσιαλιστές με επικεφαλής τον Ολιβιέ Φορ
- Οι Ρεπουμπλικάνοι, συγκρίσιμοι με τους Βρετανούς Συντηρητικούς
- Η άκρα αριστερά υπό τον Ζαν-Λυκ Μελανσόν
- και διάφοροι κεντρώοι, συμπεριλαμβανομένου του Δημοκρατικού Κινήματος του Μπαϊρού και του κόμματος Αναγέννησης του Εμανουέλ Μακρόν.
Το δημογραφικό η βαθύτερη αιτία της κρίσης
Πίσω από την δημοσιονομική κρίση κρύβεται μια βαθύτερη οικονομική και δημογραφική κρίση, όπως αναφέρει ο Independent.
Η γήρανση του πληθυσμού της Γαλλίας και το σχετικά γενναιόδωρο κράτος πρόνοιας που εξακολουθεί να υπάρχει, καθώς και τα προνόμια του ιδιωτικού τομέα που απολαμβάνουν οι μεσαίες τάξεις σε ασφαλείς θέσεις εργασίας, καθιστούν τη χώρα μη ανταγωνιστική και υπονομεύουν τη διεθνή εμπιστοσύνη.
Την ίδια ώρα, οι αποδόσεις των ομολόγων αυξάνονται, δυσοίωνα, υποδηλώνοντας ότι η Γαλλία αντιμετωπίζει προβλήματα αυτοχρηματοδότησης. Η κλίμακα της δημοσιονομικής ανισορροπίας είναι τέτοια που το κόστος εξυπηρέτησης του εθνικού χρέους φτάνει τα 66 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως - περισσότερο από τους προϋπολογισμούς για την άμυνα ή την εκπαίδευση - και ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ ανέρχεται στο 114%. Παράλληλα με όλα αυτά η χώρα αντιμετωπίζει και μια συνεχιζόμενη μεταναστευτική κρίση.
Οι κυβερνήσεις σε όλη την Ευρώπη έχουν αναγκαστεί να αντιμετωπίσουν παρόμοιες κοινωνικές και οικονομικές προκλήσεις, οι οποίες επιδεινώθηκαν σε διαφορετικό βαθμό από τη διάσπαση της παραδοσιακής κομματικής πίστης και την άνοδο ασυμβίβαστων «ανταρτών», κυρίως της άκρας δεξιάς.
Είναι ασφαλής ο Μακρόν;
Σε αντίθεση με τους Βρετανούς πρωθυπουργούς και τους Γερμανούς καγκελάριους, ο Γάλλος πρόεδρος δεν είναι βουλευτής. Λέει ότι θα παραμείνει στο αξίωμα και τυχόν νέες εκλογές θα είναι μόνο για τη νομοθετική εξουσία και όχι για την προεδρία.
Ο Φρανσουά Μπαϊρού και ο Εμανουέλ Μακρόν / Tom Nicholson, Pool Photo via AP, File
Ο Εμανουέλ Μακρόν μπορεί να διαλύσει το κοινοβούλιο αλλά το κοινοβούλιο δεν μπορεί να κάνει κάτι για να τον καθαιρέσει. Άλλωστε, δεν υπάρχει λόγος να παραιτηθεί ο πρόεδρος μέχρι να λήξει η τρέχουσα (δεύτερη) θητεία του το 2027.
Μετά, δεν μπορεί να ξαναθέσει υποψηφιότητα μέχρι το 2032.
Το σύνταγμα θέτει τον Μακρόν σταθερά υπεύθυνο για τις εξωτερικές και αμυντικές υποθέσεις, αλλά εξακολουθεί να χρειάζεται έναν προϋπολογισμό. Εάν τα πράγματα γίνουν ασταθή ή η κυβέρνηση «κλείσει» λόγω έλλειψης κεφαλαίων, αυτό θα μπορούσε να αναγκάσει τον Μακρόν είτε να κυβερνήσει με διατάγματα είτε να διατάξει νέες εκλογές είτε να παραιτηθεί.
Τι θα συμβεί
Ο Μακρόν μπορεί να ζητήσει από το κοινοβούλιο να διορίσει έναν ακόμη πρωθυπουργό και το αδιέξοδο θα συνεχιστεί. Θα μπορούσε να προσπαθήσει να επικαλεστεί το Άρθρο 49 του γαλλικού συντάγματος για να παρακάμψει το κοινοβούλιο, κάτι το οποίο είχε κάνει το 2023 για να επιβάλει την αύξηση των ηλικιακών ορίων συνταξιοδότησης από τα 62 στα 64 έτη, αν και τότε επρόκειτο για ένα κοινοβουλευτικό νομοσχέδιο και η κυβέρνηση κατάφερε να «επιβιώσει» από την ψήφο δυσπιστίας.
Τον περασμένο Ιούνιο, ο Εμανουέλ Μακρόν προκήρυξε πρόωρες βουλευτικές εκλογές απλώς επειδή το κόμμα του είχε υποστεί βαριά ήττα στις ευρωεκλογές και πίστευε ότι θα μπορούσε να νικήσει τη Λεπέν σε μια εγχώρια αναμέτρηση και να επαναβεβαιώσει την εξουσία του. Ήταν ένα στοίχημα που απέτυχε. Έχοντας ήδη χάσει την πλειοψηφία του στις τακτικές βουλευτικές εκλογές του 2022, το κόμμα του υπέστη περαιτέρω βαριές απώλειες και τερμάτισε πίσω από τον ευρύ αριστερό συνασπισμό Νέου Λαϊκού Μετώπου του Φoρ.
Εάν διεξαχθούν νέες εκλογές τώρα, οι πιθανότητες είναι ότι τα κόμματα που υποστηρίζουν τον Μακρόν θα χάσουν ακόμη περισσότερες έδρες και ο Εθνικός Συναγερμός θα ενισχύσει περαιτέρω τη θέση του αν και όχι αρκετά για να κερδίσει την πλειοψηφία.
Έτσι, η απραξία θα συνεχιστεί. Μία απραξία που μόνο από την εφαρμογή εξαιρετικών εξουσιών που έχουν παραχωρηθεί στον Μακρόν από το γαλλικό σύνταγμα.
Η πρώτη πραγματική ευκαιρία για «επανεκκίνηση» της γαλλικής πολιτικής θα έρθει μόνο με προεδρικές εκλογές, είτε πρόωρες από τον Μακρόν είτε τον Απρίλιο του 2027. Παραδόξως, ούτε ο Μακρόν (συνταγματικά) ούτε η Λεπέν (λόγω ποινικής καταδίκης για υπεξαίρεση) θα είναι υποψήφιοι.
Πηγή: cnn.gr / Διαλεκτή Αγγελή