Τη σημασία του ψηφιακού μετασχηματισμού ως βασικού παράγοντα για την επιτυχία και τη διαρκή ανάπτυξη της ανταγωνιστικότητάς τους αναδεικνύει μελέτη που διενήργησε η Ομοσπονδία Εργοδοτών και Βιομηχάνων (ΟΕΒ) για τον ψηφιακό μετασχηματισμό των επιχειρήσεων.
Ωστόσο, όπως κατέδειξε η έρευνα, παρόλο που διαπιστώνεται η ανάγκη για βελτίωση των ψηφιακών δεξιοτήτων του ανθρώπινου δυναμικού, οι επιχειρήσεις δεν αξιοποιούν πλήρως τις ευκαιρίες για εκπαίδευση του προσωπικού τους.
Ειδικότερα, 37% των επιχειρήσεων δηλώνουν ότι σκοπεύουν να προσφέρουν στο προσωπικό τους εκπαίδευση σε ψηφιακές δεξιότητες μόνο όταν υπάρχει ανάγκη. Παράλληλα, ποσοστό 25% απάντησε κάθε έξι μήνες και 14% απάντησε μια φορά τον χρόνο.
Πάντως, τα αποτελέσματα της μελέτης αναδεικνύουν ότι οι κυπριακές επιχειρήσεις αναγνωρίζουν τα οφέλη που μπορεί να τους προσφέρει ο Ψηφιακός Μετασχηματισμός, όμως καταγράφουν τρία εμπόδια για να την πετύχουν: το κόστος μια τέτοιας μετάβασης, ο χρόνος υλοποίησης και εφαρμογής της καθώς και οι ραγδαία μεταβαλλόμενες τεχνολογικές εξελίξεις παίζουν ανασταλτικό ρόλο.
Παράλληλα, ποσοστό 55,2% των ερωτηθέντων θεωρεί το επίπεδο των ψηφιακών δεξιοτήτων του προσωπικού της επιχείρησής του ως καλό, ενώ 24,8% ως μέτριο. Εξάλλου, ποσοστό 11% έκρινε το επίπεδο των ψηφιακών δεξιοτήτων του προσωπικού του ως άριστο.
Όσον αφορά τους κυριότερους λόγους για τους οποίους κρίνουν ότι το προσωπικό χρειάζεται ψηφιακές δεξιότητες, 58,1% απάντησε την αύξηση της παραγωγικότητας, με δεύτερη απάντηση, με ποσοστό 55,7%, την προσαρμογή στην ψηφιακή μετάβαση, ενώ η βελτίωση της εξυπηρέτησης των πελατών ακολουθεί με 54,3%.
Εξάλλου, στο ερώτημα σε ποιες βασικές δεξιότητες και εργαλεία ή λογισμικά διαπιστώνονται κενά στις επιχειρήσεις τους, το 32,4% απάντησε την ασφάλεια στο διαδίκτυο και την προστασία δεδομένων, το 26,2% απάντησε τις εφαρμογές δημιουργίας και χρήσης σημειώσεων, με την αποθήκευση και διαχείριση αρχείων σε ηλεκτρονικό περιβάλλον να ακολουθεί με 25,7%.
Η μελέτη εκπονήθηκε κατά την υλοποίηση του έργου «Πυλώνες Ανάπτυξης» το οποίο πραγματοποιείται στο πλαίσιο του Προγράμματος Πολιτικής Συνοχής «ΘΑλΕΙΑ 2021-2027» με τη συγχρηματοδότηση της ΕΕ.