Σφίγγει ο κλοιός για τα Ιδρύματα Ηλεκτρονικού Χρήματος με ενίσχυση της εποπτείας στο πλαίσιο των προσπαθειών σε ευρωπαϊκό επίπεδο για την αντιμετώπιση των κινδύνων νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες.
Σε πρόσφατη γνωμοδότησή της, η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών (ΕΑΤ) παρατήρησε ότι όσον αφορά τις FinTech εταιρείες, το 70% των αρμόδιων Αρχών αναφέρουν υψηλούς ή αυξανόμενους κινδύνους νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, επισημαίνοντας αδύναμους ελέγχους και κακή διακυβέρνηση, καθώς οι εταιρείες φαίνεται να δίνουν προτεραιότητα στην ανάπτυξη έναντι της συμμόρφωσης.
Αναφορικά με τις RegTech, επισημαίνεται ότι πάνω από τις μισές σοβαρές αποτυχίες συμμόρφωσης που αναφέρθηκαν στη βάση δεδομένων EuReCA της ΕΑΤ αφορούσαν την ακατάλληλη χρήση εργαλείων RegTech.
Η απρόσεκτη χρήση καινοτόμων προϊόντων συμμόρφωσης μπορεί να οδηγήσει σε κινδύνους νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, τόνισε. Το 2025 σηματοδοτεί μια σημαντική αλλαγή στο τοπίο των κινδύνων, επεσήμανε, προσθέτοντας ότι σε ένα πλαίσιο σημαντικών γεωπολιτικών εξελίξεων, νομοθετικών μεταρρυθμίσεων και ψηφιοποίησης, αναδύονται νέες ευπάθειες.
«Η συνεπής εφαρμογή του νέου νομικού πλαισίου της ΕΕ θα είναι το κλειδί για την αντιμετώπιση αυτών των κινδύνων. Ταυτόχρονα, χάρη σε μια μεγαλύτερη εποπτική εμπλοκή, ορισμένοι τομείς είναι πλέον καλύτερα εξοπλισμένοι για την αντιμετώπιση του οικονομικού εγκλήματος», τόνισε.
Αυστηρή η εποπτεία
«Η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών εκφράζει ανησυχίες για τις εταιρείες Fintech και RegTech», επισημαίνει στον «Π» ο επίτιμος πρόεδρος του Cyprus Compliance Association, Μάριος Σκανδάλης. «Το εύρος του κινδύνου δεν είναι το ίδιο σε όλες τις χώρες της ΕΕ», αναφέρει, υπογραμμίζοντας ότι στην Κύπρο λόγω της αυστηρής εποπτείας από την Κεντρική Τράπεζα, ο κίνδυνος δεν είναι τόσο υψηλός όσο σε κάποιες άλλες χώρες.
Σημειώνεται ότι η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου, πέραν της οδηγίας για τα ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος, εξέδωσε και δύο οδηγίες για την αξιολόγηση της καταλληλότητας των συμβούλων ή διευθυντών Ιδρυμάτων Ηλεκτρονικού Χρήματος.
Με τις δύο οδηγίες καθορίζεται η πολιτική και διαδικασίες αξιολόγησης και επαναξιολόγησης της καταλληλότητας των προσώπων, τα κριτήρια αξιολόγησης της καταλληλότητας, τα μέτρα που εφαρμόζονται στις περιπτώσεις όπου μέλη διοικητικού οργάνου ή διευθυντικά στελέχη κρίθηκαν ότι δεν είναι πλέον κατάλληλα και τα κριτήρια που καθιστούν ένα μέλος διοικητικού οργάνου ανεξάρτητο (κριτήρια ανεξαρτησίας).
Όπως αναφέρεται, η αξιολόγηση της αρχικής και συνεχούς καταλληλότητας των αξιολογούμενων προσώπων αποτελεί ευθύνη του ιδρύματος, με την επιφύλαξη της αξιολόγησης που διενεργείται από την Κεντρική Τράπεζα για εποπτικούς σκοπούς.
Το ίδρυμα οφείλει να διασφαλίζει κατά την αξιολόγηση ότι αυτά τα πρόσωπα (α) έχουν επαρκώς καλή φήμη, (β) διαθέτουν την απαραίτητη εμπειρία, εξειδίκευση, δεξιότητες και επαρκή γνώση για την εκπλήρωση των καθηκόντων και αρμοδιοτήτων τους, (γ) ότι ενεργούν με ειλικρίνεια, αξιοπιστία και ακεραιότητα, χαρακτηριστικά τα οποία προωθούν την κουλτούρα συμμόρφωσης με το ρυθμιστικό πλαίσιο που διέπει τη λειτουργία των ιδρυμάτων, (δ) χαρακτηρίζονται από ανεξάρτητη βούληση και (ε) είναι σε θέση να αφιερώνουν επαρκή χρόνο για την εκτέλεση των καθηκόντων τους.
Ενώπιον της Κεντρικής
Κάθε ίδρυμα υποβάλλει στην Κεντρική Τράπεζα την εσωτερική του πολιτική εντός έξι μηνών από την ημερομηνία δημοσίευσης της οδηγίας στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.
Ίδρυμα που αδειοδοτείται μετά τη δημοσίευση της οδηγίας, υποβάλλει την εσωτερική πολιτική του εντός περιόδου έξι μηνών από την ημερομηνία έναρξης των δραστηριοτήτων τους. Σε περίπτωση ουσιωδών τροποποιήσεων της εσωτερικής πολιτικής, το ίδρυμα υποβάλλει την αναθεωρημένη εσωτερική πολιτική στην Κεντρική Τράπεζα, εντός ενός μηνός από την ημερομηνία έγκρισής της τροποποιημένης εσωτερικής πολιτικής της από το διοικητικό της όργανο.
Διαδικασία αξιολόγησης
Το ίδρυμα οφείλει να υποβάλλει αίτημα για την εκ των προτέρων παροχή έγκρισης από την Κεντρική Τράπεζα σε σχέση με τον διορισμό ατόμων ως μέλη του διοικητικού οργάνου και επικεφαλής των λειτουργιών του συστήματος εσωτερικού ελέγχου.
Θα πρέπει, επίσης να ενημερώνει χωρίς καθυστέρηση την Κεντρική Τράπεζα για κάθε κενή θέση μέλους στο διοικητικό όργανο ή επικεφαλής των λειτουργιών του συστήματος εσωτερικού ελέγχου και για τον προβλεπόμενο διορισμό, το συντομότερο δυνατό.
Συνδρομή όλων των Αρχών
Η Κεντρική Τράπεζα δύναται να διεξάγει ελέγχους στο ίδρυμα για να επαληθεύσει πληροφορίες που περιέχονται στο ατομικό ερωτηματολόγιο και δύναται να απαιτεί από τα αξιολογούμενα πρόσωπα να της παρέχουν κάθε δυνατή πληροφόρηση προς επαλήθευση των πληροφοριών που περιλαμβάνονται σε αυτό.
Η Κεντρική Τράπεζα δύναται για σκοπούς της διαδικασίας αξιολόγησης να επικοινωνεί και να ζητεί πληροφόρηση από:
(α) άλλες αρμόδιες Αρχές, οι οποίες περιλαμβάνουν, αλλά δεν περιορίζονται, στις ακόλουθες:
(i) την Αστυνομία Κύπρου
(ii) τον έφορο Φόρου Εισοδήματος
(iii) τον έφορο Εταιρειών
(iv) την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς Κύπρου
(v) τον έφορο Ασφαλίσεων
(vi) τις εποπτικές Αρχές του χρηματοοικονομικού τομέα άλλων κρατών ή αστυνομικές Αρχές άλλων κρατών
(vii) άλλες κρατικές υπηρεσίες, συμπεριλαμβανομένης και της Μονάδας Καταπολέμησης Αδικημάτων Συγκάλυψης
(β) πιστωτικά ιδρύματα και
(γ) υφιστάμενους και πρώην εργοδότες (όπου εφαρμόζεται).
Τομέας υψηλού κινδύνου παραμένουν και τα crypto, με 2,5 φορές αύξηση στους εξουσιοδοτημένους παρόχους υπηρεσιών κρυπτογραφικών περιουσιακών στοιχείων (CASP) μεταξύ 2022 και 2024, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της ΕΑΤ. Πολλοί πάροχοι, επισημαίνεται, δεν διαθέτουν αποτελεσματικά συστήματα και ορισμένοι προσπαθούν να παρακάμψουν την κανονιστική εποπτεία.
Την ίδια ώρα, αναφέρεται ότι οι εγκληματίες χρησιμοποιούν όλο και περισσότερο την Τεχνητή Νοημοσύνη για να αυτοματοποιήσουν τα προγράμματα νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, να πλαστογραφήσουν έγγραφα και να αποφύγουν τον εντοπισμό.