Πριν το 2018 πολύ λίγοι Κύπριοι γνώριζαν ή είχαν ακούσει τη λέξη «υφυπουργείο». Και όντως αυτή η διαπίστωση δεν προκαλεί απορία καθότι η Κυπριακή Δημοκρατία από το 1960, το έτος της ιδρύσεώς της, μέχρι το 2018 δεν είχε υφυπουργεία. Ξαφνικά, επί κυβέρνησης Αναστασιάδη, ιδρύθηκαν πέντε υφυπουργεία τα οποία, παρεμπιπτόντως, λειτουργούν σαν να είναι υπουργεία. Πρόκειται για τα Υφυπουργεία Ναυτιλίας, Τουρισμού, Έρευνας- Καινοτομίας και Ψηφιακής Πολιτικής, Πολιτισμού και Κοινωνικής Πρόνοιας. Τις προάλλες προστέθηκε σ’ αυτή τη λίστα και το «Υφυπουργείο Μετανάστευσης και Ασύλου». Με την ώθηση αυτής της μόδας σε λίγα χρόνια -τις οίδε;- ίσως αποκτήσουμε υφυπουργείο καθαρίσματος πεζοδρομίων ή κάτι τέτοιο.
Λέγεται από κάποιους νομικούς ότι η λειτουργία υφυπουργείων στην Κύπρο δεν προβλέπεται από το Σύνταγμα και κατ’ επέκταση οι νομοθεσίες που έχουν ψηφιστεί είναι αντισυνταγματικές. Δεν είναι όμως αυτό το θέμα μου σήμερα. Αυτό που σήμερα ανησυχεί τον προβληματιζόμενο πολίτη δεν είναι η αντισυνταγματικότητα αλλά η χρησιμότητα των υφυπουργείων και η η αλόγιστη σπατάλη του δημοσίου χρήματος που προκαλεί όχι μόνο η δημιουργία τους αλλά και η λειτουργία τους.
Ας πάρουμε για παράδειγμα το νέο υφυπουργείο, της Μετανάστευσης και Ασύλου. Μέχρι τώρα τα προβλήματα των μεταναστών τα αντιμετώπιζε το Υπουργείο Εσωτερικών με αξιοθαύμαστη επιτυχία. Η κυβέρνηση με φουσκωμένη κομπορρημοσύνη ανακοίνωσε αυτή τη βδομάδα ότι τους τελευταίους 15 μήνες έχει επιτευχθεί η μείωση των αφίξεων γύρω στο 50% και η αύξηση των επιστροφών κατά 66%. «Για πρώτη φορά στην ιστορία του μεταναστευτικού στην Κύπρο, φεύγουν περισσότεροι από όσους έρχονται», λέει ο υπουργός Εσωτερικών. Αν λοιπόν επιτυγχάνουμε τέτοια διεθνώς αξιοζήλευτα αποτελέσματα με το υφιστάμενο Υπουργείο Εσωτερικών, προς τι η δημιουργία ενός έξτρα υφυπουργείου; Για να πληρώνουμε έναν επιπλέον υπουργό, ακόμα μια ιδιαιτέρα, την απόκτηση ακόμα μιας λιμουζίνας κ.λπ.; Γιατί ο φορολογούμενος πολίτης να επωμίζεται τέτοιο βάρος; Γιατί όλα τα κόμματα ενέκριναν, χωρίς προβληματισμό θα έλεγα, την ίδρυση αυτού του υφυπουργείου για να μην αναφερθώ και στα άλλα υφυπουργεία και τα άλλα 13 (μάλιστα!) επιτροπάτα; Κανένας δεν θα βρεθεί να εξηγήσει αυτές τις απορίες. Είναι δύσκολο να βρούμε νησίδες λογικής και οάσεις ηθικής σ’ ένα σύστημα που σαπίζει, παρακμάζει. Ναι, παρακμάζει διότι στο βωμό του βολέματος των ημετέρων, του ρουσφετιού και του προσωπικού συμφέροντος θυσιάζεται ο ορθολογισμός και η αξιοκρατία. Με άλλα λόγια, εδώ στην Κύπρο «ανθεί» η ημετεροκρατία η οποία συνίσταται από δύο στοιχεία: Πρώτον, την προώθηση σε καίριες θέσεις συγγενών, φίλων, κουμπάρων, κομματικών στελεχών, τουτέστιν των ημετέρων των κρατούντων στην εξουσία. Δεύτερον, τη δημιουργία από τον δημόσιο τομέα αχρείαστων θέσεων και θεσμών ( π.χ. υφυπουργεία, επιτροπάτα) για βόλεμα ημετέρων που συνεπάγεται τεράστιο οικονομικό κόστος.
Προκαλεί θυμηδία που όλα ανεξαιρέτως τα κόμματα στηλιτεύουν μεν τον νεποτισμό και το ρουσφέτι, αλλά οι πράξεις τους διαψεύδουν πανηγυρικά τις διακηρύξεις τους. Η υπερψήφιση του νόμου από την ολομέλεια της Βουλής για ίδρυση του Υφυπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου αποδεικνύει για άλλη μια φορά ότι τα κόμματα της Κύπρου νοιάζονται για την εδραίωση των προνομίων τους, ως επίσης και την αύξηση αυτών, όταν τους δοθεί ευκαιρία και, έτσι, προωθούν και προστατεύουν τη νομοθεσία που τους συμφέρει. Πιο πολλές θέσεις στη δημόσια υπηρεσία σημαίνει ευκολότερο βόλεμα των μελών ή οπαδών τους προπάντων όταν ένα κόμμα είναι συγκυβερνών. Με αυτόν τον τρόπο ενισχύονται οι πελατειακές σχέσεις και τα προνόμιά τους. Από την άλλη, τα κόμματα τάσσονται εναντίον όποιας μεταρρύθμισης μπορούσε να προκαλέσει κάποια μείωση στα προνόμιά τους. Οι πρόσφατες εμπειρίες μαρτυρούν ότι όχι μόνο δεν αποδυναμώνεται η ημετεροκρατία αλλά, αντιθέτως, θεριεύει συνεχώς και αενάως, με ολέθριες συνέπειες για την κυπριακή κοινωνία και οικονομία.
Μέσα σε αυτό το σύστημα οι πολίτες δεν είναι άμοιροι ευθυνών αφού παίζουν και αυτοί τον ρόλο τους. Οπωσδήποτε το βάρος της ευθύνης των πολιτών δεν είναι ίδιο με αυτό των πολιτικών, όμως και εμείς συμβάλλουμε στη συντήρηση αυτής της κατάστασης μέσω της αποδοχής αλλά και της απαίτησης ανταμοιβών για την ψήφο μας.
Η επιμονή του ΠτΔ για δημιουργία υφυπουργείων και επιτροπάτων με την ανοχή των κομμάτων συνιστά μέγα σκάνδαλο και τελείως αδικαιολόγητη σπατάλη. Αν είναι δυνατόν, μια χώρα με πληθυσμό ενός μαχαλά του Λονδίνου ή του Παρισιού, και σε μια περίοδο με αβέβαιο το πολιτικό και οικονομικό της μέλλον, να δημιουργεί νέα υφυπουργεία και επιτροπάτα, όχι επειδή τα χρειάζεται, αλλά για να βολέψει ημετέρους!
Εν κατακλείδι, το πελατειακό κράτος, αντί να εξασθενεί, ενισχύεται σημαντικά κι αυτό συνιστά μια δυσάρεστη εξέλιξη. Πάρα πολλοί ψηφοφόροι δεν έχουν ιδεολογικούς δεσμούς με το κόμμα που ψηφίζουν, αλλά πελατειακούς. Η διαχείριση κράτους «λάφυρου» από τον ΠτΔ που αναδεικνύεται ο νικητής των εκλογών και σχηματίζει κυβέρνηση δεν γίνεται για να λυθεί το Κυπριακό ή να επιτευχθεί κάποιος άλλος στόχος για το δημόσιο συμφέρον αλλά για την εξυπηρέτηση της επιβίωσης και αναπαραγωγής του. Για να επιτευχθεί αυτό οι πελατειακές σχέσεις είναι εκ των ων ουκ άνευ. Είναι αυτές οι σχέσεις που δημιουργούν τις προϋποθέσεις και τις συνθήκες για την επανεκλογή του.
Κάποτε ο «Γέρος της Δημοκρατίας», ο αείμνηστος Γιώργος Παπαντρέου (1888-1968), είπε ότι το πολιτικό μας σύστημα (εννοούσε βέβαια εκείνο της Ελλάδας ) «προωθεί τον νεποτισμό και τη σπατάλη χρημάτων. Αυτό υπονομεύει το νομικό μας σύστημα και την εμπιστοσύνη του λαού στη λειτουργία του κράτους». Φευ! Το ίδιο ισχύει και για την Κύπρο του 21ου αιώνα.
*Ο Γιώργος Κουμουλλής είναι Οικονομολόγος, Κοινωνικός Επιστήμονας