Τηλ: 99966518
Ο Besim Baysal, ξυλουργός και αργότερα οδηγός ταξί, πέθανε στις 15 Σεπτεμβρίου 2025 σε ηλικία 102 ετών. Ήταν από εκείνη τη γενιά των Κυπρίων που ευτύχισαν να ζουν και να εργάζονται με ανθρώπους από διαφορετικές κοινότητες, έχοντας αγαστή συνεργία. Ο Besim Baysal δούλευε στη διάσημη οδό Βικτωρίας -στον παλιό αρμενομαχαλά της Λευκωσίας- όπου ζούσαν μαζί Αρμένιοι και Τ/Κ. Και θυμόταν τον μάστρο Delifer, μαζί με τον οποίο εργάστηκε για 20 ολόκληρα χρόνια ως ξυλουργός.
Ο εγγονός του, που φέρει το ίδιο όνομα, του είχε πάρει συνέντευξη πριν από τον θάνατό του και κατέγραψε τα απομνημονεύματά του. Ιδιαίτερα όσα είχε να αφηγηθεί από την οδό Βικτωρίας. Σήμερα θέλω να μοιραστώ μαζί σας το άρθρο του εγγονού του Besim Baysal. «Χθες χάσαμε τον παππού μου, τον ξυλουργό και ταξιτζή μάστρε Besim. Έζησε μέχρι την ηλικία των 102 χρονών, κάποτε με γλυκές και μερικές φορές με πικρές αναμνήσεις. Ήταν μάρτυρας πολλών αλλαγών στον κόσμο μας και στη χώρα μας, καθώς και σε πολλές εξαφανίσεις».

Ο Besim Baysal.
Ο μάστρε Yona από το Έξω Μετόχι
Και συνεχίζει: «Στις 22 Σεπτεμβρίου 2019 ήμασταν στη βεράντα του σπιτιού του παππού μου στο Καϊμακλί. Κάναμε μια συζήτηση καθώς έγραφα τα απομνημονεύματά του... Εκείνη τη μέρα μου είπε τα ακόλουθα: «Ο πρώτος μας μάστρος ήταν ο Yona -Ιωνάς- από το Έξω Μετόχι. Ήταν Ε/Κ. Ήταν τέσσερα ή πέντε αδέλφια. Ένας από αυτούς ήταν μπακάλης στο παντοπωλείο. Και ο μάστρε Yona ξυλουργός. Το εργαστήριό του ήταν στο παλιό παντοπωλείο, τώρα στην τ/κ πλευρά της Λευκωσίας. Δίπλα του ήταν ο κ. Hasan που είχε εργαστήριο καφέ και άλεθε εκεί κόκκους καφέ. Θυμούμαι επίσης τον πατέρα τους. Είχαμε πολλούς πλούσιους, αλλά φοβόντουσαν να βάλουν χρήματα για να εισάγουν πράγματα. Επομένως, ήταν οι Ε/Κ που έβαζαν τα χρήματά τους για τις εισαγωγές αγαθών. Και έτσι όλοι έπρεπε να ψωνίζουν από τους Ε/Κ».
Όπως λέει ο γέρο Baysal στον εγγονό του, πρώτο του αφεντικό ήταν ο μάστρε Yona. «Μετά έκλεισε το μαγαζί του και πήγε στο εξωτερικό και επομένως έπρεπε να ψάξουμε για άλλη δουλειά. Γίναμε μέλη της συντεχνίας. Η συντεχνία είτε θα σου έβρισκε δουλειά, είτε θα σου έδινε μερικά γρόσια για να επιβιώσεις. Δεν ήταν δυνατό να δουλεύεις όπου ήθελες. Υπήρχαν κανόνες στη συντεχνία και όλα γίνονταν σύμφωνα με αυτούς τους κανόνες. Όταν ήσουν άνεργος, η συντεχνία σε βοηθούσε με έναν μισθό, μέχρι να βρεις δουλειά. Εκείνες τις μέρες πήγαινα στον Στρόβολο. Δεν υπήρχαν δουλειές και με είχαν στείλει σε έναν μάστρο, αλλά δεν ήταν καλός, δεν μου πλήρωνε τον μισθό και μου δημιουργούσε πολλά προβλήματα. Πήγαινα εκεί κάθε μέρα με ένα παλιό ποδήλατο».
Ξύλινα ψυγεία νερού και τροφίμων
Όταν αργότερα πήγε να δουλέψει για τον Alex Delifer, έζησε πολύ καλές ημέρες. Δούλεψε εκεί για 20 χρόνια. «Αγαπούσε τους ανθρώπους. Σήμερα, οι άνθρωποι δεν αγαπούν τους άλλους ανθρώπους. Κάναμε ξυλουργικές εργασίες και όταν κοβόταν το ρεύμα φτιάχναμε ψυγεία από ξύλο. Δούλευαν με πάγο. Υπήρχε ένα εργοστάσιο πάγου που έκλεισε αργότερα και σήμερα το κτήριο στεγάζει, νομίζω, το τ/κ λογιστήριο. Σε εκείνο το εργοστάσιο παρήγαγαν πολύ χοντρό πάγο. Ήταν ένας τύπος ονόματι Buzcu Enver -enver σημαίνει ο άνθρωπος του πάγου που κυκλοφορούσε με το καρότσι του πουλώντας αυτά τα χοντρά κομμάτια πάγου τρεις κυπριακές λίρες το καθένα. Ζούσε στον μαχαλά μας, στον Άγιο Λουκά (Ayluga). Το πάνω μέρος του ξύλινου ψυγείου ήταν η αποθήκη για τον πάγο. Υπήρχε ένα φύλλο από μόλυβδο και ο πάγος έμπαινε πάνω σε αυτό. Γέμιζες ένα μικρό δοχείο με πάγο και από κάτω υπήρχε μια βρύση που όταν την άνοιγες έβγαινε κρύο νερό. Υπήρχε επίσης ένα μέρος όπου μπορούσες να αποθηκεύεις τρόφιμα και άλλα πράγματα».
Στο εργαστήριο του μάστρε Delifer οι ξυλουργοί έφτιαχναν επίσης σκίαστρα. «Ήταν σκίαστρα για τον ήλιο που άνοιγαν και έκλειναν και τα τοποθετούσαν στις βιτρίνες των καταστημάτων. Ο μάστρε Delifer μπορούσε να φτιάξει οτιδήποτε. Έκανε ό,τι του ζητούσαν. Ήταν ένας πραγματικός κύριος, γεμάτος σεβασμό. Ήταν καθολικός και έκανε όλη τη δουλειά για τις ανάγκες της Καθολικής Εκκλησίας, αλλά και στα καθολικά σχολεία και στα νοικοκυριά. Για παράδειγμα όταν οι καθολικοί ανέβαζαν ένα θεατρικό έργο μια φορά τον χρόνο, εμείς φτιάχναμε τα σκηνικά».

Η πρώτη φωτογραφία του Besim Baysal όταν ήταν περίπου δύο χρονών.
Σχέσεις ζωής
Ο Besim Baysal είχε συναίσθημα βαθιάς εκτίμησης και θαυμασμού για τον μάστρε Delifer, αλλά και για την οικογένειά του με την οποία διατηρούσε επαφή. «Μάθαμε δουλειά από αυτόν, το πιο σημαντικό όμως που μάθαμε ήταν σεβασμός και αγάπη. Ποτέ δεν έβριζε στους μαθητευόμενούς του, δεν τους ταπείνωσε ποτέ όπως έκαναν οι μουσουλμάνοι και άλλοι. Δεν ζήσαμε ποτέ κάτι τέτοιο μαζί του. Μας έδειχνε σεβασμό και μας υποδείκνυε τα λάθη μας για να μάθουμε τη δουλειά και τη ζωή. Τι είναι κακό, τι είναι καλό, πήρα πολλές πληροφορίες από αυτόν. Απέκτησα την εμπειρία μου από αυτόν. Δεν είχε κακά αισθήματα για κανένα, είτε ήταν Αρμένιος, είτε Τ/Κ. Ο γιος του μάστρου μου ζει στο εξωτερικό. Κάθε χρόνο έρχεται στην Κύπρο, αλλά φέτος δεν έχει έρθει ακόμη λόγω καιρικών συνθηκών. Η κόρη του μάστρου μου, η Lilly, μου τηλεφώνησε μόλις την περασμένη βδομάδα και μιλήσαμε στο τηλέφωνο. Η μεγαλύτερη αδερφή της, Mary, πέθανε. Ο σύζυγος της Mary ήταν ένας στρατιωτικός με τρία αστέρια. Άκουσα ότι κατά τον πρώτο γύρο του πολέμου, τον είχαν εξαφανίσει σε εκείνα τα βουνά. Αρρώστησε από τη στεναχώρια της. Η άλλη κόρη, η Georgette είχε έναν γιο τον Petraki που ζει στο Λονδίνο. Έχασε κι αυτός τη γυναίκα του σε νεαρή ηλικία.
Η σύζυγος του μάστρε Delifer, Emma, ήταν επίσης καθολική. Είχε ζητήσει να την παντρευτεί, αλλά οι οικογένειες δεν συναίνεσαν σε αυτόν τον γάμο. Η Emma έπρεπε να παντρευτεί κάποιον άλλο. Από αυτόν τον γάμο γεννήθηκε ο Petraki. Αλλά ο άντρας της πέθανε ξαφνικά. Ο μάστρε Deliver δέχτηκε τον γιο της ως δικό του και παντρεύτηκε την κ. Emma. Η μητέρα, η αδερφή και ο αδερφός του μάστρου μου ζούσαν όλοι στο ίδιο σπίτι. Νομίζω ότι ο πατέρας του ήταν στρατιώτης και είχε πεθάνει στην Τουρκία. Η μητέρα του ζούσε. Ο αδερφός του, ο κ. Gaspar, ζούσε, επίσης μαζί τους. Δεν ζούσαν με πολυτέλεια. Είχαν χωρίσει ένα δωμάτιο στα δύο, στο μισό δωμάτιο ο μάστρε Deliver και η γυναίκα του και στο άλλο μισό τα παιδιά. Σε ένα άλλο δωμάτιο έμεναν η αδερφή και η μητέρα του. Υπήρχε ένα μικρό πλαϊνό δωμάτιο και εκεί έμενε ο αδερφός του ο κ. Gaspar. Όταν έρχεται ο Petraki παίρνει τις αδελφές του μαζί του και έρχεται εδώ να με επισκεφτεί. Όταν νιώθω υγιής και δυνατός, τους επισκέπτομαι. Πηγαίνω με το ποδήλατό μου στην άλλη πλευρά. Ξέρω το κάθε μέρος απ' έξω και ανακατωτά».
Οι πρόσφυγες του '63
Όπως αφηγείται ο Besim Baysal εργάστηκε με τον μάστρε Delifer στην οδό Βικτωρίας μέχρι το 1963. «Όταν ξεκίνησαν οι 'φασαρίες' έφυγαν όλοι. Έδιωξαν τους πάντες. Και δεν μπορούσαμε να πάμε, καθώς τα πάντα είχαν σταματήσει εκείνες τις μέρες. Οι σφαίρες 'βροχή'... Η αείμνηστη μητέρα και ο πατέρας μου ζούσαν σε πολύ παλιά σπίτια λίγο μετά το εργαστήριο του μάστρου μου. Υπήρχε ένα σχολείο εκεί. Ήταν το παλιό σχολείο Terra Santa. Είχε κάποια δωμάτια στη σειρά. Εκεί εγκαταστάθηκαν οικογένειες που είχαν φύγει ως πρόσφυγες από τα χωριά. Έδωσαν σπίτια και σε άλλους. Όσοι ήθελαν πήγαν και πήραν. Όσοι δεν είχαν ούτε παπούτσια τους έδωσαν. Δούλευαν μήπως όπως εμείς; Δουλεύουμε από 12 χρονών. Μέχρι πριν από λίγο καιρό έκανα ακόμα μικροδουλειές στο εργαστήριο μου. Χωρίς κλοπές, χωρίς ψέματα. Στις 'φασαρίες' του 1963, μας πήραν στρατιώτες και μας έστειλαν στο Μπογάζι Κερύνειας όπου περάσαμε 3-4 χρόνια. Μείναμε σε εκείνα τα χωριά. Μετά επιστρέψαμε εδώ και μείναμε. Τι μπορούμε να κάνουμε γιε μου, είμαστε ευγνώμονες».






