Η εβδομάδα που πέρασε δεν σημαδεύτηκε μόνο από τις απεργίες σε σειρά κλάδων, μεταξύ των οποίων και στον τομέα του σκυροδέματος. Σημαδεύτηκε και από την ευκολία με την οποία ο υπουργός Εργασίας εξέθεσε (τον προ ωρών) εαυτό του. Ήταν μια ακόμα ένδειξη ότι αυτή η κυβέρνηση δεν έχει απλά πρόβλημα να ισορροπεί μεταξύ πραγματικοτήτων και της δικής της εικονικής πραγματικότητας, αλλά και μεταξύ των όσων λέει και των όσων σπεύδει στη συνέχεια να αναιρέσει.
Ο υπουργός Εργασίας, σε μια απέλπιδα προσπάθεια να αποφύγει την κρίση στον κατασκευαστικό τομέα, είχε κάνει έκκληση προς τους βουλευτές να μεσολαβήσουν ώστε να αποφευχθεί η απεργία. Ενώ όμως το πρωί, με την έκκλησή του, επέτεινε την πεποίθηση ότι αυτή η κυβέρνηση αδυνατεί να χειριστεί καταστάσεις μέχρι να εξελιχθούν σε κρίσεις, στη συνέχεια με την επιλογή του να αδειάσει το ΚΥΠΕ, ισχυριζόμενος- υπό το βάρος και της εικόνας που δημιουργήθηκε ότι αδυνατούσε να ανταποκριθεί στα καθήκοντά του- ότι οι δηλώσεις του παραποιήθηκαν, επιβεβαίωσε και την αδυναμία του να λειτουργήσει με οποιοδήποτε μέτρο. Το ότι ανάγκασε το ΚΥΠΕ (το οποίο λίγους μήνες προηγουμένως είχε νιώσει την ανάγκη να παρέμβει με σχόλιο στη συνέντευξη του Γιούνκερ για να εξηγήσει τη θέση της Προεδρίας) να επανέλθει και με ανακοίνωσή του να τον διαψεύσει- δημοσιοποιώντας αυτούσιες τις δηλώσεις στην Επιτροπή- το λες και κατόρθωμα. Και έδειξε πως αυτή η κυβέρνηση είναι έτοιμη να διαψεύσει και τον εαυτό της ακόμα ώστε να μην καταστεί υπόλογη για όσα λέει ή πράττει.
Δεν ήταν, άλλωστε, η πρώτη φορά που η κυβέρνηση διέψευδε τον εαυτό της. Το ίδιο είχε κάνει και ο Νίκος Χριστοδουλίδης, προαναγγέλλοντας τον Δεκέμβριο ανασχηματισμό σε συνέντευξή του στον «Φ» και σπεύδοντας, την επόμενη, να πει πως κάτι τέτοιο δεν ίσχυε. Ο άγαρμπος τρόπος που επιχείρησε να διαψεύσει τα όσα ο ίδιος είπε και που η εφημερίδα απλά μετέφερε, πέραν του ότι τον έφερε σε ρήξη με ένα Μέσο το οποίο μέχρι τότε παρουσιαζόταν και ήταν φιλικό προς την κυβέρνηση, επιβεβαίωσε και ένα κύριο χαρακτηριστικό, τόσο του ιδίου όσο και της διακυβέρνησής του. Αφού είχε προτιμήσει να αναιρέσει τον εαυτό του και να αφήσει σκιές για άλλους, παρά να αναλάβει το βάρος της προβληματικής τοποθέτησής του.
Η ανάληψη πολιτικής ευθύνης δεν αποτέλεσε ποτέ γνώρισμα αυτής της κυβέρνησης. Αντίθετα, όσες φορές ο Πρόεδρος και τα στελέχη της κλήθηκαν να διαχειριστούν κρίσεις ή ζητήματα που την εξέθεταν, αναλαμβάνοντας και το ανάλογο βάρος, δήλωσαν «απών». Στην περίπτωση της 19χρονής φοιτήτριας η οποία, πριν προλάβει να πάρει το πτυχίο της, βρήκε θέση στο Υφυπουργείο Τουρισμού (με διαβατήριο τη θητεία της στο επιτελείο Χριστοδουλίδη), η ευθύνη μετακυλίστηκε στην κοινότητα του «X» η οποία κατηγορήθηκε για ανθρωποφαγία. Για την επιλογή Μιχαήλ αλλά και του φιλοχουντικού που επιλέχθηκε (από τον ίδιο) στο συμβούλιο του ΤΕΠΑΚ, ο Πρόεδρος και πάλι θεώρησε πως δεν χρειαζόταν η οποιαδήποτε τοποθέτηση, πόσω μάλλον ανάληψη ευθύνης. Όπως δεν ανέλαβε την ευθύνη ούτε στην περίπτωση της Δόξας Κωμοδρόμου, όταν τη δημοσιότητα είδαν λίστες με χρεώσεις για υπερωρίες που δεν δικαιολογούνταν. Ο Πρόεδρος απουσίαζε στη Νέα Υόρκη, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος απλά υπέγραφε τα χαρτιά, όπως εξήγησε, και η ίδια παραιτήθηκε κάνοντας λόγο, όπως και ο Μιχαήλ, για δολοφονία χαρακτήρων. Ακόμα και για τα προγκρόμ, η αντίδραση περιορίστηκε σ΄ ένα 2λεπτο ξέσπασμα του Προέδρου (που όλως τυχαίως κατέκλεισε τα κοινωνικά δίκτυα) για την ανικανότητα του κράτους να προστατεύσει τους πολίτες, από το οποίο κράτος, εξαίρεσε τον εαυτό του. Με την τότε υπουργό Δικαιοσύνης να παραμένει στη θέση της μέχρι να απομακρυνθεί, και το υπουργείο να αναλαμβάνει ο Μάριος Χαρτσιώτης, ο οποίος, μετά την απόδραση του ισοβίτη, όχι μόνο παρέμεινε στη θέση του αλλά προσέδωσε σε αυτή του την παραμονή και στοιχεία ηρωισμού. Αφού, όπως εξήγησε, η ανάληψη πολιτικής ευθύνης διά της παραίτησης θα αποτελούσε «μια δειλή και εύκολη πράξη». Για να έρθει αυτή τη βδομάδα η περίπτωση Γιάννη Παναγιώτου (που μέχρι σήμερα κουβαλούσε ως παράσημο τη συμφωνία για την ΑΤΑ από την οποία κέρδισαν τα μέλη του Υπουργικού και ο ίδιος προσωπικά, μαζί και οι απόλυτα ευνοημένοι του Δημοσίου, κι έχασαν όλοι οι υπόλοιποι) να επιβεβαιώσει ότι η αδυναμία ανάληψης ευθύνης σε αυτή την κυβέρνηση και η μετατόπιση των ευθυνών οπουδήποτε αλλού δεν είναι θέμα προσώπων. Έχει μετατραπεί σε ζήτημα θεσμικό.
Διότι ο τρόπος που λειτούργησε ο Γιάννης Παναγιώτου δεν αφορούσε μόνο τον ίδιο. Αντίθετα, ήταν η εικόνα της κυβέρνησης από τότε που ανέλαβε. Μιας κυβέρνησης η οποία δείχνει αδύναμη να αναλάβει την ευθύνη διακυβέρνησης της χώρας. Αφήνει, με την αδυναμία της να πάρει αποφάσεις, τη μία μετά την άλλη τις συμβάσεις να τερματίζονται, γιγαντώνει με την αναβλητικότητά της, τις κρίσεις, ενώ με τη διαχείριση που κάνει τις συντηρεί. Και εξαντλεί τις δυνάμεις της στο να βρίσκει τρόπους να αποποιείται των όποιων ευθυνών της. Ακόμα και για τα όσα λέει. Για τον τερματισμό των συμβάσεων, φταίνε οι προηγούμενοι, για τις κρίσεις οι ομάδες συμφερόντων και τα κόμματα, για τα ζητήματα που τους φέρνουν σε δύσκολη θέση το «X», μια Συλβάνα, ακόμα και το κράτος. Και για τα όσα δηλώνουν, τα ΜΜΕ που μεταφέρουν τις δηλώσεις τους. Όλοι οι υπόλοιποι, ακόμα και ο ένας τον άλλο, οτιδήποτε, φτάνει να μην αναλάβουν την οποιαδήποτε ευθύνη. Την οποία πάντοτε μετακυλούν οπουδήποτε αλλού. Αδύναμοι να κυβερνήσουν. Κυρίως όμως αδύναμοι, 20 μήνες μετά, να αντιληφθούν ότι κυβερνούν.
https://x.com/AntonisPolydoro