Στην απλούστερη μορφή του, το κράτος δικαίου σημαίνει ότι «κανείς δεν είναι υπεράνω του νόμου». Για να είναι αποτελεσματικό το κράτος δικαίου, πρέπει να υπάρχει ισότητα ενώπιον του νόμου, διαφάνεια του νόμου, ανεξάρτητη δικαιοσύνη και πρόσβαση σε ένδικα μέσα. Θα ΄θελα να τονίσω ιδιαίτερα την «ισότητα ενώπιον του νόμου» που χρησιμοποιείται συχνά σε σχέση με το κράτος δικαίου. Σαφώς ο νόμος πρέπει να εφαρμόζεται σε όλους τους ανθρώπους εξίσου, ανεξάρτητα από τη θέση τους στην κοινωνία - πλούσιοι ή φτωχοί, νέοι ή ηλικιωμένοι, κληρικοί ή πολιτικοί, διάσημοι ποδοσφαιριστές ή άσημοι οδοκαθαριστές, ανεξάρτητα από το φύλο, τη φυλή, τον πολιτισμό, τη θρησκεία ή οποιοδήποτε άλλο χαρακτηριστικό τους.
Έπεται εκ των πιο πάνω ότι η ευνοιοκρατία δεν μπορεί να είναι συμβατή με το κράτος δικαίου. Όπως όλοι γνωρίζουμε, η ευνοιοκρατία ορίζεται ως η τάση να ευνοείται κάποιο πρόσωπο ή ομάδα. Εξισώνεται με τη μεροληψία, την ανισότητα, τον νεποτισμό, το δίκτυο των παλαιών φίλων, την κομματική γραβάτα, μια ποδοσφαιρική ομάδα, την αδικία κ.λπ., και επομένως είναι μια χοντρή παραβίαση του κράτους δικαίου. Δυστυχώς είμαστε μάρτυρες τέτοιων ευνοιών που δημοσιοποιούνται περιοδικά στην Κύπρο. Μια τέτοια εύνοια είναι η αντιμετώπιση της Πολιτείας των ποδοσφαιρικών σωματείων ΑΠΟΕΛ, ΑΕΛ, Απόλλωνα και Ανόρθωσης για τις φορολογικές οφειλές τους προς το κράτος. Μια σύγκριση μπορεί να είναι εξαιρετικά διαφωτιστική: σύμφωνα με τη μαρτυρία που κατέθεσε πρόσφατα στη Βουλή η πρώην διευθύντρια των Κεντρικών Φυλακών Άννα Αριστοτέλους (βλ. ρεπορτάζ Μ. Χατζηστυλιανού, «Πολίτης» 24/01/2025), 1.500 πρόσωπα φυλακίστηκαν κατά την τελευταία δεκαετία διότι δεν τήρησαν τη συμφωνία του συμβιβασμού για εξόφληση των οφειλών τους στο Τμήμα Φορολογίας. Δεν τους δόθηκε η ευκαιρία να συναντηθούν με τον έφορο Φορολογίας για να εισηγηθούν κάποιο σχέδιο εξόφλησης των οφειλών τους με δόσεις. Η εικόνα όμως των ποδοσφαιρικών σωματείων που δεν ήταν συνεπή με τις υποχρεώσεις τους είναι εντελώς διαφορετική : το 2017 η κυβέρνηση σκανδαλωδώς διέγραψε τις τότε οφειλές ποδοσφαιρικών σωματείων και εταιρειών, τόσο προς το Τμήμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων όσο και προς το Τμήμα Φορολογίας, που αφορούσαν συνολικά το ποσό των €19,5 εκατ. με τη σύμφωνη γνώμη της Βουλής. Η εύνοια προς τα σωματεία δεν τελειώνει εδώ. Το 2024, το Υπουργείο Οικονομικών σκαρφίστηκε ένα μέτρο για να απαλλάξει τα σωματεία από τις οφειλές τους στο Τμήμα Φορολογίας και στο Ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων που έφτασαν τα €36 εκατ. αυξάνοντας τον φόρο στο στοίχημα από 3% στο 4,5% για να ενισχυθούν τα σωματεία από τα έξτρα έσοδα. Εν τω μεταξύ το Τμήμα Φορολογίας συμφώνησε με τα σωματεία να αναστείλει τις φορολογικές οφειλές τους προς το κράτος μέχρι τέλους του Μαρτίου, αλλά έχω μια διαίσθηση ότι αυτή η αναστολή θα παραταθεί.
Η ευνοιοκρατία είναι πασίδηλη όσον αφορά τους διορισμούς υπουργών και άλλων αξιωματούχων των εκάστοτε κυβερνήσεων. Διερωτάται ο στοιχειωδώς νοήμων πολίτης, πώς γίνεται π.χ. ένας οδοντίατρος να είχε διατελέσει πρόεδρος του διοικητικού συμβούλιου της ΑΗΚ. Ίσως τα σκήπτρα στην ευνοιοκρατία να παίρνει η προηγούμενη κυβέρνηση. Αποκωδικοποιώντας το εύηχο σύνθημα για διορισμούς «οι άριστοι των αρίστων», διαβάζουμε με περισσή άνεση «Οι ημέτεροι πάνω από όλους». Εξηγούνται, λοιπόν, πλήρως οι διορισμοί των Ρίκκο Ερωτοκρίτου, Γιαννάκη Γιαννάκη, η μονιμοποίηση στο Δημόσιο αδελφότεκνων και συνεργάτιδων στο Προεδρικό, για να μην αναφερθώ στις αλλόκοτες προαγωγές στην Αστυνομία.
Η ανεξαρτησία της δικαστικής εξουσίας στηρίζει το κράτος δικαίου και είναι απαραίτητη για τη λειτουργία μιας δημοκρατικής χώρας και της τήρησης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Ένα ανεξάρτητο και αμερόληπτο σύστημα δικαιοσύνης, όχι μόνο εγγυάται την εφαρμογή του δικαιώματος σε δίκαιη δίκη, αλλά λειτουργεί επίσης ως θεμελιώδης έλεγχος και ισορροπία έναντι της εκτελεστικής και νομοθετικής εξουσίας. Επειδή είναι σημαντικό η δικαστική εξουσία να παραμένει ανεξάρτητη και να φαίνεται ότι είναι, οι πολιτικοί διορισμοί δικαστών υπονομεύουν σαφώς τη νομιμότητα της δικαστικής εξουσίας, όπου και αν συμβαίνουν. Ο ρόλος του Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας στον διορισμό δικαστών στο Ανώτατο Δικαστήριο αποτελεί παράδειγμα μιας σημαντικής δημοκρατικής αδυναμίας που απειλεί να τροφοδοτήσει τους ισχυρισμούς ότι η δικαστική εξουσία είναι ένα πολιτικοποιημένο όργανο. Το κράτος δικαίου απαιτεί οι δικαστές να είναι ανεξάρτητοι από το πολιτικό σύστημα και ιδίως από τα πολιτικά κόμματα. Το σύστημα της Κύπρου έχει αποτύχει από αυτή την άποψη. Οι δικαστές του Ανώτατου Δικαστηρίου είναι «μαρκαρισμένοι» από την ημέρα που διορίζονται. Το ίδιο, βέβαια, ισχύει, και για τον διορισμό του Γενικού και Βοηθού Εισαγγελέα. Ο νυν Γενικός Εισαγγελέας είναι ταυτισμένος με ένα πολιτικό κόμμα που τον κάνει a priory μεροληπτικό.
Είναι ανησυχητικό επίσης τα ευρήματα μιας έρευνας το 2021 στην οποία συμμετείχαν 228 δικηγόροι που παρουσιάστηκαν στο συμπόσιο της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Λευκωσίας. Έξι στους δέκα δικηγόρους στην Κύπρο δεν θεωρούν ότι οι δικαστές είναι αμερόληπτοι, ενώ οκτώ στους δέκα πιστεύουν ότι οι δικαστές επηρεάζονται από τις προσωπικές τους ιδεολογικές απόψεις. Το 79,4% των δικηγόρων που συμμετείχαν, πιστεύουν ότι οι δικαστές επηρεάζονται υπερβολικά από τις προσωπικές τους απόψεις και το 61% δεν θεωρεί τους δικαστές αμερόληπτους.
Πλήγμα για τη δικαστική εξουσία είναι η προχθεσινή (27/02) απόφαση του ΕΔΑΔ (Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων) όσον αφορά τη Βρετανίδα που κατήγγειλε ότι έπεσε θύμα ομαδικού βιασμού στην Αγία Νάπα. Το ΕΔΑΔ έκρινε ότι τα δικαστήρια δεν διερεύνησαν σωστά την υπόθεση και αναφέρει: «Η παρούσα υπόθεση αποκαλύπτει ορισμένες προκαταλήψεις σχετικά με τις γυναίκες στην Κύπρο, οι οποίες εμπόδισαν την αποτελεσματική προστασία των δικαιωμάτων της προσφεύγουσας ως θύματος βίας λόγω φύλου και οι οποίες, εάν δεν ανατραπούν, κινδυνεύουν να δημιουργήσουν ένα υπόβαθρο ατιμωρησίας, αποθαρρύνοντας την εμπιστοσύνη των θυμάτων στο σύστημα ποινικής δικαιοσύνης, παρά την ύπαρξη ικανοποιητικού νομοθετικού πλαισίου.»
*Οικονομολόγος, κοινωνικός επιστήμονας