Θα ξεκινήσω από την άλλη πλευρά του πλανήτη, τις ΗΠΑ, και μετά θα επιστρέψω στα της χώρας μας. Οι πρόσφατες αποφάσεις του Τραμπ για επιβολή σκληρών δασμών στα προϊόντα που εισάγονται στην Αμερική από την Ευρωπαϊκή Ένωση και τον υπόλοιπο κόσμο ήταν μια αβάσιμη και κοντόφθαλμη απόφαση χωρίς καμία ουσιαστική μελέτη. Αυτά συμβαίνουν όταν ο ηγέτης μιας χώρας έχει μια διαστρεβλωμένη αντίληψη για το πώς θα φτιάξει μια καλύτερη χώρα και εμμένει σε αυτή του την αντίληψη, χωρίς όμως να εφαρμόζει έστω και την πιο απλή μέθοδο του «helicopter view». Μέθοδο που ακολουθούν ώριμοι ηγέτες, που τους βοηθάει να δουν «από ψηλά» τις παραμέτρους, τα πιθανά σενάρια και συνέπειες μιας απόφασης προτού την πάρουν. Όταν οι εμμονές, οι διαστρεβλώσεις και ο παραλογισμός κυριαρχούν, ο ρεαλισμός και η λογική πάνε περίπατο. Ο Τραμπ στις εξαγγελίες του, ακόμη και όταν ήταν υποψήφιος για την Προεδρία της Αμερικής, υποστήριζε με σθένος την επιβολή σκληρών δασμών με στόχο τη μείωση στα ελλείμματα που αφορούσαν το εμπόριο των ΗΠΑ. Δεν μελέτησε, όμως, ούτε ασχολήθηκε για να καταλάβει την πηγή αυτών των ελλειμμάτων. Τα ελλείμματα αυτά υφίστανται στην Αμερική πάνω από 50 χρόνια και ο λόγος είναι ένας: Η Αμερική καταναλώνει περισσότερα από όσα παράγει! Στο μυαλό του Τραμπ όμως η εμμονή ήταν μία. Να ενισχύσει με τον πιο γρήγορο τρόπο την οικονομία της Αμερικής. Για αυτό και περιόρισε το αφήγημα και την απόφασή του μέχρι σε αυτό το σημείο! Ανύπαρκτος οποιοσδήποτε περαιτέρω λογικός συλλογισμός. Ότι, δηλαδή, μια ακόμη ισχυρότερη οικονομία σημαίνει αναπόφευκτα και ακόμη μεγαλύτερη κατανάλωση. Και που η Αμερική, πάλι θα αδυνατεί να παράξει… Μέσα σε όλες αυτές τις διαστρεβλώσεις αγνόησε, επίσης, ότι οι ΗΠΑ έχουν ένα πλεόνασμα από το εξωτερικό με βάση τις αποδόσεις από ξένες επενδύσεις, άρα το πλήρες έλλειμμα είναι μικρότερο από αυτό που έχει κατασκευάσει μέσα στο κεφάλι του. Το domino effect που βλέπουμε να συμβαίνει στις αγορές μετά την ανακοίνωσή του για τους δασμούς, επιβεβαιώνει με τρανταχτό τρόπο πόσο προβληματική ήταν αυτή του η πολιτική απόφαση. Μόνο στις 3 Απριλίου, εταιρείες κολοσσοί όπως οι Apple και Nvidia έχασαν 450 δισεκατομμύρια δολάρια από την αξία τους.
Ας έρθουμε όμως και στα δικά μας, εδώ στην Κύπρο. Ζούμε σε μια χώρα υπό κατοχή εδώ και μισό αιώνα. Σε μια χώρα που οι γεωπολιτικές αναταράξεις στην περιοχή δεν θα μας αφήσουν αλώβητους. Ζούμε σε μια χώρα που δεν έχουμε νερό. Σε μια χώρα που δεν είναι βέβαιο αν θα έχουμε ρεύμα τους επόμενους μήνες και πόσο πιο ακριβά θα το πληρώνουμε. Σε μια τέτοια χώρα, που η ασφάλεια και η ευημερία των πολιτών δεν είναι δεδομένη, μαντέψτε τι κάνει ο Πρόεδρος αυτής της χώρας. Έχει τόσο ελεύθερο χρόνο, που εγκαινιάζει το μνημείο της Ελευθερίας 51 χρόνια μετά, που κυκλοφορεί με την ποδοσφαιρική φανέλα της ομάδας του και συζητά στο γήπεδο με τους διαιτητές και που αναρτά πάνω από 10 φωτογραφίες με τον εαυτό του από την κάθε του δραστηριότητα. Η δε αντιπολίτευση και πρόεδρος της Βουλής, δίνει και αυτή με τη σειρά της ρεσιτάλ με φωτογραφήσεις και δακρύβρεχτες πόζες στα Φυλακισμένα Μνήματα, λες και προχθές θάψαμε τους αγωνιστές του 1955-1959. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας και η πρόεδρος της Βουλής αναλώνονται αμφότεροι σ’ έναν αγώνα δρόμου για το ποιος θα ποζάρει καλύτερα, ποιος θα αναρτήσει τις περισσότερες φωτογραφίες και ποιος θα κάνει την πιο πομπώδη ομιλία υποδυόμενος καλύτερα τον ρόλο του έχοντας πίσω του ένα συγκεκριμένο φόντο.
Στην επιστήμη της ψυχολογίας υποστηρίζουμε ότι όπου υπάρχει υπερβολή, υπάρχει και παθολογία. Και εδώ υπάρχει μια τεράστια παθολογία από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και την πρόεδρο της Βουλής. Η σύγχρονη εποχή, ναι μεν μπορεί να σπρώχνει τους πολιτικούς στη χρήση των κοινωνικών δικτύων, αλλά όσοι δεν μπορούν να διαχειριστούν τον εαυτό τους ή τον αντιλαμβάνονται μόνο μέσα από αυτά, τότε πρέπει να ζητήσουν βοήθεια από ειδικό. Ακούγεται σκληρό αυτό που γράφω, αλλά το ήθος, η σοβαρότητα και η λογική, δυστυχώς, είναι ανύπαρκτες. Η κοινωνία βιώνει τεράστιες δυσκολίες και προκλήσεις επιβίωσης και η Κύπρος σύντομα θα βρεθεί ενώπιον σκληρών διλημμάτων με το Κυπριακό. Οι ασταμάτητες πόζες και φωτογραφίσεις δεν είναι απόδειξη πολιτικής ικανότητας αλλά μιας πολιτικής κενότητας που πρέπει να μας προβληματίσει.