Η εφεύρεση της τυπογραφίας, στις παρυφές της νεωτερικής εποχής, αποδίδεται στον Γουτεμβέργιο, ενώ αρκετά πριν από εκείνον πολλοί άλλοι την είχαν χρησιμοποιήσει· οι δε Κινέζοι είχαν προηγηθεί κατά δέκα ολόκληρους αιώνες!
Η διαφορά είναι ότι ο Γουτεμβέργιος εισήγαγε δύο πράγματα που τον έκαναν να ξεχωρίσει:
(α) Εκτός από φύλλα και ολιγοσέλιδες εκδόσεις, προχώρησε και στη μαζική εκτύπωση πιο ογκωδών βιβλίων.
(β) Προκειμένου να κατευνάσει τις έντονες αντιρρήσεις της Εκκλησίας γι’ αυτό το «εργαλείο του διαβόλου», το πρώτο βιβλίο που εκτύπωσε ήταν η Αγία Γραφή!
Έκτοτε ξεκίνησε μια περίοδος αιώνων, κατά την οποία οι άνθρωποι της προόδου ακολουθούν μια διπλή τακτική: Από τη μια είναι εσωτερικά άτεγκτοι και αφοσιωμένοι σε αυτά που τους λέει η λογική τους και ο εγκέφαλός τους, και από την άλλη είναι ευέλικτοι και ευπροσάρμοστοι –σχεδόν προσαρμοστικοί– προς τα έξω.
Το πρώτο προκαλεί την πολυδιάσπασή τους, το δεύτερο διασφαλίζει την επιβίωσή τους και την προώθηση (έστω με αργούς ρυθμούς) ψηγμάτων των ιδεών τους.
Νέες συνθήκες και κενά
Όλα δείχνουν ότι τον 21ο αιώνα τα πράγματα αντιστρέφονται σε αρκετά μεγάλο βαθμό. Γι’ αυτό και οι άνθρωποι της λογικής, προκειμένου να επιβιώσουν και να προωθήσουν τις απόψεις τους, χρειάζεται να προχωρήσουν σε «μερική αντιστροφή»: Να είναι λιγότερο άτεγκτοι και περισσότερο διαλεκτικοί εσωτερικά, ώστε να συνεννοούνται μεταξύ τους· και περισσότερο ξεκάθαροι στον λόγο και στους στόχους τους, όταν απευθύνονται στις κοινωνίες.
Αυτές τις μέρες εκδόθηκαν πολλές ανακοινώσεις και εκφωνήθηκαν πολλές δηλώσεις για τα 21 χρόνια από την ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Αντί για τις πολλές κενολογίες, καλό θα ήταν να αναρωτηθούμε όχι μόνο για αυτά που σήμανε η ένταξή μας αλλά και για όσα δυστυχώς Δεν σήμανε.
Ένα πράγμα στο οποίο απέτυχε το πολιτικό σύστημα σχεδόν στο σύνολό του είναι η συνειδητοποίηση του τι είναι η ΕΕ. Για λόγους βολικότητας, την αντιμετωπίζει από τη μια ως «ύποπτη» ένωση συμφερόντων, απέναντι στην οποία θα πρέπει να είμαστε επιφυλακτικοί. Και από την άλλη ως ένα συμπαγές κράτος, το οποίο οφείλει να μας χρηματοδοτεί και να στηρίζει στεντόρεια τα δίκαιά μας, πέρα από τα δικά του συμφέροντα.
Αυτή η αντιφατική αντίληψη μετακυλίεται στην κοινωνία. Με αποτέλεσμα οι άπειρες ευεργετικές νομοθεσίες, οι επενδύσεις-χρηματοδοτήσεις με δισεκατομμύρια, οι χιλιάδες θέσεις εργασίας, που είναι όλα αποτέλεσμα της ιδιότητάς μας ως κράτος-μέλος, να θεωρούνται όλα απλώς σαν θεϊκή βροχή από τον ουρανό.
Το χειρότερο είναι ότι στην παγίδα αυτή πέφτουν και πολλοί άνθρωποι ή ομάδες της λογικής, ερίζοντας μεταξύ τους αν η Ε.Ε. είναι καπιταλιστική-ιμπεριαλιστική ένωση ή κάτι πολύ περισσότερο.
Ελλάδα- Κύπρος
Σε συνάρτηση με τις διαφορετικές προσδοκίες που δημιούργησε για το Κυπριακό η 21χρονη παρουσία μας στην ΕΕ (άλλοι την είδαν ως ευκαιρία επανένωσης και άλλοι ως ευκαιρία «να τους γελάσουμε» και να «γωνιάσουμε» την Άγκυρα), δημιουργήθηκε και μια περαιτέρω σύγχυση για τις σχέσεις της Κύπρου με την Ελλάδα.
Πριν από το 1974, η Ελλάδα διεκδικούσε ρόλο πολιτικής επικυριαρχίας στην Κύπρο (αυτό που στα μέσα της περιόδου ονομάστηκε «θεωρία του εθνικού κέντρου»). Μετά το 1974 κυριάρχησε το «η Κύπρος αποφασίζει και η Ελλάδα συμπαρίσταται». Από τα μέσα της δεκαετίας του 1990, με αφορμή γεγονότα όπως τους S-300 και τις διαδικασίες ένταξης στην Ε.Ε., αποδείχτηκε ότι αυτό ήταν μια φενάκη. Δεν λειτουργούσε. Έπρεπε να υπάρχουν συνθήκες συντονισμού και συναπόφασης.
Η πραγματικότητα σήμερα ζητά να γίνει ένα βήμα παραπάνω: Να ξεκαθαρίσει το πλαίσιο των σχέσεων των δύο κρατών, προκειμένου ο συντονισμός να έχει αποτέλεσμα. Για να γίνει αυτό, κακά τα ψέματα, θα πρέπει προηγουμένως να αποφασίσει κυρίως η Κύπρος πώς βλέπει την Ελλάδα (μιλούμε για την ουσία και όχι τις διακηρύξεις): Ως «μητέρα πατρίδα», ως προστάτη και σύμμαχο για τη διατήρηση του ελληνισμού στη νότια Κύπρο ή ως συμπαραστάτη στην προσπάθεια επανένωσης της Κύπρου σε ένα δικοινοτικό ανεξάρτητο κράτος;
Αυτό δεν πρόκειται να γίνει, ενόσω στην ελληνοκυπριακή κοινωνία και Πολιτεία κολυμπούμε μέσα στην ασάφεια, θέτουμε ως προτεραιότητα να μην χάσουμε ψήφους προς το ΕΛΑΜ ή τον Οδυσσέα Μιχαηλίδη, και συντηρούμε την αμφισημία όχι μόνο των λόγων αλλά και των στόχων.
Ο Γουτεμβέργιος πέθανε. Οι «πονηριές» του Δεν λειτουργούν πια.
Οι τυχάρπαστοι
Ένα παράδειγμα δυσλειτουργίας πλέον της «πονηριάς» του Γουτεμβέργιου στις ελλαδοκυπριακές σχέσεις είναι η περίπτωση του Interconnector. Όμως, οι αλλεπάλληλες πονηριές εδώ καθιστούν το παράδειγμα πολύπλοκο και δυσνόητο.
Πιο απλή και κατανοητή είναι η περίπτωση με το «άνοιγμα των τουρκικών λιμανιών στα υπό κυπριακή σημαία πλοία».
Εν ολίγοις: Η Λευκωσία πληροφορείται από υπηρεσίες της ότι σε κάποια ελληνοτουρκικά δώματα είχε θιγεί και το ενδεχόμενο το άνοιγμα έστω ενός τουρκικού λιμανιού στα κυπριακά πλοία να αποτελέσει ένα βήμα καλής θέλησης από την Άγκυρα (επαναφορά παλιάς πρότασης).
Η πολύ πρώιμη αυτή σκέψη εκλαμβάνεται από την επικοινωνιολάγνα Λευκωσία ως ευκαιρία να καρπωθεί την «επιτυχία». Έτσι, εν αγνοία της Αθήνας, και με άλλη διαμεσολάβηση, «υποβάλλει» αυτή την πρόταση στην Άγκυρα. Θεωρώντας βέβαιη την αποδοχή της και τον διπλωματικό «θρίαμβο» της Λευκωσίας. Η «πρόταση» πέφτει στο κενό. Κι εκτός από το ρεζιλίκι, μας μένει μια ακόμη μεγαλύτερη τρύπα στις σχέσεις Αθηνών-Λευκωσίας!
Ο στόχος-ατμομηχανή
Για να υπάρξει δυναμική που να δένει όλα τα πιο πάνω -ξεκαθάρισμα ρόλου στην ΕΕ, συναίσθηση των δυνατοτήτων πέρα από φαντασιώσεις μικρομεγαλισμού, εξορθολογισμός των σχέσεων Ελλάδας-Κύπρου και προοπτική λύσης Κυπριακού και Ελληνοτουρκικών- χρειάζεται ένας σαφής στόχος. Οι πραγματικότητες δεν διαμορφώνονται ούτε με άρθρα ούτε με ευχές. Μόνο ένας σαφής στόχος μπορεί να γίνει η ατμομηχανή που θα οδηγήσει ολόκληρο τον συρμό έξω από το τούνελ.
Η ατμομηχανή αυτή μπορεί να είναι ο σχεδιασμός ενός νέου Ελσίνκι. Το 1999, μετά από προετοιμασία ετών εκ μέρους του τριδύμου Σημίτης-Πάγκαλος-Κρανιδιώτης, και μετά από διαδοχικά διπλωματικά στάδια και σταθμούς, καταλήξαμε σε μια συμφωνία, με την οποία δρομολογούνταν η παράλληλη επίλυση των Ελληνοτουρκικών και του Κυπριακού, μαζί με την ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ και τις ευρωτουρκικές σχέσεις. Μαζί, βεβαίως, εξορθολογιζόταν και το βαγόνι των ελλαδοκυπριακών σχέσεων.
Σήμερα, με την Άγκυρα να μιλά για δύο κράτη, κάτι τέτοιο φαντάζει απομακρυσμένο. Για την ακρίβεια θέλουμε να το βλέπουμε ως τέτοιο. Γιατί, όταν οι τρεις σχεδίαζαν και άρχιζαν να υλοποιούν αυτό το σχέδιο, τα πράγματα φαίνονταν χειρότερα από ό,τι σήμερα. Γι’ αυτό και πολλοί πολιτικοί -ιδιαίτερα στην Κύπρο- τους χλεύαζαν τότε ως αιθεροβάμονες. Όμως, απέδειξαν ότι, όταν λειτουργεί κανείς ορθολογιστικά, μεθοδικά, με σχέδιο-στόχο και μακριά από μαξιμαλισμούς, η διαλεκτικότητα έχει τις μεγαλύτερες πιθανότητες επιτυχίας.
Το θέμα είναι να το θέλουμε. Αλλά αν δεν το θέλουμε, πρέπει να ξέρουμε τι διαλέγουμε. Γιατί η άλλη επιλογή δεν είναι πια «να μείνουμε όπως είμαστε». Η χιονοστιβάδα ήδη ξεκίνησε στην πλαγιά του βουνού.
Το καλάθι
- …με τους «ευρωπαίους» (1): Φτάνει στην Κύπρο για επίσκεψη η υπουργός Παιδείας της Ελλάδας και το πρώτο πράγμα που κάνει η δικιά μας είναι να την κουβαλήσει στον Αρχιεπίσκοπο. Την ώρα που στα κατεχόμενα η εκπαιδευτική κοινότητα είναι πρωτοστάτης στους δρόμους για διατήρηση της κοσμικότητας της παιδείας και της κοινωνίας. Μιας κοσμικότητας που εμείς δεν είχαμε ποτέ…
- …με τους «ευρωπαίους» (2): Και μετά, η Κύπρια υπουργός Παιδείας, Αθηνά Μιχαηλίδου, άρχισε τις δηλώσεις με τα γνωστά ποιήματα για δεξιότητες και την καλλιέργεια κριτικής σκέψης στα σχολεία μας. Κριτική σκέψη και δόγματα δεν πάνε μαζί. Ούτε με χάπια ούτε με ενέσεις χορηγούνται.
- …με τους «ευρωπαίους» (3): Μας έχει γίνει συνήθεια, τελικά, να κολυμπούμε στα ξέβαθα λόγια. Θέλετε να κάνετε κάτι ουσιαστικό, κυρία υπουργέ; Ζητήστε από τη συνάδελφό σας από την Ελλάδα να σας βοηθήσει να στήσετε και στην Κύπρο το δωρεάν διαδικτυακό φροντιστήριο του ελληνικού υπουργείου, το οποίο ήδη λειτουργεί για όλα τα μαθήματα και το παρακολουθούν δωρεάν δεκάδες χιλιάδες Ελληνόπουλα· αντί να τρέχουν και να πληρώνουν στα φροντιστήρια και στα ιδιαίτερα.