Η επίσημη έναρξη, χθες, της αποστολής της Μαρίας Άνχελα Ολγκίν ως προσωπικής απεσταλμένης του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ για το Κυπριακό σηματοδοτεί μια -ακόμη- νέα φάση στη μακρόχρονη προσπάθεια επίλυσης του εθνικού μας θέματος. Με δεδομένη την προηγούμενη εμπειρία της στον ίδιο ρόλο, αλλά και το σύνθετο πολιτικό περιβάλλον, οι προσδοκίες για τη νέα της αποστολή διαμορφώνονται ανάμεσα σε ελπίδα και ρεαλισμό.
Η Ολγκίν καλείται να προετοιμάσει το έδαφος για την άτυπη πενταμερή συνάντηση που έχει προγραμματιστεί για τα τέλη Ιουλίου στη Γενεύη, με στόχο να επανεκκινήσει η διαδικασία διαπραγματεύσεων μεταξύ των δύο κοινοτήτων και των εγγυητριών δυνάμεων. Η αποστολή της αυτή τη φορά συνοδεύεται από την προσδοκία ότι θα εργαστεί πιο συστηματικά και με εντατικές επαφές ώστε να υπάρξει ουσιαστική πρόοδος.
Επίσημα, η κυπριακή κυβέρνηση υποδέχεται θετικά τον επαναδιορισμό της, εκφράζοντας την ελπίδα ότι η προσωπική προσήλωση του ΓΓ του ΟΗΕ και η εμπειρία της Ολγκίν θα συμβάλουν στην άρση του αδιεξόδου και στην επανεκκίνηση της ειρηνευτικής διαδικασίας, πάντα στη βάση των ψηφισμάτων του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ.
Η διαδικασία παραμένει ανοιχτή, αλλά είναι εύθραυστη. Παρά τις καλές προθέσεις, οι προσδοκίες για ουσιαστική πρόοδο παραμένουν χαμηλές. Η προηγούμενη θητεία της Ολγκίν χαρακτηρίστηκε από έμφαση στις επαφές με την κοινωνία των πολιτών, αλλά περιορισμένη ουσιαστική συζήτηση με τις ηγεσίες, κυρίως λόγω της αδιαλλαξίας της τουρκικής πλευράς. Ή Άγκυρα και ο Τουρκοκύπριος ηγέτης παραμένουν πιστοί στην προώθηση της λύσης των δύο κρατών.
Η Ολγκίν έχει στη διάθεσή της περίπου δύο μήνες για να προετοιμάσει τα επόμενα βήματα, με την ελπίδα ότι αυτή τη φορά θα επιδείξει μεγαλύτερη αποφασιστικότητα και θα μπορέσει να πιέσει τα μέρη προς μια ουσιαστική διαπραγμάτευση.
Τι να περιμένουμε; Η νέα αποστολή της Ολγκίν δεν αποτελεί πανάκεια για το Κυπριακό, αλλά μια ακόμη ευκαιρία για να διατηρηθεί ζωντανή η ελπίδα της επανέναρξης των συνομιλιών. Η επιτυχία της θα εξαρτηθεί από την ικανότητά της να δημιουργήσει συνθήκες ουσιαστικού διαλόγου, να γεφυρώσει το χάσμα εμπιστοσύνης και να κινητοποιήσει τη διεθνή κοινότητα σε μια πιο ενεργή στήριξη της διαδικασίας.
Μη αμελητέα πρόκληση είναι ότι η ελληνοκυπριακή κοινωνία, κουρασμένη από δεκαετίες αδιεξόδων, είναι επιφυλακτική και δεν κινητοποιείται. Δεν ασκεί πίεση σε κυβέρνηση και κόμματα.
Στο τέλος, η επιτυχία ή η αποτυχία της αποστολής Ολγκίν θα κριθεί από το κατά πόσο θα μπορέσει να στηρίξει κάθε ειλικρινή προσπάθεια που μπορεί να φέρει έστω και ένα μικρό βήμα πιο κοντά στη λύση και να μετατρέψει τη διεθνή βούληση σε απτά αποτελέσματα και να δώσει νέα πνοή στην ειρηνευτική διαδικασία.