Μην τους ματιάσω! Μην ματιάσω και τους Ελληνοκύπριους κτηματομεσίτες στον νότο. Τελικά, λέει, κατέβαλαν και εκείνοι μεγάλη προσπάθεια στον σφετερισμό των ελληνοκυπριακών περιουσιών λαφύρων! Δεν σας είπα πως οι συμμορίες δουλεύουν καλά; Το χρήμα ενώνει τους πάντες. Η ειρήνη δεν μπορεί να τους ενώσει. Η χώρα τους βρίσκεται υπό κατοχή, λέει, έχασαν τη μισή πατρίδα τους, μήπως τους νοιάζει; Τους νοιάζει η ελευθερία; Ή η επανένωση της Κύπρου; Να γίνει μία και ενιαία πατρίδα; Τους νοιάζει; Πέθαναν όσοι πέθαναν, έμειναν όσοι έμειναν, έχασαν όσοι έχασαν, όμως η ζωή συνεχίζεται. Θα τους ξεχάσουν όλους, θα κοιτάξουν να ζήσουν. Και μάλιστα, γιατί να ενωθεί η Κύπρος άλλωστε; Ας μείνει έτσι όπως είναι. Είναι πιο επικερδές! Ενώ υπάρχουν οι περιουσίες-λάφυρα τόσο στον βορρά όσο και στον νότο, ενώ προσφέρουν μοναδικές ευκαιρίες για να γεμίσει το ταμείο, μήπως αξίζει να ενωθεί το νησί και να εκλείψει αυτή η ευκαιρία; Λάτρεψαν αυτή την ευκαιρία μόλις την άκουσαν ακόμα και οι Άγγλοι, οι Γερμανοί, οι Ρώσοι, οι Ισραηλίτες και οι Ούγγροι κτηματομεσίτες. Τους τρέξανε τα σάλια. Έτρεξαν και ήρθαν και εκείνοι. Πουλούν τα χώματά μας. Πουλούν σε εμάς τα δικά μας χώματα. Στον δρόμο της Σαλαμίνας σταματά με οτοστόπ το αυτοκίνητό μας μια νεαρή γυναίκα. Την παίρνουμε στο αυτοκίνητο. Είναι Ρωσίδα. Επιχειρηματίας. Βιάζεται να προλάβει μια συνάντηση διοικητικού συμβουλίου για την οποία καθυστέρησε. «Τι δουλειά κάνεις;», τη ρωτώ. «Είμαι κτηματομεσίτης», λέει. Ποια είναι η δουλειά της; Πωλήτρια! Θυμάμαι τη Μόσχα. Τι ευκαιρίες τελικά πρόσφερε στους πολίτες του ο Μπόρις Γιέλτσιν, ο οποίος βούτηξε από τον σοσιαλισμό στον καπιταλισμό και έριξε μια κλοτσιά στον πισινό σε μια κοτζάμ Σοβιετική Ένωση! Ανακάλυψαν ακόμα και αυτό το μικρό νησί στη Μεσόγειο και εξαπλώθηκαν μέχρι εδώ σε εμάς. Όμως, όταν απαντούσα πως «είμαι Κύπριος» στη Μόσχα, σε όποιον με ρωτούσε «από πού είσαι», κανείς δεν γνώριζε καν πού ήταν η Κύπρος και τι είδους χώρα είναι. Πάρα πολλοί δεν είχαν ακούσει καν το όνομά της.
Εμείς υποφέραμε τον πόνο της και η γεύση του μας έμεινε. Όμως, εσύ, Ελληνοκύπριε αδελφέ. Πες μου την αλήθεια. Δεν πονάει καθόλου η καρδιά σου που η πατρίδα σου βρίσκεται υπό κατοχή; Δεν είναι καθόλου πρόβλημα αυτό για εσένα; Βεβαίως, θα μπορούσα να ρωτήσω και τους τζογαδόρους για αυτό. Ή τα αδέλφια τους Ελληνοκύπριους που με ρωτούν «προς τα πού πέφτει ο Καραβάς» όταν δροσίζονται στην παραλία της Κερύνειας. Και τους συχνούς πελάτες από τον νότο της θαυμάσιας ψαροταβέρνας στη Λάπηθο. Διάβασα σήμερα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης την ανάρτηση ενός Ελληνοκύπριου που σπάραξε η καρδιά του. Αναφέρεται σε οκτακόσιες Ελληνοκύπριες που υπέστησαν βιασμό το 1974. Και ρωτάει με πόνο: «Γιατί δεν ζητήθηκε λογοδοσία για αυτούς τους βάρβαρους βιασμούς; Γιατί έμειναν ατιμώρητοι όσοι τους διέπραξαν;» Και επαναστατεί κατά της κοινότητάς του: «Είστε ξεδιάντροποι. Γιατί συμπεριφέρεστε σαν να μην έχουν συμβεί όλα αυτά;»
Στην Κύπρο υπάρχει πληθώρα ατόμων που έγιναν πλούσιοι από τον πόλεμο. Κύλησε αυλάκι το αίμα; Τι ευκαιρία είναι αυτή! Εμείς ούτε καν τα κόκαλα των νεκρών μας δεν μπορέσαμε να μαζέψουμε ακόμα. Ενώ εσείς γεμίσατε τα ταμεία σας προ πολλού. Επαύλεις. Πολυτελή αυτοκίνητα. Και γύρους του κόσμου! Άρα κάποιοι από εμάς πέθαναν και κάποιοι από εμάς έζησαν σαν βασιλιάδες χάρη στους νεκρούς! Εσύ ίσως να άργησες λίγο, Ελληνοκύπριε αδελφέ. Οι δικοί μας έξυπνοι άρχισαν πριν από εσένα αυτή τη δουλειά. Προτού καν ανοίξουν οι πύλες. Πούλησαν με ψεύτικους τίτλους ιδιοκτησίας τις τουρκικές περιουσίες στον νότο. Στην Πάφο, στη Λάρνακα, στη Λεμεσό. Αν εσύ βρήκες Τούρκους συνέταιρους στον βορρά, βρήκαν και εκείνοι Έλληνες συνέταιρους στον νότο. Έφαγαν πολλά χρήματα από αυτή τη σκευωρία και οι εισαγγελείς και οι πολιτικοί. Όμως, πες μου τουλάχιστον. Πες την αλήθεια. Δεν πονάει καθόλου η καρδιά σου καθώς πουλάς τα εδάφη των δύσμοιρων συμπολιτών σου; Εσύ είσαι πολύ έξυπνος; Ή μήπως εμείς είμαστε πολύ βλάκες;