Σημαντική κρίνει τη διατήρηση της πτωτικής πορείας του δημόσιου χρέους της Κύπρου η Κεντρική Τράπεζα, με στόχο τη μείωσή του κάτω από το 60% του ΑΕΠ.
Στην έκθεση χρηματοοικονομικής σταθερότητας που δημοσιεύτηκε την Τετάρτη, η Κεντρική Τράπεζα προειδοποιεί για σημαντική αύξηση του παγκόσμιου δημόσιου χρέους, εκτιμώντας ότι αναμένεται να φτάσει από 93% το 2024 σχεδόν στο 100% του παγκόσμιου ΑΕΠ έως το 2030 (και πάνω από το 100% του ΑΕΠ για τις προηγμένες οικονομίες), εν μέσω και των προβλεπόμενων αυξημένων αμυντικών δαπανών, με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) να προειδοποιεί ότι οι αυξανόμενες εμπορικές εντάσεις και οι γεωπολιτικές αβεβαιότητες επιταχύνουν τη συσσώρευση χρέους σε παγκόσμιο επίπεδο.
Σημειώνεται ότι οι αυξημένοι κίνδυνοι στις αγορές κρατικών ομολόγων, σε συνδυασμό με την επιβράδυνση της παγκόσμιας ανάπτυξης, καθιστούν κρίσιμη τη διατήρηση της δημοσιονομικής πειθαρχίας και της ανθεκτικότητας.
Στην Κύπρο, τονίζεται, η υψηλή ανάπτυξη και η ισχυρή δημοσιονομική πειθαρχία οδήγησαν σε περαιτέρω μείωση του δημόσιου χρέους στο 65% του ΑΕΠ στο τέλος του 2024, από 74% ένα έτος νωρίτερα, διατηρώντας παράλληλα σημαντικά ταμειακά αποθέματα.
«Η διατήρηση αυτής της πορείας είναι απαραίτητη, με στόχο τη μείωση του χρέους επαρκώς κάτω από το 60% του ΑΕΠ, ώστε να διασφαλιστεί η ύπαρξη ισχυρού δημοσιονομικού αποθέματος έναντι μελλοντικών πιθανών κραδασμών και να ενισχυθεί η χρηματοοικονομική σταθερότητα σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα», υποδεικνύεται.
Πηγή ευπάθειας το ιδιωτικό χρέος
Παράλληλα με τις προειδοποιήσεις για το δημόσιο χρέος, η Κεντρική Τράπεζα έκανε αναφορά στα υψηλά επίπεδα ιδιωτικού χρέους, εκφράζοντας τη θέση ότι παραμένουν σημαντική πηγή ευπάθειας για το σύνολο του εγχώριου ιδιωτικού μη χρηματοοικονομικού τομέα, παρά τη σημαντική μείωση που καταγράφηκε τα τελευταία χρόνια.
Το χρέος των εγχώριων νοικοκυριών και μη χρηματοοικονομικών επιχειρήσεων (εξαιρουμένων των Οντοτήτων Ειδικού Σκοπού -ΟΕΣ) ανήλθε στο 134,8% του ΑΕΠ τον Δεκέμβριο 2024, παραμένοντας, ωστόσο, πάνω από τον μέσο όρο του αντίστοιχου δείκτη της ζώνης του ευρώ.
Παράλληλα, σημειώνεται ότι ο δείκτης χρέους προς ΑΕΠ υποχώρησε σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα, κυρίως λόγω της σημαντικής αύξησης στο ονομαστικό ΑΕΠ που επιτεύχθηκε την τελευταία δεκαετία, και λιγότερο λόγω καθαρών αποπληρωμών, γεγονός που καθιστά τον ιδιωτικό τομέα ευάλωτο σε ενδεχόμενη επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας.
Σημειώνεται ότι το συνεχιζόμενο υψηλό επίπεδο ιδιωτικού χρέους δύναται να δημιουργεί προκλήσεις στην αποπληρωμή των υποχρεώσεών του.