Υπερηχητικοί πύραυλοι αλλάζουν τη γεωπολιτική σκακιέρα

ΑΝΔΡΕΑΣ ΟΡΦΑΝΙΔΗΣ

Header Image

Η κούρσα των υπερηχητικών πυραύλων αναδεικνύεται ως ένα από τα πιο καθοριστικά πεδία ανταγωνισμού στη σύγχρονη διεθνή σκηνή, επανακαθορίζοντας το ισοζύγιο δυνάμεων και προκαλώντας μια νέα στρατηγική αβεβαιότητα. Η ταχύτητα, η ευελιξία και η ικανότητα ελιγμών αυτών των όπλων δεν περιορίζονται απλώς στη στρατιωτική τεχνολογία, αλλά διαχέονται σε ολόκληρο το φάσμα της γεωπολιτικής, επηρεάζοντας αποφάσεις κρατών, στρατηγικές συμμαχίες και παγκόσμιες ισορροπίες. Οι εξελίξεις σε αυτόν τον τομέα, με τη Ρωσία, τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Κίνα να βρίσκονται στην πρώτη γραμμή, δείχνουν ότι βρισκόμαστε μπροστά σε μια νέα εποχή στρατιωτικής ισχύος που μπορεί να συγκριθεί μόνο με την εποχή της πυρηνικής αποτροπής στον Ψυχρό Πόλεμο.

Η Μόσχα υπήρξε από τους πρώτους πρωταγωνιστές στη δημόσια ανάδειξη αυτής της τεχνολογίας, με τον ίδιο τον Βλαντίμιρ Πούτιν να παρουσιάζει το 2018 τα λεγόμενα «υπερόπλα» της Ρωσίας, όπως τον πύραυλο Avangard και τον Kinzhal. Οι δοκιμές και η επιχειρησιακή χρήση αυτών των συστημάτων, έστω και περιορισμένα, είχαν στόχο να αποδείξουν πως η Ρωσία διαθέτει μέσα που υπερβαίνουν την αμερικανική αντιπυραυλική άμυνα και επαναφέρουν την εικόνα της ως στρατιωτικής υπερδύναμης ικανής να επιβάλει σεβασμό. Σε μια περίοδο που η Δύση επιχειρεί να περιορίσει τη ρωσική ισχύ μέσω κυρώσεων και της στρατιωτικής υποστήριξης προς την Ουκρανία, η ανάδειξη των υπερηχητικών όπλων λειτουργεί και ως εργαλείο ψυχολογικής πίεσης, υπογραμμίζοντας πως κανένα συμβατικό ή πυρηνικό όπλο της Δύσης δεν μπορεί να θεωρείται πλέον ασφαλές.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες, αν και βρέθηκαν σε μειονεκτική θέση σε επίπεδο επικοινωνίας, επενδύουν μαζικά σε δικά τους προγράμματα υπερηχητικών συστημάτων. Τα τελευταία χρόνια, μέσω του Πενταγώνου αλλά και με τη συμμετοχή ιδιωτικών κολοσσών της αμυντικής βιομηχανίας, αναπτύσσονται προγράμματα όπως το ARRW και το CPS, με στόχο να καλυφθεί το κενό έναντι της Ρωσίας και της Κίνας. Ο αμερικανικός σχεδιασμός δεν περιορίζεται στην κατοχή όπλων ισοδύναμης ισχύος αλλά στοχεύει στη δημιουργία ενός ευρύτερου πλέγματος άμυνας και επίθεσης, που θα μπορεί όχι μόνο να ανιχνεύει αλλά και να αναχαιτίζει υπερηχητικούς πυραύλους, κάτι που μέχρι στιγμής δεν έχει επιτευχθεί σε επιχειρησιακό επίπεδο. Η τεχνολογική αυτή πρόκληση επιβαρύνει σημαντικά τον αμερικανικό στρατιωτικό προϋπολογισμό και οδηγεί σε έναν νέο αγώνα δρόμου με απρόβλεπτες συνέπειες.

Η Κίνα, από την πλευρά της, αντιμετωπίζει την ανάπτυξη των υπερηχητικών συστημάτων ως στρατηγικό εργαλείο για την αναβάθμιση της θέσης της στο διεθνές σύστημα. Με όπλα όπως ο DF-17, το Πεκίνο επιχειρεί να διασφαλίσει υπεροχή στην Ασία, στέλνοντας σαφές μήνυμα προς την Ουάσινγκτον αλλά και προς περιφερειακούς αντιπάλους όπως η Ιαπωνία, η Νότιος Κορέα και η Ινδία. Η δυνατότητα της Κίνας να απειλεί αμερικανικές βάσεις στον Ειρηνικό ή ακόμη και να αμφισβητεί την παρουσία του αμερικανικού ναυτικού αποτελεί βασικό μοχλό πίεσης στην κρίση της Ταϊβάν και στις διεκδικήσεις της στη Νότια Σινική Θάλασσα. Η ενσωμάτωση υπερηχητικών όπλων στο κινεζικό οπλοστάσιο ενισχύει την άποψη πως το Πεκίνο δεν περιορίζεται σε έναν αμυντικό ρόλο αλλά προετοιμάζεται για ένα πιθανό σενάριο επιβολής διά της ισχύος.

Η είσοδος αυτών των νέων όπλων στη διεθνή αρένα δεν έχει μόνο στρατιωτικές επιπτώσεις αλλά και βαθύτατες γεωπολιτικές συνέπειες. Η λογική της αποτροπής που είχε οικοδομηθεί στη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, στηριζόμενη στην προβλεψιμότητα και στην αμοιβαία εξασφαλισμένη καταστροφή, δέχεται ισχυρό πλήγμα. Οι υπερηχητικοί πύραυλοι μειώνουν δραματικά τον χρόνο αντίδρασης των κρατών, καθιστώντας δύσκολη την πολιτική και στρατιωτική λήψη αποφάσεων. Η απειλή ότι ένα όπλο μπορεί να πλήξει στόχο σε ελάχιστα λεπτά δημιουργεί μια ατμόσφαιρα συνεχούς κρίσης, αυξάνοντας τον κίνδυνο λανθασμένων εκτιμήσεων και ανεξέλεγκτης κλιμάκωσης.

Παράλληλα, η ανάπτυξη των υπερηχητικών πυραύλων τροφοδοτεί μια νέα μορφή εξοπλιστικής κούρσας που ξεπερνά τις τρεις μεγάλες δυνάμεις. Ήδη η Ινδία εργάζεται πάνω σε δικά της προγράμματα με τη συνεργασία της Ρωσίας, ενώ η Ιαπωνία και η Νότιος Κορέα εντάσσουν τη δυνατότητα ανάπτυξης αντίστοιχων συστημάτων στις στρατηγικές τους επιλογές. Ακόμη και περιφερειακές δυνάμεις όπως η Βόρειος Κορέα επιχειρούν να επιδείξουν πρόοδο στον τομέα αυτό, χρησιμοποιώντας την απειλή ως διαπραγματευτικό χαρτί. Η διάχυση της τεχνολογίας αυξάνει τους κινδύνους, καθώς δεν είναι σαφές ποιοι μηχανισμοί ελέγχου και περιορισμού μπορούν να επιβληθούν σ’ ένα τόσο ευαίσθητο και καινοτόμο πεδίο.

Η διπλωματία δείχνει να υστερεί σημαντικά έναντι της τεχνολογικής εξέλιξης. Οι συνθήκες που είχαν στόχο να περιορίσουν τους εξοπλισμούς, όπως η New START, δεν καλύπτουν τους υπερηχητικούς πυραύλους, αφήνοντας ένα επικίνδυνο κενό στο διεθνές νομικό πλαίσιο. Η απουσία κανόνων και περιορισμών εντείνει την αίσθηση ανασφάλειας, καθώς κάθε κράτος αισθάνεται ότι πρέπει να κινηθεί γρήγορα για να μην βρεθεί εκτεθειμένο. Ο διάλογος για την ενσωμάτωση αυτών των όπλων σε καθεστώτα ελέγχου παραμένει υποτονικός, κυρίως επειδή οι μεγάλες δυνάμεις θεωρούν πως βρίσκονται ακόμη σε διαδικασία τεχνολογικής ανάπτυξης και δεν είναι διατεθειμένες να δεσμευθούν σε περιορισμούς που θα τις έφερναν σε μειονεκτική θέση.

Στην πραγματικότητα, η κούρσα των υπερηχητικών όπλων δεν αφορά μόνο τη στρατιωτική ισχύ, αλλά και το κύρος και την εικόνα ισχύος που θέλουν να προβάλουν τα κράτη. Για τη Ρωσία, η ανάδειξη αυτών των συστημάτων είναι μέσο αντιστάθμισης της οικονομικής αδυναμίας και των διεθνών πιέσεων. Για τις Ηνωμένες Πολιτείες, είναι ζήτημα αξιοπιστίας της παγκόσμιας ηγεσίας τους και διατήρησης της στρατηγικής αποτροπής. Για την Κίνα, είναι εργαλείο που ενισχύει την αφήγηση της ανόδου της ως υπερδύναμης που αμφισβητεί την αμερικανική πρωτοκαθεδρία. Σε αυτό το πλαίσιο, τα υπερηχητικά όπλα λειτουργούν και ως σύμβολα ισχύος που υπερβαίνουν την καθαρά στρατιωτική τους διάσταση.

Οι επιπτώσεις για τον υπόλοιπο κόσμο είναι πολυσύνθετες. Από τη μια πλευρά, οι μικρότερες χώρες βρίσκονται εκτεθειμένες σ’ έναν νέο γύρο αστάθειας, καθώς τα συστήματα άμυνας που διαθέτουν καθίστανται ξεπερασμένα. Από την άλλη, οι αγορές όπλων ανοίγουν νέες ευκαιρίες για την αμυντική βιομηχανία, οδηγώντας σε νέες συμμαχίες και εξαρτήσεις. Η πιθανότητα διάδοσης της τεχνολογίας σε ασταθείς περιοχές δημιουργεί κινδύνους που δεν περιορίζονται μόνο στη στρατιωτική διάσταση αλλά αγγίζουν και την παγκόσμια ασφάλεια. Η Ευρώπη, για παράδειγμα, βρίσκεται αντιμέτωπη με την ανάγκη να αποφασίσει αν θα επενδύσει σε δικά της προγράμματα υπερηχητικών όπλων ή αν θα εξαρτηθεί πλήρως από τις Ηνωμένες Πολιτείες για την ασφάλειά της.

Σ’ αυτό το περιβάλλον, η Κύπρος και η ευρύτερη Ανατολική Μεσόγειος αποκτούν ιδιαίτερη σημασία, καθώς βρίσκονται σε μια περιοχή όπου συγκλίνουν τα συμφέροντα μεγάλων δυνάμεων. Η παρουσία αμερικανικών και βρετανικών βάσεων, η δυναμική εμπλοκή των ΗΠΑ μέσω Ισραήλ, η αυξανόμενη εμπλοκή της Ρωσίας στη Συρία και η στρατηγική αξία της περιοχής για την Κίνα στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας «Μία Ζώνη-Ένας Δρόμος», σημαίνουν ότι η διάδοση των υπερηχητικών όπλων μπορεί να μετατρέψει την περιοχή σε πεδίο άσκησης πίεσης και ισχύος. Η απουσία διεθνούς πλαισίου ελέγχου καθιστά ακόμη πιο επικίνδυνη την κατάσταση, καθώς μια τοπική κρίση θα μπορούσε να εξελιχθεί σε πεδίο δοκιμής νέων τεχνολογιών με απρόβλεπτες συνέπειες.

Συμπερασματικά, το μέλλον της παγκόσμιας ασφάλειας θα εξαρτηθεί από το κατά πόσο οι μεγάλες δυνάμεις θα καταφέρουν να συνδυάσουν την τεχνολογική πρόοδο με την πολιτική υπευθυνότητα. Αντί μιας ανεξέλεγκτης κούρσας που θυμίζει τα πιο σκοτεινά χρόνια του Ψυχρού Πολέμου, υπάρχει η ανάγκη μιας νέας αρχιτεκτονικής ασφάλειας που θα λαμβάνει υπόψη τις προκλήσεις της εποχής των υπερηχητικών όπλων. Μέχρι τότε, ο κόσμος θα συνεχίσει να ζει στη σκιά μιας ταχύτητας που μπορεί να αλλάξει την ισορροπία δυνάμεων μέσα σε ελάχιστα λεπτά, με όλες τις απειλές και τις αβεβαιότητες που αυτό συνεπάγεται.

*Καθηγητή-ανθρωπολόγου στο Philips University, πρώην πρύτανη

ΤΑ ΑΚΙΝΗΤΑ ΤΗΣ ΕΒΔΟΜΑΔΑΣ

Λογότυπο Altamira

Πολιτική Δημοσίευσης Σχολίων

Οι ιδιοκτήτες της ιστοσελίδας www.politis.com.cy διατηρούν το δικαίωμα να αφαιρούν σχόλια αναγνωστών, δυσφημιστικού και/ή υβριστικού περιεχομένου, ή/και σχόλια που μπορούν να εκληφθεί ότι υποκινούν το μίσος/τον ρατσισμό ή που παραβιάζουν οποιαδήποτε άλλη νομοθεσία. Οι συντάκτες των σχολίων αυτών ευθύνονται προσωπικά για την δημοσίευση τους. Αν κάποιος αναγνώστης/συντάκτης σχολίου, το οποίο αφαιρείται, θεωρεί ότι έχει στοιχεία που αποδεικνύουν το αληθές του περιεχομένου του, μπορεί να τα αποστείλει στην διεύθυνση της ιστοσελίδας για να διερευνηθούν. Προτρέπουμε τους αναγνώστες μας να κάνουν report / flag σχόλια που πιστεύουν ότι παραβιάζουν τους πιο πάνω κανόνες. Σχόλια που περιέχουν URL / links σε οποιαδήποτε σελίδα, δεν δημοσιεύονται αυτόματα.

Διαβάστε περισσότερα

Κάντε εγγραφή στο newsletter του «Π»

Εγγραφείτε στο Newsletter της εφημερίδας για να λαμβάνετε καθημερινά τις σημαντικότερες ειδήσεις στο email σας.

ΕΓΓΡΑΦΗ

Ακολουθήστε μας στα social media

App StoreGoogle Play