Η νέα διοίκηση των ΗΠΑ μας υποχρέωσε εδώ και τρεις εβδομάδες να παρακολουθούμε ένα καθημερινό φεστιβάλ καρτούν. Όλη η υφήλιος, πνιγμένη μέσα στην αβεβαιότητα και την ανασφάλεια, διερωτάται αν αυτό που βιώνει είναι ένα υπερρεαλιστικό κινηματογραφικό δημιούργημα, ή η παγκόσμια πολιτική πραγματικότητα των επόμενων τεσσάρων τουλάχιστον χρόνων.
Μέσα σε αυτό το κλίμα, κοινωνίες σε όλο τον κόσμο αρχίζουν να κοιτάζουν προς τα πάνω και να μετατρέπουν το άγχος και την ανασφάλειά τους σε αίτημα προς τις ηγεσίες: Σοβαρευτείτε!
Από τον Παναμά, το Μεξικό και τον Καναδά, μέχρι τη Δανία, την Παλαιστίνη και την Τουρκία, πληθαίνουν οι φωνές πολιτών που ζητούν πολιτικές συναίνεσης, σοβαρότητα στη διαχείριση, συσπείρωση και συγκρότηση.
Το μείγμα και οι ανέγγιχτοι
Το αίσθημα της ρευστότητας γίνεται πιο έντονο επειδή δεν αφορά αμιγώς πολιτικές προσεγγίσεις. Αυτό που κάνει τους ανθρώπους να αισθάνονται αβεβαιότητα είναι ότι αναβιώνει το είδος του επεκτατισμού που βίωνε η ανθρωπότητα πριν από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο: Ο κλασικός, παραδοσιακός ιμπεριαλισμός, με απόλυτα συνδεδεμένα τα εδαφικά-πολιτικά αιτήματα με το οικονομικό κέρδος.
Από τη στιγμή όμως που εδώ και τρία τέταρτα του αιώνα οι οικονομίες δομήθηκαν με μια νέου τύπου λεπτοδουλεμένη ύφανση, η επιστροφή στην κλασική και κυνική βαρβαρότητα δεν είναι απλώς οπισθοδρόμηση ή συντηρητικοποίηση. Κινδυνεύει να προκαλέσει απρόβλεπτες και ανυπολόγιστες συνέπειες στο οικονομικό δίκτυο των κρατών και στις τσέπες των πολιτών.
Αν έχει κάποιο νόημα να τα προσεγγίζουμε αναλυτικά όλα αυτά, είναι γιατί παρατηρούμε πως σ’ εμάς, στην ελληνοκυπριακή κοινωνία και πολιτεία, αντιμετωπίζονται ως κάτι που δεν μας αφορά, κάτι που δεν υπάρχει περίπτωση να μας αγγίξει. Έτσι και το αίτημά μας προς την ηγεσία για σοβαρότητα δεν είναι αρκετά ισχυρό για να φτάσει στα αφτιά της.
Την πιο κρίσιμη στιγμή στην παγκόσμια σκακιέρα και στη γειτονιά μας, εμείς και οι πολιτικοί μας ηγέτες εξακολουθούμε να λειτουργούμε με όρους της δεκαετίας του 1990:
Οι αδιόρθωτοι
1. Η κυβέρνηση, χωρίς την πίεση ουσιαστικής αντιπολίτευσης, εξακολουθεί να κινείται με τους ίδιους ρυθμούς και την ίδια προτεραιότητα, όπως εξαρχής: Καθολικό πρόταγμα είναι να φαίνεται ότι κυβερνά. Ακόμη κι όταν αυτό δεν πείθει, η κυβέρνηση δεν αλλάζει προσέγγιση. Στην ανάγκη, ο Πρόεδρος επιβάλλει ως πρώτο θέμα για δύο εβδομάδες μια μυστηριώδη διαδικτυακή απειλή «θα δεις τι θα πάθεις»… Πιθανότατα επειδή δεν μπορεί ή δεν ξέρει άλλον τρόπο διαχείρισης της κυβερνητικής πολιτικής. Το επίμονο μήνυμα του Προέδρου και των άμεσων συνεργατών του («πάνω από όλα οι εντυπώσεις») έχει περάσει και στο σύνολο σχεδόν του Υπουργικού Συμβουλίου.
2. Απόρροια του πιο πάνω, είναι η μη κυβερνησιμότητα. Ενόσω το ποδήλατο βρίσκεται σε κατήφορο, κυλάει προς τα εμπρός. Για παράδειγμα, στην οικονομία, ελέω κυρίως των πωλήσεων ακινήτων μέσω της «χρυσής βίζας» (που αντικατέστησε τα «χρυσά διαβατήρια»), το ποδήλατο κυλάει.
Όποτε όμως βρεθεί σε ίσιωμα ή ανήφορο, ανακαλύπτουν ότι δεν υπάρχει καδένα. Τότε, το σύνηθες είναι ένας συνδυασμός διαχείρισης μιας κρίσης από τη δημόσια υπηρεσία μόνη της (χωρίς κατευθυντήριες οδηγίες) και εγκατάλειψης της κατάστασης στην τύχη της· με την προσδοκία ότι κάποιος άλλος θα βγάλει το φίδι από την τρύπα. Αυτό έγινε π.χ. με τους takata, όπου το φίδι έβγαλε -όσο της επιτρεπόταν- από την τρύπα η Βουλή, και με τα αγγλόφωνα προγράμματα των δημόσιων πανεπιστημίων. Όπου όλο το βάρος τράβηξαν τα ίδια τα πανεπιστήμια. Η υπουργός Παιδείας άφαντη, χωρίς … άποψη. Είναι η πρώτη κυβέρνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας που δεν έχει άποψη. Μόνο για τις τράνζιτ διελεύσεις, για το νέο πλασματικό αφήγημα ότι ΗΠΑ και Ισραήλ θα σπεύσουν να μας υπερασπιστούν σε περίπτωση τουρκικής επίθεσης, και για την επιρροή της Τουρκίας στη Συρία - όπου θέλουμε να διαταχθεί να μην έχει!
3. Η αντιπολίτευση, αντί να αρθεί στο ύψος της περίστασης, παραμένει κατά κανόνα αμήχανη (σκόπιμα;), ενώ προπονείται παράλληλα στο γήπεδο μπάσκετ για τον ποδοσφαιρικό αγώνα των εκλογών. Ο ΔΗΣΥ κάνει γι’ αυτό τις χειρότερες δυνατές επιλογές: Ο φόβος της επέλασης του ΕΛΑΜ κάνει την ηγεσία του ΔΗΣΥ να θέλει να γίνει χαλίφης στη θέση του χαλίφη. Έτσι, ασκεί μηδενική σχεδόν αντιπολίτευση στην κυβέρνηση, κρατά κλειστό το στόμα στο Κυπριακό, και μαυροντύνεται στο μνημόσυνο του Γρίβα. Ελπίζοντας ότι στις βουλευτικές του 2026 δεν θα χάσει πολλές ψήφους προς το ΕΛΑΜ. Στο τέλος και ψήφους θα χάσει (γιατί να μην ψηφίσει κάποιος το πρωτότυπο και να ψηφίσει το αντίγραφο;) και την ταυτότητά του.
Το ΑΚΕΛ, με το πρόσχημα της «πίστωσης χρόνου», ασκεί ήπια αντιπολίτευση, ιδιαίτερα στο Κυπριακό. Όλα δείχνουν ότι η κυρίαρχη αγωνία είναι τα ποσοστά των βουλευτικών εκλογών, οι συμμαχίες, και οι προεδρικές του 2028. Η πολιτική της «στρατηγικής συμμαχίας με το Κέντρο» βρίσκεται σε ισχύ, παρά τις κατά καιρούς αναταράξεις. Έτσι, ενώ σε πολλά ζητήματα κοινωνικής πολιτικής και αλληλεγγύης το κόμμα βγαίνει μπροστά -συχνά με πολύ μελετημένες προτάσεις- αποφεύγει την έντονη αντιπαράθεση σε άλλα ζητήματα, προκειμένου να αποφύγει επανάληψη της «ρήξης» με το ΔΗΚΟ - όπως είχε γίνει με την πρόταση για φορολόγηση των υπερκερδών των τραπεζών.
Τα σαλιγκάρια
Αυτό το κενό σοβαρότητας, αντί να ενθαρρύνει αξιόλογους ανθρώπους να βγουν μπροστά και να διεκδικήσουν με την παρουσία τους μεταβολή της βαλτώδους κατάστασης, αντίθετα ενθαρρύνει ανθρώπους με τυχοδιωκτικό πολιτικό κύτταρο να οραματίζονται μεγαλεία.
Η κακοσμία της ατμόσφαιρας λειτουργεί ελκυστικά και καταλυτικά. Μια σειρά από ανθρώπους δηλώνουν την πρόθεσή τους για δημιουργία πολιτικών κινήσεων-κομμάτων, άλλοι πλησιάζουν υφιστάμενους χώρους προσφέροντας τις «υπηρεσίες» τους, ενώ άλλοι τρέχουν να στήσουν γέφυρες με δυνατά άλογα για τις προεδρικές του 2028 - κυρίως με τον Οδυσσέα Μιχαηλίδη.
Όταν όμως επιλέγεις, αντί να πολεμήσεις τον βάλτο, να γίνεις άρχοντας σε αυτόν, τα πράγματα γίνονται εξαιρετικά πολύπλοκα, σχεδόν ανεξέλεγκτα. Για παράδειγμα, αν ελπίζεις ότι θα γίνεις ο Φειδίας των βουλευτικών του 2026, θα πρέπει να ξέρεις ότι υπάρχουν και πολλοί άλλοι που σκέφτονται το ίδιο.
Η πολυπλοκότητα μιας τέτοιας κατάστασης αγγίζει τους υφιστάμενους πολιτικούς σχηματισμούς αλλά και νέους «παίκτες». Για παράδειγμα, ο Οδυσσέας Μιχαηλίδης έχει αποκτήσει πολλούς θαυμαστές και αναγνωρισιμότητα, η οποία όμως δημιουργεί διλήμματα: Αν αποφασίσει να μην κατέβει στις βουλευτικές εκλογές και να περιμένει τις προεδρικές, ρισκάρει να αποδυναμωθεί στο μεταξύ η δυναμική του. Οι νέοι αστέρες, είτε έχουν εξουσία και στηρίζονται από παράγοντες εξουσίας για να διατηρούν την αίγλη τους, όπως συνέβη στην περίπτωση Χριστοδουλίδη, ή κάνουν πολιτική κίνηση την ώρα που βρίσκονται στο απόγειό τους, όπως στην περίπτωση Φειδία.
Αν, από την άλλη, αποφασίσει να κατέβει στις βουλευτικές εκλογές, σίγουρα θα εξασφαλίσει ένα υψηλό ποσοστό, τραυματίζοντας εκλογικά τους επίδοξους υποστηρικτές του για την προεδρία (κυρίως ΑΚΕΛ και ΔΗΚΟ). Οι αντιδράσεις τους από τη ζημιά που θα τους έχει κάνει μπορεί να πάρουν ανεξέλεγκτες διαστάσεις.
Το αίτημα
Όλα είναι σε οριακό σημείο. Αν νομίζουμε ότι τα χειρότερα πέρασαν, σε οποιοδήποτε επίπεδο, γελιόμαστε. Κανένας και τίποτε δεν μένει αλώβητο από μια τέτοια διεθνή συγκυρία και μια τέτοια αδιέξοδη εσωτερική κατάσταση. Επομένως, με κάθε τρόπο θα πρέπει να πειστούν σοβαροί άνθρωποι και στιβαρές προσωπικότητες να μπουν μπροστά. Μόνο έτσι μπορεί να γίνει πραγματική διαφορά.
Την ίδια στιγμή, όμως, θα πρέπει κι εμείς να πείσουμε ως πολίτες και κοινωνία ότι θέλουμε να σοβαρευτούμε. Αν η ελληνοκυπριακή κοινωνία συνεχίσει να κυνηγά πόκεμον μέσα στα σοκάκια της πολιτικής, όπως έκαναν τα παιδιά το 2016 στους δρόμους, τότε θα εξακολουθήσουν να μας μένουν μόνο τα πόκεμον.
Το Καλάθι
• … με το «μα γιατί έρχεσαι κυρία Ντι Κάρλο;» (1): Έχει πραγματικό αντικείμενο η αυριανή επίσκεψη Ντι Κάρλο; Θεωρητικά ναι. Στην πράξη όμως; Με ένα Ν. Χριστοδουλίδη να ασχολείται με το Κυπριακό μόνο στο αυτοκίνητο πού και πού, σε κάποιες μετακινήσεις του από εκδήλωση σε εκδήλωση, και έναν υπουργό Άμυνας που ονειρεύεται στρατιωτικό μέτωπο μεγάλων δυνάμεων και Ισραήλ κατά της Τουρκίας, Όχι!
• … με το «μα γιατί έρχεσαι κυρία Ντι Κάρλο;» (2): Εκεί που η Βουλή έδωσε όπλα στον υπουργό Συγκοινωνιών να λύσει το πρόβλημα με τους takata, ο ίδιος εν τέλει (παρα)καλεί τους εισαγωγείς να συνεργαστούν… Επομένως, κυρία Ντι Κάρλο, εμείς τα προβλήματα δεν τα λύνουμε. Τα περιπλέκουμε.
• … με το «μα γιατί έρχεσαι κυρία Ντι Κάρλο;» (3): Θα πιέσετε για άνοιγμα οδοφραγμάτων; Μα αν ανοίξουν Μια Μηλιά και Λουρουτζίνα, χωρίς τις διελεύσεις Αθηένου και Κοκκίνων, ο Ν. Χριστοδουλίδης δεν θα έχει πού να κρυφτεί. Και θα σας το πει κι ο ίδιος. Νομίζετε τυχαία μίλησε για «πακέτο»; Ήξερε τι έκανε!