Για πολλούς η λέξη «μεταρρυθμίσεις» κατάντησε να είναι ανιαρή και αόριστη. Την επαναλαμβάνουμε όλοι σε τακτά χρονικά διαστήματα και ο κόσμος, στην καλύτερη περίπτωση, μας αγνοεί και συνήθως μας κοροϊδεύει. Οι λόγοι πολλοί.
Ο βασικός λόγος είναι ότι η λέξη ακούγεται συχνά αλλά στην πράξη σπάνια μετουσιώνεται σε πράξεις και έργα. Όμως, υπάρχουν άλλοι βασικοί λόγοι που εμποδίζουν την υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων.
Οι μεταρρυθμίσεις αλλάζουν το υφιστάμενο – λιγότερο ανταγωνιστικό - καθεστώς και δημιουργούν ένα νέο – περισσότερο ανταγωνιστικό. Όσοι λοιπόν ενεργούν κάτω από το πρώτο έχουν να χάσουν άμεσα. Επιπρόσθετα, η κάθε αλλαγή εμπεριέχει και ένα σημαντικό ρίσκο αβεβαιότητας, κάτι που όλοι αποστρεφόμαστε. Άρα, υπάρχουν σημαντικές αντιδράσεις και αντιστάσεις έναντι σε κάθε τέτοια προσπάθεια.
Από την άλλη, το νέο καθεστώς δεν έχει παίκτες, αλλά και να έχει κάποιους είναι συνήθως οικονομικά και πολιτικά αδύνατοι σε σχέση με τους πρώτους, και άρα δεν έχει μια ομάδα που να υποστηρίζει σθεναρά την προώθησή της.
Το πλέον όμως αρνητικό είναι ότι η ζημιά που προκαλεί ένας αναποτελεσματικός τομέας δεν γίνεται εύκολα αντιληπτή. Και να γίνει αντιληπτή, το πραγματικό μέγεθος της ζημιάς δεν μπορεί να μετρηθεί. Το ίδιο και το όφελος που θα δημιουργηθεί από μια μεταρρύθμιση.
Ποιο είναι το κόστος της μεταρρύθμισης του τομέα της παιδείας μας; Κάποιοι θα κάνουν μια λογιστική πράξη, π.χ. θα χρησιμοποιήσουν το τι στοιχίζουν τα ιδιωτικά σχολεία σε σχέση με τα δημόσια, και στη διαφορά θα προσθέσουν το κόστος της παραπαιδείας και θα καταλήξουν σε έναν αριθμό. Όμως, το πραγματικό κόστος του σημερινού εκπαιδευτικού μας συστήματος είναι πολύ μεγαλύτερο. Αυτό γιατί δεν είναι προσαρμοσμένο στις ανάγκες της οικονομίας και της κοινωνίας. Εκπαιδεύει Χ και η Κύπρος χρειάζεται Ψ. Ποιο είναι και θα είναι το κόστος στο μέλλον; Μήπως το αποτέλεσμα θα είναι μια λιγότερο παραγωγική και ανταγωνιστική οικονομία με περισσότερους χαμηλόμισθους και ανέργους; Η απάντηση είναι ναι… αλλά δεν μπορεί να μετρηθεί. Δεν μπορεί να γίνει αντιληπτό.
Το ίδιο και για το σύστημα απονομής δικαιοσύνης. Πέραν των γνωστών προβλημάτων, υπάρχει και το κόστος των χαμένων επενδύσεων. Διεθνείς κολοσσοί, ακόμη και Κύπριοι επενδυτές, αρνούνται να επενδύσουν, να δημιουργήσουν καλύτερες θέσεις εργασίας και πλούτο στην Κύπρο γιατί γνωρίζουν ότι δεν θα μπορέσουν να προστατεύσουν τα δικαιώματά τους αποτελεσματικά όταν θα προκύψει μια διαφορά. Ποιο, λοιπόν, είναι το κόστος αυτό; Δυστυχώς και πάλι δεν μπορεί να μετρηθεί, ούτε και να γίνει αντιληπτό.
Το βάρος λοιπόν των μεταρρυθμίσεων βρίσκεται στους ώμους των πολιτικών και της κοινωνίας. Ναι, θα ακουστούν οι φωνές των σημερινών παικτών, αλλά περισσότερο θα πρέπει να ακουστούν οι φωνές των επόμενων γενεών.
Δυστυχώς όμως και για τους πολιτικούς υπάρχει μια πρόκληση. Το «κόστος» μιας μεταρρύθμισης συνήθως έρχεται άμεσα (στη δική τους θητεία) και το όφελος έρχεται με καθυστέρηση (στη θητεία των επόμενων). Μόνη λύση λοιπόν είναι να βάλουμε τις φωνές των επομένων γενεών πάνω από την ψήφο της δικής μας γενεάς.
Οι απόψεις που εκφράζονται είναι προσωπικές