Στο Γραφείο Χειρισμού Θεμάτων Βίας στην Οικογένεια και Κακοποίησης Ανηλίκων, που μετονομάζεται σχετικά, ανατίθεται ο χειρισμός υποθέσεων ελλειπόντων προσώπων σύμφωνα με τη νέα αστυνομική διάταξη (ΑΔ) 3/53 ημερ. 26/6/2019. Η Διάταξη που εξασφάλισε ο «Π» και το πολυσέλιδο πρωτόκολλο ενεργειών που περιλαμβάνεται σε αυτήν εκπονήθηκαν με σκοπό (στον απόηχο των ειδεχθών δολοφονιών πέντε γυναικών και δύο κοριτσιών από τον καταδικασθέντα Νίκο Μεταξά και της κατακραυγής της κοινωνίας για τις εγκληματικές παραλείψεις, λάθη, αμέλεια και αδιαφορία εκ μέρους της Αστυνομίας) να τυγχάνουν αποτελεσματικού χειρισμού οι υποθέσεις ελλειπόντων προσώπων ενεργοποιώντας τη δύναμη για ανάληψη άμεσης δράσης. Παράλληλα έχουν αναληφθεί περαιτέρω ενέργειες για επικαιροποίηση Πρωτοκόλλου με το Hope For Children όσον αφορά το child alert, έχει καταρτιστεί σχετικός κατάλογος με συνδέσμους, οργανώσεις, θρησκευτικούς χώρους αλλοδαπών που διαμένουν στο έδαφος της Δημοκρατίας και οι οποίοι μπορούν να παράσχουν συνδρομή σε παρόμοιες υποθέσεις ενώ θα αρχίσει επιμόρφωση των αστυνομικών με στοχευμένα προγράμματα. Τέλος έχει ήδη αναβαθμισθεί το μηχανογραφημένο σύστημα της Αστυνομίας, με εξειδικευμένα πεδία, για την καταχώρηση των ελλειπόντων προσώπων, με σκοπό τον καλύτερο συντονισμό και έλεγχο των ενεργειών.
Σύμφωνα με την ΑΔ, τα ελλείποντα άτομα χωρίζονται σε ευάλωτα (όλοι κάτω των 18 και άνω των 65, με προβλήματα υγείας, με τάσεις αυτοκτονίας, εύλογη υποψία ότι είναι θύματα εγκληματικής πράξης) και μη ευάλωτα ενώ καταγράφονται τα στάδια για τη διερεύνηση των υποθέσεων:
- Με τη λήψη καταγγελίας ή πληροφορίας για ελλείπον πρόσωπο, να γίνεται αρχική αξιολόγηση του επιπέδου κινδύνου και να αρχίζει αμέσως η εξέταση της υπόθεσης
- Τη διερεύνηση υποθέσεων «μη ευάλωτων» ελλειπόντων προσώπων αναλαμβάνει ο τοπικός αστυνομικός σταθμός όπου έγινε η εξαφάνιση. Σε περίπτωση που ο τόπος διαμονής του ελλείποντος προσώπου είναι διαφορετικός, ο υπεύθυνος του αστυνομικού σταθμού να συνεργάζεται με τον υπεύθυνο του αστυνομικού σταθμού του τόπου διαμονής του, για συντονισμό των δράσεων
- Εάν σε 24 ώρες από την εξαφάνιση του προσώπου αυτό δεν εντοπιστεί, τότε ο φάκελος διαβιβάζεται αμέσως και διά χειρός στο ΤΑΕ της οικείας αστυνομικής διεύθυνσης για συνέχιση των εξετάσεων
- Τη διερεύνηση υποθέσεων που αφορούν «Ευάλωτα Ελλείποντα Πρόσωπα» αναλαμβάνει το ΤΑΕ της αστυνομικής διεύθυνσης όπου διαπιστώθηκε η εξαφάνιση σε συνεργασία με το ΤΑΕ διαμονής αν είναι διαφορετικό.
Στο Πρωτόκολλο καταγράφονται οι κατευθυντήριες γραμμές και οι κυριότερες ενέργειες για τη διερεύνηση υποθέσεων ελλειπόντων προσώπων όπως η δημοσίευση φωτογραφιών, ο έλεγχος μέσων κοινωνικής δικτύωσης, όπου επιβάλλεται η εμπλοκή άλλων υπηρεσιών, ενώ ειδικοί έλεγχοι θα αφορούν αλλοδαπούς. «Ωστόσο, κάθε υπόθεση έχει τις δικές της ιδιαιτερότητες, τις οποίες οι ανακριτές θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη, για τη διαλεύκανσή της και τον εντοπισμό του ελλείποντος προσώπου» τονίζεται στη διάταξη. Στο δε Πρωτόκολλο που προβλέπει και για χειρισμό περιπτώσεων όπου υπάρχει πληροφορία για ελλείπον πρόσωπο στις κατεχόμενες περιοχές –με τη βοήθεια της αρμόδιας δικοινοτικής επιτροπής– τονίζεται πως σε περίπτωση μη εντοπισμού ελλείποντος προσώπου ο φάκελος δεν καταστρέφεται.
Νομικά εργαλεία
Επείγεται η Αστυνομία
Με επιστολή ημερ.28/6/19 του υπαρχηγού Αστυνομίας Σ. Παπαθεοδώρου προς τον γ.δ. της Βουλής επισημαίνεται πως φάνηκε η ανάγκη για τροποποίηση –το συντομότερο– νόμων, που καθυστερούν –με ευθύνη, και αν όχι κυρίως, της Βουλής– ούτως ώστε να καλύπτουν τις περιπτώσεις όπου η εξασφάλιση τηλεπικοινωνιακών δεδομένων για ελλείποντα πρόσωπα είναι ζωτικής σημασίας. Ως εκ τούτου έγινε εισήγηση προς το Υπ. Δικαιοσύνης για τροποποίηση:
- του περί Ρυθμίσεως Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και Ταχυδρομικών Υπηρεσιών Νόμου με την επαναφορά της πρόνοιας:«Οι πάροχοι δικτύων ή/και υπηρεσιών σταθερών και κινητών ηλεκτρονικών επικοινωνιών υποχρεούνται να διαθέτουν πληροφορίες προς τις αρμόδιες αρχές, για την αντιμετώπιση περιστατικών εκτάκτου ανάγκης για εντοπισμό του καλούντος».
- του περί Διατήρησης Τηλεπικοινωνιακών Δεδομένων με σκοπό τη Διερεύνηση Σοβαρών Ποινικών Αδικημάτων Νόμου για προσθήκη αμέσως μετά τη φράση «Σε περίπτωση απαγωγής προσώπου», της φράσης «ή σε περίπτωση προσώπου που ελλείπει». Η πρόσβαση σε τηλεπικοινωνιακά δεδομένα σε περιπτώσεις εξαφάνισης προσώπων χωρίς διάταγμα δικαστηρίου, υπενθυμίζεται πως ζητήθηκε από Αστυνομία και γενικό εισαγγελέα τα έτη 2007-2008 ωστόσο οι εισηγήσεις δεν έγιναν αποδεκτές από τη Βουλή.
- του Προστασίας του Απορρήτου της Ιδιωτικής Επικοινωνίας Νόμου και του Συντάγματος (Άρθρο 17 2.Β) για πρόσβαση σε καταγεγραμμένη επικοινωνία καθώς για σχετικά αδικήματα δεν υπάρχει πρόνοια.
Όσον αφορά τη νομοθετική ρύθμιση των προπληρωμένων καρτών κινητής τηλεφωνίας, σημειώνεται ότι κατά τα έτη 2010-2012 συζητήθηκε στη Βουλή πρόταση νόμου «αλλά για άγνωστο λόγο δεν προχώρησε η ψήφισή της» και γίνεται εισήγηση για ανακίνηση της συζήτησης. Καταληκτικά, υπενθυμίζεται και η εισήγηση (ημερ. 10/5/2019) για συμπερίληψη πρόνοιας στον περί Αστυνομίας Νόμο για τη δημοσίευση φωτογραφίας ή σκίτσου υπόπτου, κατηγορούμενου ή ελλείποντος προσώπου που αναζητείται.
46 καταγγελίες σεξουαλικής παρενόχλησης αλλά...
Σε μια άλλη εξέλιξη, όπως ενημερώνει τη Βουλή με επιστολή ημερ. 28/6 ο υπαρχηγός Αστυνομίας για καταγγελίες αλλοδαπών οικιακών βοηθών για σεξουαλική παρενόχληση την τελευταία δεκαετία προκύπτει πως παγκύπρια έγιναν συνολικά 46 καταγγελίες, αριθμός διόλου ευκαταφρόνητος, που έπρεπε ήδη να έχει προβληματίσει τους αρμοδίους για να λάβουν μέτρα. Πλην όμως, όπως και στις περιπτώσεις καταγγελιών για βία που υπόκεινται γυναίκες, μόλις 29 διερευνήθηκαν, ενώ ακόμη μικρότερος αριθμός, οι 14, καταχωρίστηκε στο Δικαστήριο. Μόνο δε σε τρεις περιπτώσεις υπήρξε καταδίκη (δεν αναφέρεται ποινή) ενώ σε άλλες δύο περιπτώσεις οι κατηγορούμενοι αθωώθηκαν. Στην Πάφο σε μια περίπτωση έγινε αναστολή της ποινικής δίωξης με οδηγίες του γεν. εισαγγελέα ενώ σε δεύτερη περίπτωση στην ίδια επαρχία ανεστάλη προφορικώς. Κάποιες καταγγελίες είναι ακόμη υπό εκδίκαση ενώ όπως προκύπτει από στοιχεία που συνέλεξε το Υπουργείο Δικαιοσύνης στις πλείστες των περιπτώσεων είτε αποσύρθηκαν τα παράπονα/καταγγελίες, είτε δεν έγιναν γραπτώς, είτε οι παραπονούμενες δεν επιθυμούσαν να μαρτυρήσουν, με το ερώτημα που αφορά κάθε μορφή βίας να είναι «γιατί;» και την απάντηση που δίνεται από ΜΚΟ, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, είναι «επειδή φοβούνται».
Από τις δύο καταγγελίες που έγιναν στο Τμήμα Καταπολέμησης Εγκλήματος μία οδηγήθηκε στο δικαστήριο και είναι υπό εκδίκαση και μια στάλθηκε για ποινική δίωξη. Των πιο πάνω λεχθέντων σημειώνεται και η περίπτωση στην επαρχία Λευκωσίας που ταξινομήθηκε ως «Ανύπαρκτη», με οδηγίες της Νομικής Υπηρεσίας, αφού η καταγγελία ήταν ψεύτικη και εναντίον της παραπονούμενης σχηματίστηκε υπόθεση «Δημόσιας Βλάβης».