Το τελευταίο διάστημα διακόπηκαν τα συμβόλαια τεσσάρων μεγάλων δημόσιων έργων ζωτικής σημασίας για τον τόπο μας. Πρόκειται για την κατασκευή του χερσαίου τερματικού για μετατροπή του κυπριακού φυσικού αερίου σε υγροποιημένη μορφή LNG στο Βασιλικό, την κατασκευή του αυτοκινητόδρομου Πάφου-Πόλης Χρυσοχούς, την ανάπλαση του λιμανιού και της μαρίνας Λάρνακας καθώς και την ανάπλαση της περιοχής του Ποταμού του Λιοπετρίου.
Το Γενικό Λογιστήριο της Δημοκρατίας ως η αρμόδια αρχή για τις δημόσιες συμβάσεις, έθεσε κάτω από το μικροσκόπιό της και τα τέσσερα πιο πάνω έργα, μελέτησε τις συνθήκες που οδήγησαν στον τερματισμό των συμβάσεων και αποφάσισε, μετά από διαβούλευση, την εφαρμογή σειράς μέτρων για τη βελτίωση της διαχείρισης των δημόσιων συμβάσεων. Στόχος, τα δημόσια έργα να μην μένουν μισοτέλειωτα και να ολοκληρώνονται χωρίς καθυστερήσεις.
Τα μέτρα αυτά καλύπτουν όλες τις ενότητες του κύκλου των δημόσιων συμβάσεων από τον σχεδιασμό, αναγνώριση και καθορισμό της ανάγκης μέχρι τη διαγωνιστική διαδικασία, αξιολόγηση και ανάθεση της σύμβασης αλλά και την εκτέλεση, διαχείριση και αποτίμηση της σύμβασης. Οι κατηγορίες των προβλημάτων που έχουν αναγνωριστεί είναι οι εξής:
*Υποτίμηση τεχνικής δυσκολίας, πολυπλοκότητας και κινδύνου.
*Έλλειψη/αδυναμίες οικονομικών και τεχνικών πόρων.
*Χαμηλή εκτίμηση με μη ρεαλιστικά χρονοδιαγράμματα.
*Χαμηλή τιμή.
*Κακή διαχείριση συμβάσεων με καθυστερήσεις, αποτυχία έγκαιρου εντοπισμού και διαχείρισης προβλημάτων.
*Έλλειψη ευελιξίας.
Τα μέτρα που αποφασίστηκαν, διαχωρίζονται σε αυτά με βραχυπρόθεσμη, μεσοπρόθεσμη και μακροπρόθεσμη εφαρμογή και αφορούν τόσο τις αναθέτουσες αρχές, δηλαδή, τις κυβερνητικές υπηρεσίες και τμήματα όσο και τους οικονομικούς φορείς, εταιρείες και επιχειρηματίες.
Η διακοπή δημόσιων συμβάσεων
Σύμφωνα με το Γενικό Λογιστήριο, η διακοπή μιας δημόσιας σύμβασης από τις αναθέτουσες αρχές αποτελεί τεχνοκρατικό θέμα και η συνήθης πρακτική είναι να καταβάλλονται όλες οι προσπάθειες για την ολοκλήρωση της σύμβασης. Η διακοπή μιας σύμβασης από την αναθέτουσα αρχή προκύπτει, κατά κύριο λόγο, από την αδυναμία του αναδόχου-οικονομικού φορέα να ολοκληρώσει τη σύμβαση στο πλαίσιο της νομοθεσίας για τις δημόσιες συμβάσεις, ή/και για τον λόγο ότι, ο ανάδοχος βρίσκεται σε οικονομική δυσχέρεια και παρουσιάζει αδυναμία να χρηματοδοτήσει τις εργασίες.
Όπως υποδεικνύει το Γενικό Λογιστήριο, είναι πολύ δύσκολο για μια αναθέτουσα αρχή να αποφασίσει να διακόψει μια σύμβαση καθώς χάνει μεγάλο μέρος της επένδυσης σε πόρους και χρόνο, μένει χωρίς το έργο, ενώ η όλη διαδικασία εισάγει τεράστια πολυπλοκότητα σε διάφορα επίπεδα που καθιστούν αναγκαία την υποστήριξή της σε νομικά και τεχνικά θέματα, κυρίως, όσον αφορά τις δικαστικές διαδικασίες, αλλά και την εξεύρεση νέου αναδόχου για ολοκλήρωση του έργου. Αυτή η δυσκολία της αναθέτουσας αρχής πολλές φορές, όπως σημειώνει το Γενικό Λογιστήριο, «μπορεί να τύχει εκμετάλλευσης από αναδόχους, οι οποίοι με τις απαιτήσεις τους 'σπρώχνουν' τα χρονοδιαγράμματα και ζητούν πρόσθετες χρηματικές αποζημιώσεις, κάτι που δημιουργεί λανθασμένη κουλτούρα εμπλοκής σε ένα δημόσιο έργο».
Νουθεσίες προς οικονομικούς φορείς
Στο πλαίσιο βελτίωσης της διαχείρισης των δημόσιων συμβάσεων, το Γενικό Λογιστήριο εξέδωσε κατευθυντήριες οδηγίες και βέλτιστες πρακτικές τόσο προς τις αναθέτουσες αρχές όσο και προς τους οικονομικούς φορείς για το πώς πρέπει να προσεγγίζουν με περισσότερο επαγγελματισμό την εμπλοκή τους στις δημόσιες συμβάσεις. Ενδεικτικά, παρουσιάζονται πιο κάτω ορισμένες κύριες ενέργειες που πρέπει να γίνονται, σύμφωνα με το Γενικό Λογιστήριο, από τους οικονομικούς φορείς που διεκδικούν προσφορές του δημοσίου για βελτίωση της διαχείρισης των δημόσιων συμβάσεων:
1 Ένας οικονομικός φορέας όταν αποφασίζει να εμπλακεί σε ένα δημόσιο έργο θα πρέπει με επαγγελματισμό να αξιολογεί και να μετρά την πολυπλοκότητα και τους κινδύνους που εμπεριέχονται και να αποτιμά με επάρκεια και αντικειμενικότητα τη δυνατότητά του να διεκπεραιώσει τις υποχρεώσεις που απορρέουν, το συνολικό κόστος εμπλοκής του στη διαδικασία, και να θέτει την τεχνική και οικονομική του προσφορά στις σωστές βάσεις προκειμένου να διαγωνίζεται ανταγωνιστικά με τους υπόλοιπους ενδιαφερομένους. Διαφορετικές συμπεριφορές από την πιο πάνω, ουσιαστικά νοθεύουν τον υγιή ανταγωνισμό και οι τερματισμοί των έργων, αν και θα πρέπει πάντα να είναι η ύστατη λύση, ίσως είναι ο πιο άμεσος και αποτελεσματικός τρόπος επαναφοράς της σωστής κουλτούρας και προσέγγισης των δημόσιων διαγωνισμών από την αγορά.
2 Σωστή αξιολόγηση έργου από οικονομικούς φορείς ως προς την πολυπλοκότητα και τους κινδύνους πριν αποφασίσουν κατά πόσο θα εμπλακούν ή όχι στη διαδικασία ενός έργου. Στην περίπτωση που αποφασίζουν να εμπλακούν, θα πρέπει να γίνεται σωστή εκτίμηση κόστους και κινδύνων και υποβολή τιμής που να καλύπτει την εκτίμηση συν το κέρδος.
3 Ενεργή συμμετοχή από οικονομικούς φορείς κατά τη διαβούλευση και υποβολή εισηγήσεων και σχολίων με στόχο τη βελτίωση των διαδικασιών. Θα πρέπει να γίνεται ενδελεχής μελέτη των εγγράφων του διαγωνισμού και οι οικονομικοί φορείς να αποτείνονται στην αναθέτουσα αρχή αν θεωρούν ότι, δεν ταιριάζει το τρίγωνο: κόστος - χρόνος - έκταση έργου.
4 Θα πρέπει να μεριμνούν για συμμόρφωση με το πλάνο εργασιών και έγκαιρη ανάδειξη θεμάτων όταν και όποτε αυτά προκύπτουν με στόχο να λύνονται όταν είναι διαχειρίσιμα.
5 Με την ανάθεση μιας σύμβασης, να γίνεται επικαιροποίηση εργασιών και προγραμματισμός πόρων και συνεργασιών από τους οικονομικούς φορείς πριν αποφασίσουν να διεκδικήσουν νέες συμβάσεις. Να αποφεύγεται η εμπλοκή σε άλλα έργα αν δεν υπάρχουν οι αναγκαίοι πόροι, τεχνικοί και οικονομικοί.
Αλλαγές στην Επιτροπή Αποκλεισμού
Όσον αφορά την εκτέλεση, διαχείριση και αποτίμηση των δημόσιων συμβάσεων που καλύπτει και τις διαδικασίες αποκλεισμού, το Γενικό Λογιστήριο της Δημοκρατίας κατέθεσε στη Βουλή στις 15/3/2024 κανονισμούς για τροποποίηση της κείμενης νομοθεσίας, με στόχο την ενίσχυση της λειτουργίας της Επιτροπής Αποκλεισμού από τις δημόσιες συμβάσεις. Η εν λόγω επιτροπή μπλοκάρει, από έργα του Δημοσίου, τους οικονομικούς φορείς που δεν ολοκληρώνουν ή προκαλούν αδικαιολόγητες καθυστερήσεις στις δημόσιες συμβάσεις.
Με βάση την κείμενη νομοθεσία, η μέγιστη περίοδος αποκλεισμού που μπορεί να επιβάλει η Επιτροπή Αποκλεισμού σε έναν οικονομικό φορέα ανέρχεται στα πέντε χρόνια από τη μέρα παραδοχής ή καταδίκης ενώ σε λιγότερο σοβαρές παρατυπίες, η μέγιστη περίοδος αποκλεισμού από τις δημόσιες συμβάσεις είναι τα τρία χρόνια από την ώρα που γνωστοποιείται στην επιτροπή. Οι μεγαλύτερες ποινές που επιβλήθηκαν από την Επιτροπή Αποκλεισμού μέχρι σήμερα είναι αυτές του αποκλεισμού από μελλοντικές διαδικασίες σύναψης δημοσίων συμβάσεων για τέσσερα και πέντε χρόνια, με τις εμπλεκόμενες εταιρείες ή και τα στελέχη τους να έχουν καταδικαστεί από Ποινικό Δικαστήριο για σειρά παρανόμων ενεργειών, κάποιες από τις οποίες αφορούν διαφθορά και δωροδοκία δημοσίων προσώπων.
Με τους κανονισμούς που εκκρεμούν προς συζήτηση ενώπιον της Επιτροπής Νομικών της Βουλής, επέρχονται οι ακόλουθες αλλαγές όσον αφορά τη διαδικασία αποκλεισμού των οικονομικών φορέων:
* Ρυθμίζεται και αποσαφηνίζεται η αρμοδιότητα της Επιτροπής Αποκλεισμού να επιλαμβάνεται υποθέσεων οριζόντιου αποκλεισμού μόνο μετά το πέρας της εξέτασης των αποκλεισμών από την Αναθεωρητική Αρχή Προσφορών και αφού επικυρωθεί η απόφαση αποκλεισμού από την Αναθεωρητική Αρχή Προσφορών.
* Διαγράφεται η δυνατότητα της Επιτροπής Αποκλεισμού να επιλαμβάνεται οποιωνδήποτε υποθέσεων κατόπιν ενημέρωσής της με οποιοδήποτε μέσο. Η εν λόγω τροποποίηση προτείνεται για τους εξής δύο λόγους:
Πρώτο, για να δίδεται η ευχέρεια προσφυγής στην Αναθεωρητική Αρχή Προσφορών κατόπιν αποκλεισμού από διαγωνισμό. Στόχος, να μην προκύψει θέμα αμφισβήτησης της συμμόρφωσης του νομοθετικού πλαισίου με την ευρωπαϊκή οδηγία για τα ένδικα μέσα.
Δεύτερο, για τη δημοσιοποίηση των ονομάτων των αναδόχων σε μητρώο τερματισθεισών συμβάσεων. Η δημοσιοποίηση αναμένεται να διευκολύνει τη διαδικασία εφόσον οι αναθέτουσες αρχές θα ενημερώνονται αμέσως για σκοπούς εξέτασης του ενδεχομένου αποκλεισμού του οικονομικού φορέα από μελλοντικό διαγωνισμό. Με τον τρόπο αυτό καλύπτεται το κενό που δημιουργεί το χρονικό διάστημα από την παραπομπή της υπόθεσης στην Επιτροπή Αποκλεισμού μέχρι και την έκδοση της απόφασης για οριζόντιο αποκλεισμό, όπου οι αναθέτουσες αρχές δεν έχουν γνώση των εν λόγω πρόωρων τερματισμών ως λόγου αποκλεισμού από διαδικασίες σύναψης δημοσίων συμβάσεων.
* Ρυθμίζεται η ετοιμασία τελικής έκθεσης αξιολόγησης για τις περιπτώσεις διακοπής συμβάσεων.
* Ρυθμίζονται θέματα διοικητικής, γραμματειακής και άλλης συναφούς υποστήριξης προς την Επιτροπή Αποκλεισμού καθώς και ο τρόπος κλήτευσης των ενδιαφερόμενων μερών.
Παράθυρο στη διαφθορά
Με την εναρμόνιση των ευρωπαϊκών οδηγιών εισάχθηκαν στην εθνική μας νομοθεσία και συγκεκριμένα στον περί Δημοσίων Συμβάσεων Νόμο, σχετικές πρόνοιες που ρυθμίζουν τις αλλαγές σε συμβάσεις που έχουν ανατεθεί. Συνεπώς, είναι καθορισμένο πότε επιτρέπεται μια τροποποίηση σε μια σύμβαση, με βάση τη διαδικασία και τον νόμο.
Σύμφωνα με το Γενικό Λογιστήριο, είναι εξόχως σημαντικό να υπάρχουν αυτές οι ασφαλιστικές δικλίδες προκειμένου να διασφαλίζεται ότι, οι αρχές που διέπουν την ανάθεση μιας σύμβασης συνεχίζουν να εφαρμόζονται και κατά την εκτέλεση των εργασιών μέχρι και την ολοκλήρωσή της. «Ό,τι υποσχεθεί κάποιος με την προσφορά του είναι κρίσιμο να επιμένουν οι αναθέτουσες αρχές να το υλοποιεί, καθώς σε διαφορετική περίπτωση καταστρατηγούνται οι αρχές που διέπουν τις δημόσιες συμβάσεις και ανοίγει παράθυρο στη διαφθορά», υποδεικνύει το Γενικό Λογιστήριο.