Γράφουν: Γιώτα Χατζηκώστα - Γιάννης Πάζουρος
ΦΩΤΟ: Ελένη Παπαδοπούλου
Μεσημέρι Τετάρτης, 23 Ιουλίου 2025. Το ρολόι σταματά στις 13:28 για την ημιορεινή Λεμεσό. Πυρκαγιά που ξεσπά στα ξακουστά κρασοχώρια καίει ασταμάτητα για σχεδόν 48 ώρες, αφήνοντας πίσω της την καταστροφή στα χωριά Σούνι Ζανατζιά, Λόφου, Ποταμιού, Μαλλιά, Βάσα Κοιλανίου, Βουνί, Άγιος Αμβρόσιος, Όμοδος, Κυβίδες, Συλίκου, Άγιος Θεράπων, Άρσος. Τα ιστορικά κρασοχώρια της Κύπρου μετατράπηκαν σε στάχτη. Σπίτια, περιουσίες, δάση, ζώα ανήμπορα και καλλιέργειες έγιναν παρανάλωμα του πυρός. Μια διαδρομή που κάποτε χαιρόσουν να κάνεις για ώρες, σήμερα προκαλεί θλίψη.
Βρεθήκαμε ανάμεσα στα αποκαΐδια, εκεί όπου η γη ακόμα καπνίζει, και καταγράψαμε μια απροσδόκητη εικόνα επιβίωσης: τα περισσότερα αμπέλια σώθηκαν. Ανάμεσα σε καμένες εκτάσεις από πεύκα, αμυγδαλιές, ελαιόδεντρα, κατεστραμμένα υποστατικά και μαυρισμένους λόφους, οι γραμμές των αμπελιών στέκουν ζωντανές και καταπράσινες. Μια παράξενη σιωπηλή νίκη απέναντι στη φωτιά, μπορεί να πει κάποιος.
«Τα περισσότερα αμπέλια σώθηκαν… αυτά μόνο έμειναν όρθια», λέει με φωνή που σπάει ο Αποστόλης Γρηγορίου, γεωπόνος, στο Οινοποιείο Βλασίδη. Μας δείχνει τις σειρές των κλημάτων που γλύτωσαν από την πύρινη λαίλαπα. «Όλα γύρω τους κάηκαν. Οι φλόγες έφτασαν μέχρι την άκρη. Ήταν θέμα ανέμου, υγρασίας, τύχης. Το τοπίο γύρω από το οινοποιείο είναι εφιαλτικό, όμως τα αμπέλια στέκουν σαν πράσινα σημάδια ελπίδας. «Εκείνο το βράδυ δεν υπήρχε κανένας εδώ. Τα αμπέλια ως αντιπυρική ζώνη, θα έλεγε κανείς, είναι που έσωσαν και το κτήριο και τις εγκαταστάσεις», μας εξηγεί ο Αποστόλης, καθώς περπατούμε προς το κάτω μέρος των αμπελώνων. Σαν να υπερασπίστηκαν τη μνήμη και τη ζωή των ανθρώπων που τα φρόντιζαν για δεκαετίες. Σαν να αρνήθηκαν να παραδοθούν.
Η διάσωση των αμπελιών δεν αναιρεί το μέγεθος της καταστροφής. Όμως μέσα στη σιωπή της στάχτης, είναι η μοναδική εικόνα που επιμένει να λέει πως δεν χάθηκαν όλα. Κάτι άντεξε.
Η φροντίδα
Ο ίδιος, ως ειδικός, μας εξηγεί πως τα αμπέλια που έμειναν σχεδόν άθικτα, είχαν κοινό χαρακτηριστικό, τη φροντίδα.
«Τα αμπέλια που είναι ποτισμένα, καθαρισμένα, σωστά κλαδεμένα, έχουν καλύτερη άμυνα στη φωτιά. Δεν κρατούν ξερόχορτα, δεν αρπάζουν εύκολα. Όσα ήταν παρατημένα κάηκαν πρώτα. Αυτά που τα δουλεύαμε καθημερινά, σώθηκαν. Είναι ανθεκτικό φυτό, δεν είναι όπως το πεύκο. Αλλά θέλει ανθρώπινο χέρι για να σταθεί». «Το αμπέλι είναι πιο ανθεκτικό απ’ όσο νομίζουμε - ακόμη και απέναντι στη φωτιά».
«Αυτή την εποχή, το φυτό βρίσκεται στην κορύφωση της ανάπτυξης. Οι βλαστοί και τα φύλλα έχουν μέσα τους πολύ νερό - είναι γεμάτοι χυμούς. Αυτό λειτουργεί ως φυσική άμυνα».
«Όσο μεγαλύτερη είναι η περιεκτικότητα σε υγρασία, τόσο πιο δύσκολα αρπάζει η φλόγα. Γι’ αυτό και αρκετά αμπέλια άντεξαν, εκεί όπου η φωτιά πέρασε μεν, αλλά δεν πρόλαβε να τα καταστρέψει ολοκληρωτικά», εξηγεί.
Δεν είναι όμως μόνο αυτό... «Ο παχύς, ξυλώδης κορμός, ειδικά σε παλαιά κλήματα, έχει μεγαλύτερη αντοχή. Ακόμα κι αν καούν τα φύλλα ή και οι βλαστοί, το φυτό μπορεί να αναγεννηθεί από χαμηλά - από τον κορμό ή και από το ριζικό του σύστημα. Βλέπουμε κάθε χρόνο τέτοια περιστατικά».
Η ελπίδα
«Η μεγάλη διαφορά φαίνεται ανάμεσα στα καθαρά, συντηρημένα αμπέλια και στα παρατημένα. Όταν έχεις φροντίσει το αμπέλι σου, έχεις κάνει καλλιεργητικές επεμβάσεις, έχεις καθαρίσει το έδαφος, έχεις μειώσει την καύσιμη ύλη. Δεν είναι μόνο θέμα αισθητικής - είναι θέμα επιβίωσης. Τα ξερά χόρτα λειτουργούν σαν φιτίλι. Αν δεν υπάρχουν, η φωτιά περνάει, αλλά μπορεί να μην κάψει ολόκληρο το φυτό».
«Το αμπέλι έχει μάθει να ζει με τη δίψα. Είναι καλλιέργεια προσαρμοσμένη στο ξηροθερμικό περιβάλλον της Κύπρου και την ξηρασία που επικρατεί. Μπορεί να αντέξει εκεί όπου άλλες καλλιέργειες καταρρέουν. Και το πιο εντυπωσιακό: έχει την ικανότητα να αναγεννάται. Αν η ζημιά δεν είναι ολοκληρωτική, το επόμενο καλοκαίρι θα το ξαναδείς να δίνει ζωή κι αυτό είναι που στέλνει κιόλας αν θέλετε μήνυμα ελπίδας».