Ομόφωνα απορριπτικές ήταν οι αποφάσεις που εξέδωσε το Εφετείο σε δύο διαφορετικές εφέσεις εναντίον των αντίστοιχων καταδικαστικών αποφάσεων του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, με αντικείμενο την παράβαση Διατάγματος του Υπουργού Υγείας, σε σχέση με τα μέτρα που βρίσκονταν σε ισχύ για παρεμπόδιση της εξάπλωσης του Covid-19, με βάση τον περί Λοιμοκαθάρσεως Νόμο.
Οι αποφάσεις του Εφετείου εκδόθηκαν την Πέμπτη, 4 Σεπτεμβρίου του 2025.
Σε σημερινή ανακοίνωσή της, η Νομική Υπηρεσία αναφέρει ότι οι δυο εφέσεις, που καταχωρίσθηκαν από το ίδιο πρόσωπο, αφορούσαν σε δύο καταδίκες του εν λόγω προσώπου από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας, το οποίο Δικαστήριο προχώρησε σε εκδίκαση των υποθέσεων στην απουσία του κατηγορουμένου, όταν ο τελευταίος δεν προσκόμισε Safe Pass με αποτέλεσμα να μην μπορεί να εισέλθει εντός της αίθουσας του Δικαστηρίου κατά την εκδίκαση των υποθέσεων του.
Με την έφεση, ο εφεσείων ισχυρίστηκε ότι η δίκη του διεξήχθη κατά παράβαση των αρχών της δίκαιης δίκης, της φυσικής δικαιοσύνης και Άρθρων του Συντάγματος.
Το Εφετείο έκρινε ότι οι αποφάσεις του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας να εκδικάσει τις υποθέσεις στην απουσία του κατηγορούμενου και να επιβάλει σε αυτόν χρηματικές ποινές, ήταν καθόλα ορθές και νόμιμες, εφόσον η λειτουργία των Δικαστηρίων κατά τον επίμαχο χρόνο, διέπετο από οδηγίες του Ανώτατου Δικαστηρίου βάσει των Διαταγμάτων του Υπουργού Υγείας που βρίσκονταν σε ισχύ.
Οι οδηγίες του Ανώτατου Δικαστηρίου τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο απαιτούσαν όπως η είσοδος εντός των Δικαστηρίων να επιτρέπεται μόνο με προσκόμιση Safe Pass.
«Η αναγκαιότητα της λήψης μέτρων δεν αμφισβητείται όπως καταγράφεται και πιο πάνω. Ούτε και θεωρούμε ότι το σωρευτικό αποτέλεσμα των μέτρων που εξέδωσε το Ανώτατο Δικαστήριο οδηγούσε καθ’ οιονδήποτε τρόπο σε στέρηση του δικαιώματος του εφεσείοντος να εμφανιστεί αυτοπροσώπως», σημειώνει στην απόφασή του το Εφετείο, το οποίο και απέρριψε τις εφέσεις, επικυρώνοντας την ορθότητα των αποφάσεων του Επαρχιακού Δικαστηρίου.
Παράλληλα, στις 4 Σεπτεμβρίου, το Εφετείο εξέδωσε άλλη μια απόφαση σε σχέση με παράβαση Διατάγματος του Υπουργού Υγείας για παρεμπόδιση της εξάπλωσης του Covid-19, αυτή την φορά κρίνοντας ως λανθασμένη την απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας να κρίνει κατηγορούμενο ως ένοχο στο αδίκημα της συμμετοχής σε μαζική εκδήλωση διαμαρτυρίας σε δημόσιο χώρο, κατά παράβαση του περί Λοιμοκαθάρσεως Νόμου.
Στον κατηγορούμενο είχε επιβληθεί χρηματικό πρόστιμο ως ποινή.
Συγκεκριμένα, το Εφετείο, εκδικάζοντας την έφεση, ανέτρεψε την καταδικαστική απόφαση, διότι ενώ ορθά -όπως αναφέρει- το Επαρχιακό Δικαστήριο είχε κρίνει ότι το επίδικο Διάταγμα του Υπουργού Υγείας περιόριζε το δικαίωμα του συνέρχεσθαι ειρηνικώς και το δικαίωμα της ελευθερίας έκφρασης, εντούτοις έκρινε ότι τα μέτρα που τέθηκαν σε ισχύ με το Διάταγμα ήταν αναγκαία και ανάλογα, υιοθετώντας τη θέση μέλους της τότε Συμβουλευτικής Επιστημονικής Επιτροπής ότι «οι μαζικές συναθροίσεις ήταν εκ των τελευταίων μέτρων που έπρεπε να αρθούν, λόγω του ότι εάν αυτές επιτρέπονταν, τότε δεν θα δικαιολογούνταν άλλα λιγότερο περιοριστικά, απαγορευτικά μέτρα, όπως περιορισμός στους εκκλησιασμούς, στην ατομική και ομαδική άθληση, στη λειτουργία των καταστημάτων και της οικονομίας γενικότερα, στις συναθροίσεις συγκεκριμένου αριθμού ατόμων σε οικείες, στον περιορισμό των εργαζομένων για φυσική πρόσβαση στους χώρους εργασίας τους κ.τλ.».
Σύμφωνα με το Εφετείο, από τη στιγμή που το επίμαχο Διάταγμα επέτρεπε την εκτέλεση των πάνω δραστηριοτήτων στη βάση όρων ή κατευθυντήριων οδηγιών, το ερώτημα που τίθετο ήταν για ποιον λόγο δεν θα μπορούσαν να τύχουν ανάλογου χειρισμού και οι μαζικές συγκεντρώσεις. Δηλαδή, να υπαχθούν σε όρους και οδηγίες αντί να απαγορευτούν απολύτως.
Το Εφετείο κρίνοντας ότι υπήρξε παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας εξαιτίας της έλλειψης συνεπούς αντιμετώπισης και των μη επαρκών και πειστικών εξηγήσεων για περιορισμό των μέτρων στον απολύτως αναγκαίο βαθμό, κατέληξε σε επιτυχία της έφεσης και ακύρωση της καταδίκης και της επιβληθείσας ποινής.
Πηγή: ΚΥΠΕ