Τις προτάσεις του ΑΚΕΛ για την αντιμετώπιση των προκλήσεων που αντιμετωπίζουν σήμερα οι εργαζόμενοι στην Κύπρο παρουσίασε ο Γενικός Γραμματέας του κόμματος Στέφανος Στεφάνου, σε ομιλία του σε εκδήλωση με τίτλο «Οι προκλήσεις και οι αγώνες των εργαζομένων στην Κύπρο και την Ευρώπη», η οποία πραγματοποιήθηκε το απόγευμα της Τετάρτης στη Λευκωσία.
Στην ομιλία του, ο κ. Στεφάνου είπε το ΑΚΕΛ λαμβάνει την πρωτοβουλία να ξεκινήσει μια ειδική εκστρατεία για τα εργασιακά, σε συνέχεια άλλων που αφορούσαν το στεγαστικό, την ακρίβεια, την ενεργειακή φτώχεια, τους νέους γονείς, «γιατί σήμερα η κυπριακή κοινωνία βρίσκεται ενώπιον μιας μεγάλης αντίφασης, που καθημερινά γίνεται πιο έντονη, πιο εκρηκτική».
«Πού πάει τελικά η ανάπτυξη, όταν το 20% των εργαζομένων της Κύπρου είναι χαμηλόμισθοί και πάνω από το 40% των εργαζομένων παίρνει λιγότερα από 1.500 ευρώ στην Κύπρο με το κόστος ζωής του 2025; Πώς γίνεται να “πετά”, όπως λέει η Κυβέρνηση, η οικονομία, αλλά οι εργαζόμενοι -αυτοί που κινούν την οικονομία- να μην παίρνουν το μερίδιο που τους αναλογεί, να μην απολαμβάνουν καλύτερους μισθούς, αξιοπρεπείς όρους εργασίας και να στερούνται βασικών δικαιωμάτων;», σημείωσε.
Για το ΑΚΕΛ, το μεγάλο στοίχημα αυτής της περιόδου είναι να πετύχουμε να μεταφραστεί η ανάπτυξη της οικονομίας σε πραγματική βελτίωση των μισθών των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα, σε ρυθμισμένους και αξιοπρεπείς όρους εργασίας, ανέφερε στη συνέχεια, προσθέτοντας ότι για να επιτευχθεί αυτό πρέπει το κράτος να παρεμβαίνει με πολιτικές που προστατεύουν τους εργαζόμενους, οι οποίοι δεν καλύπτονται από συλλογικές συμβάσεις και με μέτρα που θωρακίζουν τις συλλογικές συμβάσεις και το δικαίωμα στην οργάνωση.
Αναφερόμενος στη δέσμη προτάσεων που εγκαινιάζει με τη σημερινή εκδήλωση το ΑΚΕΛ, ο κ. Στεφάνου ξεκίνησε από το ζήτημα του κατώτατου μισθού, ο οποίος, όπως είπε, υπολογίζεται ότι καλύπτει πάνω από 120 χιλιάδες εργαζόμενους, προσθέτοντας ότι το ύψος του κατώτατου μισθού δεν ανταποκρίνεται στο σημερινό κόστος ζωής.
«Η Κύπρος είναι η μοναδική χώρα από τα 22 μέλη της ΕΕ που έχουν εθνικό κατώτατο μισθό, στην οποία δεν αυξάνεται φέτος ο κατώτατος μισθός. Είναι επίσης η χώρα με τη μεγαλύτερη μείωση της αγοραστικής δύναμης του κατώτατου μισθού, κατά σχεδόν 3%. Μάλιστα, σύμφωνα με πρόσφατη Έκθεση της Κομισιόν η Κύπρος έχει ένα από τα υψηλότερα ποσοστά μη συμμόρφωσης με τον κατώτατο μισθό. Δεν αρκεί, λοιπόν, να πανηγυρίζει η Κυβέρνηση για την ύπαρξη του εθνικού κατώτατου μισθού, πρέπει να γίνεται έλεγχος ότι εφαρμόζεται στην πράξη και στην ουσία του», είπε.
Μάλιστα, συνέχισε, «η Κυβέρνηση αθετώντας την προεκλογική δέσμευση του Νίκου Χριστοδουλίδη και αγνοώντας το αίτημα του συνδικαλιστικού κινήματος, συνεχίζει να μην εισάγει στο διάταγμα την ωριαία απόδοση του κατώτατου μισθού, με αποτέλεσμα τη διάβρωσή του. Και αυτό γιατί όταν ο κατώτατος δεν προσδιορίζεται ωριαία αλλά μηνιαία, σημαίνει ότι ανάλογα με τον κλάδο, οι εργαζόμενοι θα πρέπει να εργαστούν από 38 μέχρι 48 ώρες εβδομαδιαίως για να πάρουν τον κατώτατο μισθό».
Αν η Κυβέρνηση, πρόσθεσε, ακολουθούσε τις συστάσεις της σχετικής ευρωπαϊκής Οδηγίας, ο κατώτατος μισθός στην Κύπρο θα έπρεπε να ήταν 200 ευρώ πιο υψηλός, «επομένως είναι πέρα για πέρα λογικό, δίκαιο και επιτακτικό το αίτημά μας να αναπροσαρμοστεί το ύψος του κατώτατου μισθού και να ενσωματωθεί σε αυτό η ΑΤΑ».
Το επόμενο ζήτημα, σύμφωνα με τον ΓΓ του ΑΚΕΛ, αφορά στις συλλογικές συμβάσεις εργασίας, οι οποίες χρειάζεται να επεκταθούν ευρύτερα στον ιδιωτικό τομέα «όπου σήμερα μόνο 1 στους 4 από τους 411 χιλιάδες εργαζόμενους καλύπτεται από σύμβαση, δηλαδή κάπου μεταξύ του 40-50% του συνόλου των εργαζομένων». Πρόσθεσε πως αποτελεί υποχρέωση της κυβέρνησης σύμφωνα με την Οδηγία για τους Κατώτατους Μισθούς «ώστε τουλάχιστον το 80% των εργαζομένων της χώρας να καλύπτεται με συλλογική σύμβαση».
Συναφώς με τα ανωτέρω, σημείωσε ότι καθοριστικής σημασίας ζήτημα είναι και η επέκταση της Αυτόματης Τιμαριθμικής Αναπροσαρμογής «ώστε να καλύψει όλους τους μισθωτούς της χώρας και να αποδίδεται με βάση τη φιλοσοφία και την αποστολή της που είναι η αποκατάσταση της αγοραστικής δύναμης των μισθών».
Σε άλλο ζήτημα, ανέφερε πως χρειάζονται θεσμικά μέτρα που να υποχρεώνουν τους εργοδότες να εφαρμόζουν τα συμφωνηθέντα των κλαδικών συλλογικών συμβάσεων, με ένα τέτοιο μέτρο, όπως είπε, να αποτελεί η Πρόταση Νόμου του ΑΚΕΛ για την Επέκταση της Εφαρμογής των Κλαδικών Συμβάσεων που είναι ήδη κατατεθειμένη στη Βουλή, η οποία δίνει τη δυνατότητα στον αρμόδιο υπουργό να επεκτείνει με διάταγμα τις κλαδικές συλλογικές συμβάσεις σε οποιοδήποτε συναφή κλάδο, περιοχή, επαρχία, επαγγελματική κατηγορία ή επιχείρηση.
Εν συνεχεία, ο κ. Στεφάνου χαρακτήρισε ως μια από τις πιο διαδεδομένες τακτικές εργοδοτών για υπόσκαψη των δικαιωμάτων των εργαζομένων την υπαγωγή τους σε καθεστώς αγοράς υπηρεσιών αντί μισθωτού. Εκανε λόγο για «φαινόμενο της ψευδούς αυτοαπασχόλησης που παίρνει ραγδαίες διαστάσεις στον τόπο μας ιδιαίτερα με τις νέες μορφές απασχόλησης, την τηλεργασία και τις ψηφιακές πλατφόρμες».
Είπε ότι το ΑΚΕΛ έχει ήδη καταθέσει πρόταση νόμου στη Βουλή ώστε να θεσπιστεί νομικό πλαίσιο που να καθορίζει με επάρκεια και σαφήνεια τα χαρακτηριστικά που διέπουν την σχέση εργοδότη εργοδοτουμένου λαμβάνοντας υπόψη και τις νέες μορφές απασχόλησης, ώστε ανεξάρτητα από το τι δηλώνει ο εργοδότης, να κρίνεται αντικειμενικά αν υπάρχει σχέση μισθωτής εργασίας και ο εργοδότης θα έχει όσες υποχρεώσεις προκύπτουν από αυτή.
Συμπλήρωσε ότι με την ευκαιρία της εκστρατείας, το ΑΚΕΛ επεξεργάζεται μια νέα πρόταση για εισαγωγή ενός ισχυρού μηχανισμού με τον οποίο το κράτος θα ελέγχει ότι τα ατομικά συμβόλαια εργοδότησης δεν περιέχουν πρόνοιες που συγκρούονται με την εργατική νομοθεσία της Κύπρου και της ΕΕ ως προς τα δικαιώματα του εργαζόμενου.
«Η ανάπτυξη και η πρόοδος της χώρας μας δεν μετριέται μόνο με την κατάσταση της οικονομίας. Στην εξίσωση της προόδου περιλαμβάνουμε την ευημερία των ανθρώπων, την άνοδο του βιοτικού τους επιπέδου», κατέληξε.
Στον δικό του χαιρετισμό, ο ΓΓ της ΕΔΟΝ Σεβήρος Κούλας, είπε ότι η οργάνωση είναι παρούσα στην εκδήλωση αλλά και στην εκστρατεία του ΑΚΕΛ, διότι «η νέα γενιά, η δική μας γενιά, είναι η πρώτη που καλείται να ζήσει χειρότερα από αυτή των γονιών μας».
«Ενώ είμαστε μια γενιά όπου στην πλειοψηφία της διαθέτει υψηλότερο επίπεδο μόρφωσης και εξειδίκευσης από τις προηγούμενες και θεωρητικά δραστηριοποιείται σε μια πιο ανεπτυγμένη και μεγαλύτερη οικονομία, την ίδια στιγμή αδυνατεί να ικανοποιήσει βασικές ανάγκες που προηγούμενες γενιές, με πιο λίγα εφόδια το πετύχαιναν», είπε.
Και όλα αυτά, συνέχισε, σε μία χώρα που, οι νέοι άνθρωποι ακούν συνεχώς πως έχει από τους καλύτερους ρυθμούς ανάπτυξης. Πως μειώνεται το δημόσιο χρέος. Πως ο πλούτος που παράγεται σε αυτή την χώρα, μεγαλώνει. «Δύσκολα βρίσκουν όμως κάποιον στην να τους απαντήσει το πιο σημαντικό ερώτημα: Που πάει ο πλούτος που παράγεται; Πως κατανέμεται αυτός ο πλούτος;», ανέφερε.
«Ο “οικονομικός παράδεισος” που οι κυβερνώντες μας περιγράφουν, δεν συμβαδίζει με τις οικονομικές και κοινωνικές ανισότητες που εκτοξεύονται στην Κύπρο. Δεν συμβαδίζει με τις πραγματικότητες που βιώνει μεγάλο μέρος της κοινωνίας. Δεν συμβαδίζει με το πόσες μέρες μένουν, μετά το τέλος του μισθού, για να βγει ο μήνας. Διότι δεν μπορούν να διερωτώνται κάποιοι γιατί δεν βλέπουν αυτή όλη την ανάπτυξη οι νέοι άνθρωποι, όταν το 40% των εργαζομένων στην Κύπρο αμείβεται με λιγότερα από 1.500 ευρώ μικτά τον μήνα, την ίδια στιγμή που το εισοδηματικά ψηλότερο 8% στην Κύπρο αύξησε τα ανώτατα όρια εισοδήματος του κατά 4.375 ευρώ. Ή όταν το 31,6% των νοικοκυριών των κατώτερα εισοδηματικών στρωμάτων, είχαν καθυστερήσεις σε δάνεια ή ενοίκια», πρόσθεσε.
«Θέλουμε να είναι αυτή η εκστρατεία ένας διάλογος με τους εργαζόμενους και ειδικότερα με τους νέους ανθρώπους, με στόχο να ακούσουμε και να εμπλουτίσουμε τις προτάσεις μας. Για να ενδυναμώσουμε τους αγώνες μας εντός και εκτός βουλής. Για να κερδίσουμε τα σύγχρονα εργατικά δικαιώματα. Για τον κόσμο της δουλειάς, για τους νέους, για αυτούς που έχουν περισσότερη ανάγκη για στήριξη. Για να στείλουμε ένα μήνυμα ότι το ΑΚΕΛ, η ΕΔΟΝ, το εργατικό κίνημα είναι εδώ για να κερδίσουμε ξανά όσα στέρησαν από τους εργαζόμενους», κατέληξε.
Συλλογικές συμβάσεις ως βασικό μηχανισμό καθορισμού όρων απασχόλησης ζητά η ΠΕΟ
Διεκδικούμε μέτρα, που θα επανατοποθετούν τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας ως τον βασικό μηχανισμό καθορισμού όρων απασχόλησης, διασφαλίζοντας ότι εφαρμόζονται από όλους όσους καλύπτει η ΣΣΕ και για όλο το προσωπικό και δεσμευτικά μίνιμουμ δικαιώματα για όλους τους εργαζόμενους, ανέφερε η Γενική Γραμματέας της ΠΕΟ, Σωτηρούλα Χαραλάμπους, κατά τη διάρκεια εκδήλωσης με τίτλο «Οι προκλήσεις και οι αγώνες των εργαζομένων στην Κύπρο και την Ευρώπη», που διοργάνωσε το ΑΚΕΛ το απόγευμα της Τετάρτης στη Λευκωσία.
Χαιρετισμό στην εκδήλωση απεύθυνε μέσω βιντεομηνύματος και η Αντιπρόεδρος της ισπανικής Κυβέρνησης, Υπουργός Εργασίας και Κοινωνικής Οικονομίας, Γιολάντα Ντίαθ, η οποία είπε ότι σε αυτούς τους σκοτεινούς καιρούς, όπου η «διεθνής του μίσους» εξαπλώνεται, χρειαζόμαστε περισσότερο από ποτέ μια δημοκρατική Διεθνή της εργασίας».
Στην παρέμβασή της στη συζήτηση στο πλαίσιο της εκδήλωσης, η κ. Χαραλάμπους είπε ότι το τελευταίο χρονικό διάστημα έχουν δει το φως της δημοσιότητας σειρά από έρευνες και στατιστικά στοιχεία, τα οποία πολύ εύληπτα αναδεικνύουν μια μεγάλη αντίφαση. «Από τη μια η Κύπρος να είναι μια χώρα με πολύ ψηλούς δείκτες οικονομικής ανάπτυξης, να μεγαλώνει το παραγόμενο προϊόν από την οικονομική δραστηριότητα όμως, το μερίδιο που λαμβάνουν οι εργαζόμενοι να μην είναι ανάλογο και η κατανομή του παραγόμενου εισοδήματος να είναι προκλητικά ανισομερής για την μισθωτή εργασία», είπε,προσθέτοντας ότι με βάση την ανάλυση των στοιχείων της Eurostat από το ΙΝΕΚ, το μέσο μερίδιο εργασίας από 57,4% την περίοδο 2006-2012 υποχώρησε σε 50,9% την περίοδο 2021-2024.
Στην Κύπρο τα φαινόμενα της απορρύθμισης δηλαδή της προώθησης μορφών εργασιακής σχέσης έξω από το συλλογικό συμφωνημένο πλαίσιο των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας άρχισαν να εμφανίζονται πριν την ένταξη, όταν σταδιακά ή οικονομία μετατοπίζεται σε οικονομία υπηρεσιών, εντάθηκε με την ένταξη στην Ε.Ε. όταν η δυνατότητα ελεύθερης διακίνησης εργαζομένων από φτωχότερες χώρες της Ε.Ε. χρησιμοποιήθηκε ως μηχανισμός φτηνής εργασίας με προσωπικά συμβόλαια έξω από τις Σ.Σ.Ε. (ξενοδοχεία – οικοδομές) και κορυφώθηκαν αυτά τα φαινόμενα με την οικονομική κρίση όταν η ψηλή ανεργία, ο φόβος και η ανασφάλεια των εργαζομένων χρησιμοποιήθηκαν για ακόμα πιο εκτεταμένη απορρύθμιση, ανέφερε στη συνέχεια.
Συμπλήρωσε ότι αυτή η διαδικασία της απορρύθμισης στηρίχθηκε και σε ιδεολογικά αφηγήματα, στην προώθηση της ατομικοποίησης της εργασίας και της απαξίωσης του ρόλου των συνδικάτων, τα οποία παρουσιάζονται ως φορείς που εμποδίζουν την ανάπτυξη, ως φορείς προσδεμένοι σε αναχρονιστικές αντιλήψεις. «Το αποτέλεσμα όλων αυτών των πολιτικών ήταν η μείωση της συνδικαλιστικής πυκνότητας, η μείωση του ποσοστού των εργαζομένων που καλύπτονται από συλλογικές συμβάσεις εργασίας, η υποτίμηση της εργασίας και η εντατικοποίηση της εκμετάλλευσης», επεσήμανε.
«Η ανατροπή του συστήματος εργασιακών σχέσεων, η αλλαγή του συσχετισμού δυνάμεων οδηγήσαν το συνδικαλιστικό κίνημα σε επαναπροσδιορισμό στόχων και διεκδικήσεων. Διεκδικούμε μέτρα που θα επανατοποθετούν τις ΣΣΕ ως το βασικό μηχανισμό καθορισμού όρων απασχόλησης, διασφαλίζοντας ότι εφαρμόζονται από όλους όσους καλύπτει η ΣΣΕ και για όλο το προσωπικό και δεσμευτικά μίνιμουμ δικαιώματα για όλους τους εργαζόμενους», σημείωσε.
Σύμφωνα με την κ. Χαραλάμπους, η επίτευξη αυτών των στόχων είναι δυνατή μέσω θεσμικών μέτρων που να υποχρεώνουν όλους τους εργοδότες στους τομείς που υπάρχουν συμφωνημένες κλαδικές ΣΣΕ να τις εφαρμόζουν, ενώ βασικό κριτήριο για παραχώρηση έγκρισης άδειας απασχόλησης ΕΤΧ θα πρέπει να είναι η εφαρμογή ΣΣΕ για όλο το προσωπικό, κάτι που, όπως είπε, προϋποθέτει να συμφωνηθούν Πρότυπες Συλλογικές Συμβάσεις σε τομείς με υψηλό ποσοστό εργοδότησης εργαζομένων από τρίτες χώρες.
Προσέθεσε πως απαιτείται θεσμοθέτηση κριτηρίων που να καθορίζουν το τι είναι η εξαρτημένη εργασία και απαγόρευση της ψευδοαπασχόλησης, περιλαμβάνοντας και τη ρύθμιση της εργασίας στις ψηφιακές πλατφόρμες, η θεσμοθέτηση ως κριτήριο επιλεξιμότητας για τους επιτυχόντες ανάδοχους στην ανάθεση δημόσιων συμβάσεων, η ύπαρξη συλλογικής σύμβασης εργασίας, η εισαγωγή στο διάταγμα που καθορίζει τον Εθνικό Κατώτατο Μισθό ρυθμίσεων που να κατοχυρώνουν βασικά εργασιακά δικαιώματα (ωριαία απόδοση, ΑΤΑ, 13ος μισθός, αργίες, υπερωριακή αποζημίωση) και ο τερματισμός της πολιτικής του «επιτήδειου ουδέτερου» από πλευράς του κράτους, παρεμβαίνοντας έμπρακτα για να διασφαλιστεί το νομικά κατοχυρωμένο δικαίωμα των συνδικαλιστικών εκπροσώπων των εργαζομένων να εισέρχονται στους χώρους εργασίας.
Κλείνοντας, αναφέρθηκε στην οδηγία της ΕΕ για επαρκείς και αξιοπρεπείς μισθούς, η οποία σε χώρες με κάλυψη από συλλογικές συμβάσεις μικρότερης του 80% θέτει υποχρέωση για οδικό χάρτη που να περιλαμβάνει συγκεκριμένα μέτρα αναφορικά με την προώθηση και ενθάρρυνση των συλλογικών διαπραγματεύσεων / συμβάσεων ως μηχανισμού καθορισμού όρων απασχόλησης.
Όπως σημείωσε, η οδηγία έπρεπε να υιοθετηθεί μέχρι τον Νοέμβριο του 2024, ωστόσο κάτι τέτοιο δεν έγινε, ενώ στο κείμενο νομοσχεδίου που ετοίμασε το Υπουργείο Εργασίας για ενσωμάτωση της σχετικής Ευρωπαϊκής Οδηγίας δεν προβλέπει κανένα συγκεκριμένο μέτρο για στήριξη των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας και δεν εισάγει καμμιά πρόνοια ώστε οι συμφωνημένοι κατώτατοι μισθοί των κλαδικών συλλογικών συμβάσεων να είναι υποχρεωτικοί, ούτε ρυθμίσεις για την ωριαία απόδοση και διασύνδεση του κατώτατου μισθού με την ΑΤΑ.
Χρειάζεται δημοκρατική Διεθνής της Εργασίας, λέει η Ισπανίδα Αντιπρόεδρος
Στον χαιρετισμό της μέσω βιντεομηνύματος, η Αντιπρόεδρος της ισπανικής Κυβέρνησης, Υπουργός Εργασίας και Κοινωνικής Οικονομίας, Γιολάντα Ντίαθ, είπε ότι σε αυτούς τους σκοτεινούς καιρούς, όπου η «διεθνής του μίσους» εξαπλώνεται, χρειαζόμαστε περισσότερο από ποτέ μια δημοκρατική Διεθνή της εργασίας».
«Βιώνουμε μια αντιδραστική επίθεση που στοχοποιεί τα πιο βασικά δικαιώματα: την ισότητα, την ελευθερία, την αξιοπρεπή εργασία. Μια επίθεση που αρνείται την κλιματική αλλαγή, που αμφισβητεί τις φεμινιστικές κατακτήσεις και που θέλει να μας επιστρέψει σε έναν κόσμο δουλείας, μεταμφιεσμένη ως ψευδής προστατευτισμός», είπε.
«Και σε αυτό το πλαίσιο, μια ανησυχητική διολίσθηση επιβάλλεται και στην Ευρώπη: ο ιδεολογικός και οικονομικός μετασχηματισμός μιας Ευρωπαϊκής Ένωσης που αντί να ενισχύσει τον κοινωνικό της πυλώνα και να διευρύνει την απάντηση που είχε δώσει κατά την πανδημία, τροφοδοτεί μια κοντόφθαλμη και ανεπαρκή λογική που δεν επιλύει τις μεγάλες προκλήσεις του σήμερα», ανέφερε.
«Αλλά εμείς λέμε: απέναντι στον επανεξοπλισμό, δικαιώματα· απέναντι στον πόλεμο, επαναβιομηχανοποίηση και εργασία· και απέναντι στο φόβο, περισσότερη δημοκρατία. Γιατί ναι, υπάρχει άμεση σχέση μεταξύ εργασίας και δημοκρατίας. Εκεί όπου καταστρέφεται το εργασιακό δίκαιο, εκεί αποδυναμώνονται τα δικαιώματα του πολίτη. Όπου υπάρχει επισφάλεια, υπάρχει φόβος. Και όπου υπάρχει φόβος, υπάρχει λιγότερη ελευθερία. Γι' αυτό, απέναντι σε όσους θέλουν να μετατρέψουν την εργασία σε εμπόρευμα, εμείς υπερασπιζόμαστε την εργασία με δικαιώματα», συμπλήρωσε.
Σύμφωνα με την Ισπανίδα Υπουργό, ο κατώτατος μισθός στη χώρα της αυξήθηκε μέσα σε πέντε χρόνια κατά 61%, για να φτάσει τα 1.184 ευρώ το μήνα, για 14 μήνες, ενώ έλαβε παράλληλα χώρα «η πιο φιλόδοξη εργασιακή μεταρρύθμιση στην ιστορία της Δημοκρατίας στην Ισπανία, η οποία μείωσε την προσωρινή απασχόληση και δημιούργησε περισσότερες από 3 εκατομμύρια μόνιμες συμβάσεις εργασίας».
«Προστατεύσαμε τους εργαζόμενους και τις εργαζόμενες απέναντι σε κρίσεις, όπως η πανδημία ή οι κλιματικές καταστάσεις έκτακτης ανάγκης, με μηχανισμούς όπως το ERTE (μηχανισμός προσωρινής αναστολής απασχόλησης), που έσωσαν εκατομμύρια θέσεις εργασίας. Και, πάνω απ' όλα, μεταφέραμε το εργατικό δίκαιο εκεί που δεν έφτανε πριν: στις ψηφιακές πλατφόρμες, στους αυτοαπασχολούμενους κατ’ οίκον διανομείς, στις οικιακές βοηθούς – σε όλους εκείνους που για χρόνια τύγχαναν μεταχείρισης ως ανύπαρκτοι στην αγορά εργασίας», συμπλήρωσε.
«Αλλά αυτό δεν είναι ένα επίτευγμα μόνο της Ισπανίας, είναι μια εναλλακτική λύση σε ευρωπαϊκή διάσταση. Γιατί αυτό που διακυβεύεται στην Ευρώπη είναι αν θα παραμείνουμε παγιδευμένες και παγιδευμένοι στη νεοφιλελεύθερη λογική των περικοπών, της λιτότητας, της επισφάλειας και της απορρύθμισης, ή αν θα κινηθούμε προς μια Ευρώπη που -ακόμα στο σημερινό πλαίσιο ενός ανεύθυνου εμπορικού πολέμου- θα διευρύνει τα δικαιώματα και τις ελευθερίες», ανέφερε ακολούθως.
«Η Κύπρος, όπως και η Ισπανία, γνωρίζει τι σημαίνει να υποφέρει κανείς από τις πολιτικές λιτότητας, γνωρίζει τι σημαίνει εμπορευματοποίηση της ζωής, και για αυτό είναι τόσο σημαντικό αυτό που κάνετε ως ΑΚΕΛ, να υψώνετε τη φωνή σας για την υπεράσπιση των συλλογικών συμβάσεων, της ασφάλειας της εργασίας, των αξιοπρεπών μισθών», είπε.
«Η ευρωπαϊκή Αριστερά έχει ένα ιστορικό καθήκον, να ξαναχτίσει ένα κοινωνικό δημοκρατικό συμβόλαιο για τον 21ο αιώνα. Αυτό σημαίνει αξιοπρεπείς μισθούς, σημαίνει πραγματική ισότητα για τις γυναίκες, περισσότερο φεμινισμό, προστασία από την ψηφιοποίηση, εργασιακά δικαιώματα που να είναι καθολικά. Γιατί χρειαζόμαστε μια παγκόσμια χάρτα εργασιακών δικαιωμάτων που να ενώνει τους αγώνες μας. Γιατί αν το κεφάλαιο είναι παγκόσμιο, τα εργασιακά δικαιώματα πρέπει επίσης να είναι παγκόσμια», κατέληξε.
Πηγή: ΚΥΠΕ