Σημαντικοί δείκτες για την πορεία μιας οικονομίας είναι αυτοί που αφορούν την κατανάλωση και το λιανικό εμπόριο, εφόσον καταδεικνύουν τη διάθεση των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων ως προς τις αγορές τους (το «πώς κινείται το χρήμα στο παζάρι»).
Επιπλέον, η κατανάλωση επηρεάζει τις εισπράξεις της κυβέρνησης από τους έμμεσους φόρους όπως τον ΦΠΑ. Σίγουρα οποιαδήποτε εμπόδια στη διακίνηση αγαθών και υπηρεσιών διεθνώς, δημιουργούν προκλήσεις ανάμεσα στους καταναλωτές, ειδικά όταν αναφερόμαστε σε μια καθαρά εισαγωγική χώρα.
Το εμπορικό ισοζύγιο της Κύπρου αν και βελτιώνεται παραμένει σημαντικά αρνητικό. Είναι ένας δείκτης στον οποίο παλαιότερα δεν δινόταν ιδιαίτερη σημασία στις αναλύσεις, αλλά τώρα συζητείται όλο και περισσότερο.
Η αλυσίδα του λιανεμπορίου είναι σημαντική για κάθε οικονομία εφόσον συντηρεί πολλές οικογένειες και επιχειρήσεις όπως παραγωγούς, εργαζόμενους, προμηθευτές και παρόχους υπηρεσιών συναφών με τον τομέα.
Τονίζεται ότι ο λιανικός τομέας αναδιαρθρώθηκε σημαντικά με νέους «παίκτες» να μπαίνουν στην αγορά ή υφιστάμενους να ενισχύουν τον κύκλο εργασιών τους και να εφαρμόζουν τεχνολογικά αναβαθμιζόμενες υπηρεσίες και κατ' οίκον παράδοση, ως αντίδραση στα περιοριστικά μέτρα (υπηρεσίες που φυσικά θα διατηρηθούν και μεταγενέστερα). Την ίδια στιγμή υπήρξαν σημαντικές εξαγορές/συγχωνεύσεις που ενισχύουν μεν τις συνέργειες περιορίζουν τον ανταγωνισμό δε.
Η ενίσχυση του τομέα περιορίζει και τον αριθμό των ανέργων εφόσον οι επιχειρηματίες του κλάδου προχωρούν σε προσλήψεις, την ίδια στιγμή που, επεκτάσεις σε υφιστάμενα εμπορικά κέντρα και κατασκευή νέων βρίσκονται σε εξέλιξη. Τα βήματα που γίνονται πλέον είναι πιο προσεκτικά, εφόσον οι πλείστοι «παίκτες» της αγοράς φαίνεται να έχουν διδαχθεί από τις αποτυχίες του παρελθόντος, ειδικότερα μετά την κατάρρευση εταιρειών που θεωρούνταν «πολύ μεγάλες για να καταρρεύσουν».
Σημαντικοί παράγοντες που επηρεάζουν τους δείκτες της κατανάλωσης είναι η ψυχολογία των πολιτών αλλά και το εξωγενές περιβάλλον. Σε περιόδους κρίσεων και ανησυχίας, η κατανάλωση συρρικνώνεται, εφόσον ο καταναλωτής παίρνει «αμυντική στάση» για διαφύλαξη των εισοδημάτων και κεφαλαίων του.
Επιπλέον, παρατηρείται αλλαγή στη νοοτροπία των καταναλωτών, οι οποίοι είναι πιο προσεκτικοί στις αγορές και στις δαπάνες τους και προχωρούν σε έρευνα αγοράς πριν προχωρήσουν σε αυτές. Επιπρόσθετα, σημειώνεται αύξηση στις διαφημίσεις των εταιρειών του τομέα και των κονδυλίων που δαπανώνται για σκοπούς προβολής και προώθησης, ενώ σημαντικό μέρος της προσπάθειας προώθησης γίνεται από νέα τεχνολογικά μέσα, ιστοσελίδες και εφαρμογές.
Η κατανάλωση, πέρα από τη διάθεση των καταναλωτών, επηρεάζεται και από τη ρευστότητα που υπάρχει στην αγορά και το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών, καθώς και τη διάθεση των πολιτών να αποταμιεύσουν.
Κάθε πολίτης, όπως και κάθε επιχείρηση, πάντοτε λογικά σκεπτόμενοι, συγκροτούν τον οικογενειακό/επιχειρηματικό προϋπολογισμό, ώστε να διασφαλίζεται για το κάθε άτομο, μέσα από το πέρασμα των χρόνων, ένα ελάχιστο επίπεδο διαβίωσης για τον ίδιο και την οικογένειά του, ενώ για τις επιχειρήσεις, η βιωσιμότητα και η ανάπτυξή τους.
Η καλή πορεία του τουρισμού αναμένεται να ενισχύσει και την κατανάλωση. Η «εισαγόμενη» κατανάλωση αποτελεί ακόμη ένα στοιχείο ενίσχυσης της εμπορικής και επιχειρηματικής δραστηριότητας της χώρας. Η προσέλκυση υψηλής εισοδηματικής τάξης τουριστών αλλά και μόνιμων κατοίκων ενισχύει άμεσα και έμμεσα την οικονομία, εφόσον πέραν των ξενοδοχείων και άλλες επιχειρήσεις, όπως καταστήματα ένδυσης και εστιατόρια, μπορούν να ευνοηθούν.
Από την άλλη όμως η επιβράδυνση των οικονομιών από τις οποίες η χώρα μας αντλεί σημαντικό αριθμό τουριστών μπορεί να περιορίσει την κατά κεφαλή δαπάνη ανά επισκέπτη, με τις αρνητικές συνέπειες στην κατανάλωση και τις επιχειρήσεις.
Την ίδια στιγμή, αυξημένες εμφανίζονται οι δαπάνες του κράτους κυρίως σε ό,τι αφορά τους μισθούς λόγω και των νέων προσλήψεων που έγιναν, κάτι που επίσης ενισχύει την κατανάλωση. Ο προϋπολογισμός του κράτους αποτελεί σημαντικό δημοσιονομικό εργαλείο ενίσχυσης της οικονομίας. Φυσικά, οι κρατικές δαπάνες πρέπει να ενεργοποιούν τις παραγωγικές μονάδες της οικονομίας και πολλαπλάσια κεφάλαια στον ιδιωτικό τομέα.
Σημειώνεται ότι η βελτίωση των δημόσιων οικονομικών έδωσε τη δυνατότητα αυξημένων δαπανών από την κυβέρνηση με το ξεπάγωμα θέσεων, τη σταδιακή επαναφορά των μισθών των κρατικών υπαλλήλων και την εκτέλεση συγκεκριμένων έργων.
Η θετική πορεία της κατανάλωσης ενισχύει την οικονομία, όμως οποιεσδήποτε υπερβολές πρέπει να τύχουν σωστής διαχείρισης. Ο χώρος του λιανικού εμπορίου και οι συνήθειες των καταναλωτών έχουν αλλάξει μετά την οικονομική κρίση, με τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις να μην βρίσκουν ουσιαστικά περιθώριο επαναδραστηριοποίησης στα προ κρίσης επίπεδα.
Όπως σε όλους τους τομείς έτσι και στο λιανεμπόριο, η σωστή αξιολόγηση της πορείας μιας επιχείρησης είναι ιδιαίτερα σημαντική, ώστε να διασφαλίζεται η βιωσιμότητά της. Αυτή η αναγκαιότητα γίνεται ακόμη πιο έντονη όταν η οικονομία προσπαθεί να βρει βηματισμό μετά από μια κρίση που ουσιαστικά παρέλυσε σημαντικούς τομείς της.
Την ίδια στιγμή, είναι απαραίτητος ο μακροχρόνιος προγραμματισμός και η συνεχής αξιολόγηση των παραγόντων που επηρεάζουν την κερδοφορία και τη ρευστότητα μιας επιχείρησης, ώστε να οχυρωθεί σωστά για τις περιόδους ύφεσης.
Είναι απαραίτητο όλες οι επιχειρήσεις να αξιολογήσουν τα οικονομικά και επιχειρηματικά τους μοντέλα και να πάρουν εκείνες τις αποφάσεις που σε πρώτο στάδιο θα τους επιτρέψουν να διαχειριστούν τις μεγάλες συνέπειες από τα αυστηρά περιοριστικά μέτρα και σε δεύτερο, να αναδιοργανωθούν, ώστε να μπουν σε μια πορεία οργανικής ανάπτυξης.