Παρά την ελαφρά μείωση το τρίτο τρίμηνο του 2024, τα δάνεια «Σταδίου 2» στην Ευρωπαϊκή Ένωση διατηρούνται σε επίπεδα υψηλότερα της προ πανδημικής περιόδου, αντανακλώντας τις συνεχιζόμενες πιέσεις στην ποιότητα των χαρτοφυλακίων των τραπεζών. Τα δάνεια αυτά, που χαρακτηρίζονται από σημαντική αύξηση του πιστωτικού κινδύνου χωρίς να είναι ακόμη σε καθεστώς αθέτησης, αποτελούν έναν αξιόπιστο δείκτη πρόβλεψης για την εξέλιξη των μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPLs).
Σύμφωνα με την τελευταία έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια (NPL Advisory Panel) το ποσοστό των δανείων «Σταδίου 2» μειώθηκε οριακά από 9,3% σε 9,2% κατά το τρίτο τρίμηνο του 2024 σε τριμηνιαία βάση.
Παρά την πρόσφατη επιβράδυνση των αγορών ακινήτων, η οποία θα μπορούσε δυνητικά να οδηγήσει σε υψηλότερες απομειώσεις για τις τράπεζες, το μερίδιο των δανείων που ταξινομούνται στο «Στάδιο 2» σύμφωνα με το λογιστικό πρότυπο IFRS 9 παραμένει υψηλό, υπερβαίνοντας τα επίπεδα προ πανδημίας, αναφέρει η έκθεση.
Σημαντικές διαφορές παρατηρούνται ανά τομέα και χώρα. Σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία εποπτείας της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), τα υψηλότερα επίπεδα δανείων «Σταδίου 2» εντοπίζονται σε δάνεια προς μη χρηματοπιστωτικές εταιρείες που εξασφαλίζονται με ακίνητη περιουσία (19,44%) και προς μικρομεσαίες επιχειρήσεις (15,70%), σημειώνοντας αύξηση από 17,65% και 14,97% αντίστοιχα σε ετήσια βάση.
Γεωγραφικά, το Βέλγιο κατέγραψε το υψηλότερο ποσοστό δανείων «Σταδίου 2» προς μη χρηματοπιστωτικές εταιρείες (24,49%) το τρίτο τρίμηνο του 2023. Η Ιρλανδία παρουσίασε το υψηλότερο ποσοστό για δάνεια προς μη χρηματοπιστωτικές εταιρείες που εξασφαλίζονται με ακίνητη περιουσία (33,55%), ενώ η Ελλάδα εμφανίζει τα υψηλότερα ποσοστά για νοικοκυριά (20,32%) και νοικοκυριά με εξασφάλιση ακίνητης περιουσίας (22,86%).
Επιπτώσεις στην πιστωτική πολιτική
Η αύξηση των δανείων «Σταδίου 2» έχει σημαντικό αντίκτυπο στην πιστωτική πολιτική των τραπεζών. Σύμφωνα με την Έρευνα Τραπεζικών Δανείων της ΕΚΤ, οι τράπεζες της ζώνης του ευρώ ανέφεραν καθαρή επίδραση σύσφιξης των δεικτών NPL και άλλων δεικτών πιστωτικής ποιότητας στα πιστωτικά τους πρότυπα για δάνεια προς επιχειρήσεις και καταναλωτική πίστη κατά το πρώτο εξάμηνο του 2024.
Η καθαρή επίδραση σύσφιξης των αντιληπτών πιστωτικών κινδύνων στα πιστωτικά πρότυπα των τραπεζών για δάνεια προς επιχειρήσεις και καταναλωτική πίστη (και τα δύο 9%) και η καθαρή επίδραση σύσφιξης στους όρους και τις προϋποθέσεις (7% και 6% αντίστοιχα) ήταν υψηλότερες από τους μέσους όρους που καταγράφηκαν από το πρώτο εξάμηνο του 2018.
Η επίδραση της πανδημίας Covid-19
Η πανδημία Covid-19 είχε σημαντικό αντίκτυπο στην εξέλιξη των δανείων «Σταδίου 2». Στην αρχή της πανδημίας, εφαρμόστηκε ένα εξαιρετικά ευρύ φάσμα μέτρων στήριξης για την άμβλυνση των επιπτώσεων της κρίσης, συμπεριλαμβανομένων των μορατόριουμ και των δημόσιων προγραμμάτων στήριξης.
Η ρυθμιστική ευελιξία που παρασχέθηκε για την αντιμετώπιση των ανοιγμάτων με μέτρα ανοχής σχετικά με την Covid-19 χρησιμοποιήθηκε εκτεταμένα από τις τράπεζες σε όλη την Ευρώπη. Εντός αυτού του πλαισίου, οι δανειστές παρείχαν σύντομες περιόδους διακοπών πληρωμών, οι οποίες αποδείχθηκαν καθοριστικές για την προστασία των δανειοληπτών από ελλείψεις ρευστότητας.
Σύντομα μετά την ευρεία εφαρμογή τους, παρατηρήθηκε απότομη αύξηση στη χρήση των επιλέξιμων μορατόριουμ της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών (EBA) σε περισσότερα από 800 δισεκατομμύρια ευρώ, που αντιπροσώπευε περίπου το 6,5% των συνολικών δανείων προς νοικοκυριά και μη χρηματοπιστωτικές εταιρείες. Ωστόσο, ακολούθησε γρήγορη μείωση, επιβεβαιώνοντας ότι το πεδίο εφαρμογής και η χρήση του μέτρου ήταν προσωρινού χαρακτήρα για την αντιμετώπιση βραχυπρόθεσμων προβλημάτων ρευστότητας που προκλήθηκαν από την πανδημία.
Καθώς τα μορατόριουμ χρησιμοποιήθηκαν κυρίως από τους δανειολήπτες που επλήγησαν περισσότερο από την πανδημία, τα δάνεια που επωφελήθηκαν από μορατόριουμ απέδωσαν χειρότερα από τα δάνεια κατά μέσο όρο.
Για δάνεια υπό ενεργά μορατόριουμ, οι τράπεζες αναγνώρισαν γρήγορα την επιδείνωση της ποιότητας των περιουσιακών τους στοιχείων, ταξινομώντας το 16,7% αυτών στο «Στάδιο 2» ήδη από το δεύτερο τρίμηνο του 2020. Αυτό συγκρίνεται με ποσοστό «Σταδίου 2» για το σύνολο των δανείων 8,2% την ίδια περίοδο.
Το ποσοστό των δανείων «Σταδίου 2» αυξήθηκε συνεχώς στη συνέχεια σε περισσότερο από 30% (κορύφωση 33,6% το τρίτο τρίμηνο του 2021 και 30,3% το τέταρτο τρίμηνο του 2021). Τα δάνεια με λήξη μορατόριουμ εξακολουθούσαν να έχουν σημαντικά υψηλότερη κατανομή «Σταδίου 2» συγκριτικά με το σύνολο των δανείων (23,6% έναντι 9,5% το δεύτερο τρίμηνο του 2022).
Πέρα από τα μορατόριουμ, σημαντικό ρόλο έπαιξαν και τα Σχέδια Δημόσιας Εγγύησης (PGS). Το μερίδιο των δανείων που υπόκεινται σε PGS αυξήθηκε από την έναρξη της πανδημίας, ξεκινώντας από 184 δισεκατομμύρια ευρώ το δεύτερο τρίμηνο του 2020 και φτάνοντας σε κορύφωση 378 δισεκατομμύρια ευρώ το τρίτο τρίμηνο του 2021.
Παρόμοια με τα δάνεια υπό μορατόριουμ, οι τράπεζες ανέφεραν αυξανόμενη επιδείνωση της ποιότητας των περιουσιακών στοιχείων για δάνεια που υπόκεινται σε PGS. Το ποσοστό «Σταδίου 2» αυξήθηκε από 3,1% το δεύτερο τρίμηνο του 2020 σε 23,7% το δεύτερο τρίμηνο του 2022, παρόμοια επίπεδα με το ποσοστό «Σταδίου 2» των δανείων με λήξη μορατόριουμ.
Παρά τις προκλήσεις, η μείωση των επίσημων επιτοκίων μπορεί να φέρει κάποια ανακούφιση κατά το 2025. Ωστόσο, αυτό μπορεί να μετριαστεί από τις λιγότερο ευνοϊκές οικονομικές προοπτικές. Η πλειονότητα των ερωτηθέντων στην έρευνα της Συμβουλευτικής Επιτροπής για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια την άνοιξη του 2024 ανέμενε τόσο τα NPLs όσο και τα δάνεια «Σταδίου 2» να αυξηθούν ελαφρώς μεσοπρόθεσμα (2025 και μετά).
Η πανδημία Covid-19 άφησε μια διαρκή επίδραση στην ποιότητα των χαρτοφυλακίων δανείων των ευρωπαϊκών τραπεζών, με τα δάνεια «Σταδίου 2» να παραμένουν σε επίπεδα υψηλότερα από εκείνα πριν από την κρίση, παρά τη σταδιακή οικονομική ανάκαμψη και τα μέτρα στήριξης που εφαρμόστηκαν.