Αν επικεντρωθούμε στη μεγάλη εικόνα, όλοι μπορούμε σχετικά εύκολα να διακρίνουμε τα μεγάλα γεωπολιτικά πλεονεκτήματα που μπορεί να έχει η ηλεκτρική διασύνδεση Ισραήλ-Κύπρου-Ελλάδας μέσω του αγωγού GSI. Η εικόνα είναι ιδιαίτερα ευκρινής αν εστιάσουμε στη σημασία της Ανατολικής Μεσογείου βάζοντας στην εξίσωση τα μεγάλα κοιτάσματα φυσικού αερίου που διαθέτει, τις θαλάσσιες οδούς που προσφέρει και την πόντιση υποθαλάσσιων καλωδίων μεταφοράς ενέργειας.
Η σημασία του
Τι θα μπορούσε να εξυπηρετήσει ένας αγωγός; Θα μπορούσε να συνδέσει την Κύπρο και το Ισραήλ παρέχοντας μια αξιόπιστη και αμφίδρομη υποβρύχια διασύνδεση με την Ελλάδα και την υπόλοιπη Ευρώπη. Την ίδια στιγμή, με μια σημαντική αναβάθμιση και προέκταση, θα μπορούσε να διασυνδέσει, μέσω Κύπρου, την Τουρκία και, μέσω Ισραήλ, τη Μέση Ανατολή δημιουργώντας ένα ενιαίο και αξιόπιστο σύστημα μεταφοράς ηλεκτρισμού σε καλύτερες τιμές.
Δυστυχώς δεν έχουμε ενώπιόν μας αυτόν τον σχεδιασμό, οπότε και η προοπτική της υλοποίησής του όλο και ξεμακραίνει, με το όλο εγχείρημα να γίνεται θολό, εξαιτίας και της έλλειψης διαφάνειας κυρίως σε ό,τι αφορά τα οικονομικά του. Αυτό που σίγουρα δεν έχουμε ενώπιόν μας -και ίσως είναι και το μεγαλύτερο πρόβλημα- είναι πολιτικούς με ορθολογική ανάλυση και όραμα. Αν τους είχαμε αυτή η διασύνδεση, όπως έγινε και στην ΕΕ, θα είχε γίνει εδώ και χρόνια. Σήμερα, ακόμα κι αν προχωρήσει η διασύνδεση, ίσως κάποιες νέες τεχνολογίες, που βρίσκονται στο πειραματικό τους στάδιο, μας ξεπεράσουν καθιστώντας το έργο μη βιώσιμο.
Οι πολιτικάντηδες
Στην Ανατολική Μεσόγειο το μεγαλύτερο πρόβλημα για τέτοιου είδους αναπτύξεις είναι η διασαφήνιση κάποιων απολύτως αναγκαίων συνθηκών, με σημαντικότερη αυτή του διαμοιρασμού της ΑΟΖ. Η έλλειψη διαχωρισμού είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα και μια συνεχής πηγή ανωμαλίας αλλά κανένας δεν του δίνει τη βαρύτητα που του αρμόζει. Μόνο τρεις χώρες το έχουν κατορθώσει αυτό και μιλάμε για την Κύπρο, την Αίγυπτο και το Ισραήλ και μερικώς το Ισραήλ με τον Λίβανο και την Ελλάδα με την Αίγυπτο. Όλες οι άλλες χώρες μεταξύ τους (Συρία, Λίβανος, Τουρκία, Λιβύη, Αίγυπτος, Ελλάδα) ακόμα βρίσκονται πολύ μακριά. Με την Τουρκία να διεκδικεί τη μισή Ανατολική Μεσόγειο αλλά να μην έχει συμφωνήσει με καμιά χώρα μέχρι στιγμής.
Στην Ανατολική Μεσόγειο η Τουρκία διαθέτει μια ακτογραμμή 1.600 χιλιόμετρα φιλοξενώντας στις ακτές αυτές πάνω από 10 εκατ. Τούρκους. Με βάση το Δίκαιο της Θάλασσας σίγουρα θα πρέπει να έχει ένα μεγάλο ποσοστό της Ανατολικής Μεσογείου ως δική της ΑΟΖ. Η ίδια διεκδικεί αυτό το ποσοστό διά της ισχύος, π.χ. με την καταφυγή στην πολιτική της κανονιοφόρου, σε ό,τι αφορά τις γεωτρήσεις της Κύπρου και της πόντισης καλωδίου από πλευράς Ελλάδας. Προχωρεί ακόμα και σε εξόφθαλμα παράνομες ενέργειες όπως το λεγόμενο τουρκολιβυκό μνημόνιο, που τη φέρνει σε αντιπαράθεση όχι μόνο με την Ελλάδα αλλά και με την Αίγυπτο.
Γιατί δεν προχωρεί ένας σωστός και με βάση το Δίκαιο της Θάλασσας διαμοιρασμός στην Ανατολική Μεσόγειο; Σε αυτό σοβαρές ευθύνες φέρει και η Ελλάδα και εν μέρει η Κύπρος. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει δείξει τεράστιο ρεαλισμό συζητώντας με την Ιταλία και την Αίγυπτο σε ό,τι αφορά τον καθορισμό των ΑΟΖ τους. Αποδέχτηκε στην πραγματικότητα ότι λόγω ακτογραμμής και πληθυσμού κάποια μικρά νησάκια της βορείως της Κέρκυρας και δυτικά της Ζακύνθου αλλά και κάποια στα Δωδεκάνησα δεν μπορούν να έχουν την ίδια επήρεια στον καθορισμό της ΑΟΖ με τις δυο προαναφερθείσες χώρες.
Το ίδιο προφανώς ισχύει και με το απομονωμένο Καστελόριζο το οποίο δεν μπορεί να έχει τέτοια επήρεια, σε σημείο που κάποιοι επιμένουν ότι η ΑΟΖ της Ελλάδας και της Κύπρου τέμνονται μεταξύ τους και με την ΑΟΖ της Αιγύπτου.
Μια συνεννόηση
Από τη στιγμή που εκκρεμεί τεράστια ένταση σε σχέση με τον διαχωρισμό ΑΟΖ μεταξύ Ελλάδας-Τουρκίας-Κύπρου, δεν θα έπρεπε να υπάρχει μια μίνιμουμ συνεννόηση σε ό,τι αφορά τουλάχιστον την πόντιση καλωδίων και αγωγών, η διέλευση των οποίων είναι αβλαβής;
Ας είμαστε ειλικρινείς. Η Τουρκία προβάλλει απίθανες διεκδικήσεις, αλλά αυτό δεν σημαίνει, όπως προαναφέραμε, ότι δεν έχει καθόλου δικαιώματα στην Ανατολική Μεσόγειο. Ούτε είναι σωστό Ελλάδα-Κύπρος και Ισραήλ, σε κάθε ενεργειακό πρόγραμμα που ετοιμάζονται να εκτελέσουν, να προαποκλείουν την Τουρκία. Αυτό έγινε και στην περίπτωση του αγωγού φυσικού αερίου EastMed, αυτό γίνεται και στην περίπτωση του καλωδίου GSI. Η πρώτη περίπτωση ναυάγησε διότι τα μικρά αποθέματα φυσικού αερίου δεν θα μπορούσαν να καταστήσουν βιώσιμο έναν αγωγό μήκους 1.200 μιλίων για να μεταφέρει φυσικό αέριο στην Ευρώπη. Η δεύτερη διότι η Ελλάδα απέφυγε να προχωρήσει σε μια τυπική συνεννόηση, οπότε η Τουρκία κατέφυγε στη χρήση αντιτορπιλικών για να απομακρύνει τα σκάφη που ανέλαβαν τις βυθομετρήσεις από την Κάρπαθο έως την Κύπρο. Υπάρχει και κάτι άλλο το οποίο πολλοί υποτιμούν και έχει να κάνει με τις γεωτρήσεις και την εκμετάλλευση του φυσικού αερίου της Κύπρου στην Ανατολική Μεσόγειο. Η επιρροή της Τουρκίας σε όλους τους ενεργειακούς κολοσσούς είναι αρκετά μεγάλη σε σημείο που κανείς πλέον δεν βιάζεται να προχωρήσει σε νέες γεωτρήσεις. Ούτως ή άλλως όλοι γνωρίζουν ότι το φυσικό αέριο της Κύπρου αλλά και τα αποθέματα που περισσεύουν στο Ισραήλ από τη γεώτρηση Λεβιάθαν μόνον στην Τουρκία θα μπορούσαν να πωληθούν σε ικανοποιητική τιμή. Παρ' όλα αυτά η Κύπρος επέλεξε να πωλήσει φυσικό αέριο στην Αίγυπτο σε τιμή κόστους.
Εν ολίγοις, αν είχαμε πολιτικούς κάποιας εμβέλειας και όχι πολιτικάντηδες θα έβλεπαν ότι με τα αποθέματα που έχουν το Ισραήλ και η Κύπρος, ο αγωγός θα έπρεπε να σχεδιασθεί να διανύσει απόσταση 100 μιλίων στην Τουρκία και όχι 1.200 μέχρι την Ιταλία! Για να αναληφθούν βέβαια τέτοιες πρωτοβουλίες υπάρχουν προϋποθέσεις: Πρέπει να λυθεί το Κυπριακό και τα ελληνοτουρκικά, ούτως ώστε να ανοίξει ο δρόμος της οικονομικής συνεργασίας και της ειρηνικής συνύπαρξης.
Η έλλειψη
Η έλλειψη συνεννόησης πού οδηγεί; Αφήσαμε τη γεωπολιτική ανάλυση και μπήκαμε σε μια γεωστρατηγική προσέγγιση με αποτέλεσμα αυτή τη στιγμή Ελλάδα και Κύπρος να συνάπτουν συμμαχίες, να δημιουργούν στρατιωτικές βάσεις και πολεμικά αεροδρόμια, υποδομές οι οποίες, μεταξύ άλλων, θεωρούν ότι θα βοηθήσουν στον έλεγχο κρίσιμων θαλάσσιων οδών, στον καθορισμό θαλασσοτεμαχίων για γεωτρήσεις και στην πόντιση τηλεφωνικών και ηλεκτρικών καλωδίων.
Πού βρισκόμαστε σήμερα; Αντί να αναζητούμε, αρχικά μέσα από την επίλυση των προβλημάτων μας, να προχωρήσουμε στο κτίσιμο ενεργειακών, εμπορικών, επικοινωνιακών και άλλων τόξων στην περιοχή με τη συμμετοχή όλων, μπήκαμε στη λογική ενός ανταγωνισμού ο οποίος δεν γνωρίζουμε πού θα μας βγάλει, μη αποκλειόμενου και του πολέμου.
Η Κύπρος επί Αναστασιάδη και Χριστοδουλίδη δείχνει να παρασύρεται στην αδιέξοδη πολιτική Νετανιάχου, έχοντας όλοι μαζί καταφέρει να τραβάνε από τη μύτη και τον Κυριάκο Μητσοτάκη σε διάφορες τριμερείς χωρίς αντίκρισμα.
Κάποιοι το πάνε και ένα βήμα παρακάτω. Υποστηρίζουν ότι στην περιοχή μας, μετά την αποχώρηση των Αμερικανών και των Ρώσων και την ταυτόχρονη υποχώρηση της όποιας επιρροής είχαν το Ιράν και η Συρία του Άσαντ, δημιουργήθηκε ένα κενό εξουσίας το οποίο θα μπορούσε να καλύψει το Ισραήλ σε συνεργασία με την Ελλάδα και την Κύπρο, αφήνοντας εκτός την Τουρκία την οποία κάποια στιγμή θα βάλει σε τάξη το Ισραήλ, όπως έκανε και με το Ιράν. Πρόκειται για μια ευκαιριακή ανάλυση, προϊόν του μικρομεγαλισμού του κάθε απλοϊκού Έλληνα, η οποία δεν μπορεί να μας πάει πουθενά. Στην πραγματικότητα η επιρροή της Τουρκίας στην περιοχή έχει αυξηθεί κατακόρυφα τα τελευταία 2 χρόνια, οπότε η αντιπαράταξη μαζί της δεν έχει κανένα ουσιαστικό νόημα παρά προκαλεί αμοιβαία φθορά.
Παραμένοντας στη μεγάλη εικόνα, και η Ελλάδα, και η Κύπρος, και το Ισραήλ, και η Τουρκία, αν μπορέσουν να αντιληφθούν τη λογική της πολιτικής συνεννόησης και της οικονομικής συνεργασίας, θα έχουν σίγουρα πολύ περισσότερα να επωφεληθούν. Αντίθετα, αν παραμείνουν στη λογική της αντιπαράθεσης η οποία μπορεί κάποια στιγμή να οδηγήσει σε ανεξέλεγκτες εξελίξεις, τότε, λίγο ή πολύ όλοι θα χάσουν.
Το διεθνές πολιτικό σκηνικό σήμερα δυστυχώς δεν ευνοεί νηφάλιες και ορθολογικές προσεγγίσεις στην επίλυση προβλημάτων.