Όταν οι πολιτικοί αυτής της χώρας ανοίγουν το στόμα τους και μιλούν για διαφάνεια θα πρέπει επιτέλους να εννοήσουν ότι η λέξη αυτή δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται ως επικοινωνιακό τέχνασμα. Η διαφάνεια δεν είναι μια ακόμα «ωραία ιδέα». Είναι υποδομή εμπιστοσύνης και κατ' επέκταση θεμέλιο Δημοκρατίας.
Τα λέμε αυτά με αφορμή την πρόσφατη έκθεση του Γενικού Ελεγκτή για τον Φορέα Κοινωνικής Στήριξης του οποίου προεδρεύει η πρώτη κυρία της Δημοκρατίας Φιλίππα Καρσερά, ενός φορέα ο οποίος με βάση την έκθεση κινείται σε διάφορες γκρίζες ζώνες. Στα ευρήματα της έκθεσης καταγράφονται αρκετές περιπτώσεις εταιρειών που συνεισέφεραν σημαντικά ποσά για ενίσχυση του κοινωνικού έργου του φορέα, ενώ την ίδια στιγμή είχαν κάποιας μορφής οικονομική δραστηριότητα και κατ' επέκταση ιδιάζουσα σχέση με το κράτος. Συγκεκριμένα, ο Γενικός Ελεγκτής εντόπισε εταιρείες οι οποίες ενώ διαβουλεύονταν με το κράτος συμβόλαια αρκετών εκατομμυρίων, την ίδια περίοδο έκαναν εισφορές στον φορέα.
Εισφορές
Μία από τις εταιρείες αυτές ενώ διαβουλευόταν με το κράτος για συμβόλαιο πέραν των €10 εκατ. την ίδια περίοδο έδινε και εισφορά. Σε άλλη περίπτωση, φυσικό πρόσωπο, στην εταιρεία του οποίου παραχωρήθηκε άδεια κατασκευής υποστατικού για εμπορική χρήση, έκανε εισφορά στον φορέα, για τα έτη 2023 και 2024, €200.000 για κάθε έτος. Επίσης σύμφωνα πάντα με την Ελεγκτική Υπηρεσία, συγκεκριμένη εταιρεία, κατά τα έτη 2023-2024, ενώ διαπραγματευόταν με το κράτος, στα πλαίσια σύμβασης μεγάλης διάρκειας και αξίας, κατέβαλε στον φορέα εισφορές αξίας €695.750 (2023 €395.750 και 2024 €300.000), ενώ η προηγούμενή της εισφορά το 2018 ήταν €100.000. Γίνεται επίσης αναφορά σε εταιρείες οι οποίες δραστηριοποιούνται στον τομέα της ναυτιλίας, οι οποίες, ενώ δεν είχαν κάνει καμία εισφορά κατά τα προηγούμενα έτη (2018-2022), το 2023 και το 2024 εισέφεραν σημαντικά ποσά. Συγκεκριμένα, η μία εταιρεία εκ των δύο εισέφερε €200.000 το κάθε έτος, ενώ η δεύτερη κατέθεσε ποσό ύψους €400.000 το 2023 και €500.000 το 2024. Επιπρόσθετα, τρίτη εταιρεία που δραστηριοποιείται στον ίδιο κλάδο, ενώ και πάλι δεν είχε κάνει οποιαδήποτε εισφορά στο παρελθόν (2018-2023), το 2024 εισέφερε το ποσό των €50.000 στον φορέα. Ολονών αυτών τα ονόματα δεν δόθηκαν ποτέ στη δημοσιότητα με τους πολίτες και τα ΜΜΕ να βρίσκονται υπό καθεστώς συσκότισης.
Απάντηση του φορέα
Εκ μέρους του φορέα απάντησε ο Γενικός Λογιστής της Δημοκρατίας που είναι και ο ταμίας, καταλογίζοντας στην Ελεγκτική Υπηρεσία πολιτικές σκοπιμότητες αφού, όπως διευκρίνισε, «η τοποθέτηση της Ελεγκτικής Υπηρεσίας για τη σύνδεση της προεδρίας του φορέα με τη σύζυγο του Προέδρου της Δημοκρατίας, ενώ προβλέπεται από τον νόμο, παρουσιάζεται με τρόπο που δημιουργεί εσφαλμένες εντυπώσεις για κατάχρηση εξουσίας, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη το συνταγματικό και νομικό πλαίσιο».
Το πρόβλημα δεν αφορά εκ πρώτης όψεως ούτε την πρώτη κυρία ούτε τον Γενικό Λογιστή. Το θέμα είναι ποιοι συνεισφέρουν στο ταμείο και η άρνηση να δοθούν στη δημοσιότητα τα ονόματά τους γιατί υπάρχει το υφιστάμενο νομικό και συνταγματικό πλαίσιο περί προσωπικών δεδομένων που το απαγορεύει. Τα πράγματα για τον μέσο πολίτη είναι απλά: Αν ξέρουμε τα ονόματα, τότε, γνωρίζουμε αν έχουν κερδίσει προσφορές για κυβερνητικά έργα, οπότε κατανοούμε όλοι γιατί έγιναν οι προσφορές στο ταμείο της πρώτης κυρίας. Για όλους εμάς το αίτημα αυτό στηρίζεται στη θετική λογική ότι όταν τα δεδομένα και οι αποφάσεις είναι δημόσια, τότε, μειώνεται η προκατάληψη και αυξάνεται η κοινωνική συναίνεση. Η λογοδοσία αποτρέπει την κατάχρηση εξουσίας και διευκολύνει τους ελέγχους σε δημοσιογράφους ελεγκτικούς θεσμούς και πολίτες.
Όλα τα κόμματα και η κοινωνία των πολιτών συμφώνησαν σε αυτό, ωστόσο ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας παρέπεμψε τον σχετικό νόμο στο Ανώτατο κάνοντας λόγο για παράβαση του νόμου περί προσωπικών δεδομένων.
Σε μια χώρα που οι τελευταίες δεκαετίες έχουν ανεβάσει στα ύψη την καχυποψία για θέματα διαφθοράς, πιστεύουμε ότι για λόγους δημοσίου συμφέροντος τα προσωπικά δεδομένα κάποιων επιχειρηματιών, που θέλουν να χρηματοδοτήσουν αγαθοεργίες πολιτικών, θα έπρεπε να βρίσκονται σε δεύτερη μοίρα. Δυστυχώς, σε αυτό δεν συμφώνησε ούτε το Ανώτατο Δικαστήριο το οποίο, ουσιαστικά χωρίς να το επιθυμεί, επέτρεψε τη συνέχιση της αδιαφάνειας, ανέβασε στα ύψη την καχυποψία και έβαλε και αυτό ένα λιθαράκι στην υποβάθμιση της εμπιστοσύνης στο δημοκρατικό πολίτευμα.
Μια παρέκβαση
Εδώ ας μας επιτραπεί μια σύντομη παρέκβαση. Ο νόμος περί προσωπικών δεδομένων θεσπίστηκε ορθά για να προστατεύονται οι άνθρωποι από δημόσιο διασυρμό από διάφορα ΜΜΕ αλλά και να διαφυλάσσονται τα προσωπικά τους στοιχεία στην ψηφιακή εποχή που ζούμε.
Στην πράξη βέβαια ορισμένοι τον χρησιμοποιούν σαν ασπίδα για να αποκρύπτουν παρανομίες ή να εμποδίζουν τη διαφάνεια.
Ποιοι είναι αυτοί;
1. Δημόσιοι φορείς ή αξιωματούχοι, που επικαλούνται «προσωπικά δεδομένα» για να μην δώσουν στοιχεία σε ελέγχους ή δημοσιογράφους (π.χ. για συμβάσεις, προσλήψεις ή πειθαρχικές υποθέσεις).
2. Εταιρείες και οργανισμοί, που χρησιμοποιούν τον νόμο για να αποφεύγουν τη λογοδοσία, π.χ. αρνούνται να αποκαλύψουν ποιοι ωφελούνται από δημόσιες επιχορηγήσεις ή συμβάσεις.
3. Ιδιώτες ή πολιτικά πρόσωπα, που προβάλλουν το επιχείρημα των προσωπικών δεδομένων για να αποτρέψουν τη δημοσιοποίηση πληροφοριών που αφορούν πιθανές παρανομίες, συγκρούσεις συμφερόντων ή οικονομικές δραστηριότητες.
4. Δικηγόροι ή εταιρείες επικοινωνίας, που χειρίζονται τον νόμο εργαλειακά, στέλνοντας απειλές ή νομικές επιστολές (τα λεγόμενα SLAPPs) για να φοβίσουν ερευνητές και δημοσιογράφους.
Έτσι, ενώ ο νόμος φτιάχτηκε για να προστατεύει τους πολίτες από την κατάχρηση της πληροφορίας μερικοί τον χρησιμοποιούν για να προστατεύουν τον εαυτό τους από την αποκάλυψη της αλήθειας.
Διαφθορά
Πώς θα μπορούσε να λυθεί το υπό συζήτηση πρόβλημα στην Κύπρο; Πρώτον διά της κατάργησης του φορέα ο οποίος σε ένα ευρωπαϊκό κράτος δεν είναι καθόλου αναγκαίος. Δεύτερον, αν επιμένουν ότι ο φορέας είναι χρήσιμος, τότε, θα πρέπει να υιοθετήσει μια απόλυτα διαφανή διαδικασία σε ό,τι αφορά τις προσφορές που γίνονται. Όλα αυτά τα περί απορρήτου (ασφάλεια-προσωπικά δεδομένα) είναι προφάσεις εν αμαρτίαις, αυτό τουλάχιστον πιστεύουν οι πολίτες, για να κρύβονται κρίσιμα στοιχεία.
Όταν ο προϋπολογισμός, οι προμήθειες και οι αποφάσεις είναι δημόσιες, η εμπιστοσύνη αυξάνεται, το κόστος πέφτει και η διαφθορά δυσκολεύεται να ριζώσει. Μια κυβέρνηση που ανοίγει τα δεδομένα σε πραγματικό χρόνο, με μηχανικά αναγνώσιμες δαπάνες, ανοικτούς διαγωνισμούς, πραγματικούς δικαιούχους και ημερολόγια συναντήσεων, κτίζει νομιμοποίηση χωρίς επικοινωνιακά τεχνάσματα.
Αντίθετα, ο Πρόεδρος Χριστοδουλίδης, όταν στον σκληρό οικογενειακό του πυρήνα λειτουργεί χωρίς διαφάνεια, όταν το 80% των πολιτών θεωρούν ότι μεταξύ άλλων διορίζει σε διάφορα αξιώματα γνωστούς, συγγενείς και φίλους, όταν διαχειρίζεται εκατομμύρια ευρώ τα οποία προσφέρουν επιχειρηματίες που κάνουν και δουλειές με το κράτος, είναι λογικό ότι δεν μπορεί να πείσει κανέναν ότι ο Καίσαρας αλλά και η γυναίκα του Καίσαρα είναι και κυρίως φαίνονται τίμιοι.
Στην περίπτωσή του τα πράγματα είναι πολύ δύσκολα αφού οι επισημάνσεις και οι σκιές γίνονται και αφήνονται από τον Γενικό Ελεγκτή που πρόσφατα ο ίδιος διόρισε. Ελπίζουμε να λάβει σοβαρά υπόψη την έκθεση και να συμμορφωθεί. Εν προκειμένω το ζητούμενο είναι διαφάνεια στην πράξη. Διαφάνεια σημαίνει να βλέπουμε πού πάει κάθε ευρώ και ποιος επηρεάζει κάθε απόφαση. Έτσι λειτουργεί ένα σύγχρονο, φθηνότερο και δίκαιο κράτος.






