Πέρασαν πενήντα χρόνια. Είσαι εκεί. Μακριά από το βουνό, τις πέτρες, τη γη σου. Τώρα σε ρωτούν: «Θα έρθεις;» «Ίσως μια μέρα», τους λες. Αν θα έρθεις, έλα τώρα, όχι ίσως μια μέρα. Να σε γνωρίσουν οι δρόμοι. Να σε χαιρετήσουν καθώς περνάς και έρχεσαι. Να μην πει κανείς, μου φαίνεται πως τον ξέρω από κάπου. Προτού πληθύνουν πιο πολύ οι τάφοι τους οποίους θα επισκεφτείς. Να μην ρωτήσουν αυτά τα τείχη, αυτοί οι ευκάλυπτοι ποιος είναι αυτός ο ξένος. Είναι πολύ δύσκολος ο αποχαιρετισμός του παραδείσου; Πλέον έλα σε αυτούς τους κήπους που μαραίνονται. Έλα αν θες να δεις κάποιους για φτύσιμο κατάμουτρα. Έλα εδώ αν ξέχασες να βρίζεις. Έλα αν νοστάλγησες να ριχτείς στη μέση των κυμάτων, των κεραυνών και των μπελάδων. Πάντα νοσταλγούσες έναν ξεσηκωμό. Έλα αν σε ενθουσιάζει ακόμα αυτή η νοσταλγία. Αν θα έρθεις, έλα τώρα ή μην έρθεις ποτέ. Όχι ίσως μια μέρα. Έλα τώρα.
Δεν χρειάζεται άρνηση. Αυτή η πόλη σίγουρα ακολούθησε και εσένα. Και μετά από τα πιο μαγευτικά, τα πιο σαγηνευτικά τοπία που αντίκρισες σε αυτό τον κόσμο, τη νοστάλγησες ακόμα και να σου πρόσφερε τις πιο αβάσταχτες καταστάσεις της. Διότι είναι και αυτή σαν μια αγαπημένη που σου φαίνονται γλυκά ακόμα και τα καπρίτσια της και τα καμώματά της. Και την αγαπάς και τη βρίζεις. Δεν γίνεται να μην σε έχουν καλέσει αυτά τα βουνά. Τα τανκ δεν μπορεί να έχουν σβήσει τα χνάρια σου. Περνάς ένα απόβραδο από τα στενά σοκάκια με τα ερειπωμένα σπίτια. Ο ήλιος πάλι βασιλεύει ανάμεσα στα κλαδιά της φοινικιάς. Σε μια γειτονιά που πέθαναν όλοι οι γείτονες ο ένας μετά τον άλλο, πάλι υπάρχει ένα γιασεμί που κρέμεται από τον τοίχο του κήπου και σου θυμίζει όταν επέστρεφες από το σχολείο και τη μητέρα σου. Έλα αν μπορείς να αντέξεις να γυρνάς σαν τουρίστας στην ίδια την πατρίδα σου. Μπορεί να μην έχεις συναντηθεί εδώ και πολύ καιρό με άτομα που είναι πολύ εγωιστές, πολύ συμφεροντολόγοι, πολύ ψεύτες και πολύ μοχθηροί. Έλα αν θες να τους δεις. Έλα αν είσαι περίεργος πώς τα θύματα ερωτεύονται τους δήμιούς τους. Μπορεί να έχεις περάσει από τη Γερμανία στην Αυστρία και από την Αυστρία στην Ουγγαρία χωρίς να σου ζητήσει κανείς ταυτότητα και διαβατήριο. Έλα αν θες να γευτείς και εσύ πως πηγαίνεις κανείς από το ένα μισό της Λευκωσίας στο άλλο σαν να πηγαίνει στο εξωτερικό. Έλα αν βαρέθηκες να ζεις σε πόλεις πολύ θαυμάσιες και παντού ανθηρές και πεντακάθαρες. Έλα αν θες να μπεις στη θάλασσα σαν ξένος σε μια παραλία που δεν θα συναντήσεις κανέναν Κύπριο. Ανέβα στα βουνά. Πέρνα ανάμεσα από τις μυρωδιές του θυμαριού. Έλα, αν θα θυμίσουν και σε εσένα τι θαυμάσιο πράγμα είναι η ειρήνη οι προειδοποιήσεις «στρατιωτική περιοχή, απαγορεύεται η είσοδος». Έλα αν δεν θα σε θυμώσουν οι τρελές παράλογες κουβέντες των πολιτικών και δεν θα σε κάνουν να σκάσεις στα γέλια. Έλα αν θα σε εμπνεύσει για νέα ποιήματα αυτός ο τόπος στον οποίο σκάβει ο ένας τον λάκκο του άλλου, κανείς δεν λέει μπροστά σε κανέναν αυτό που έχει να πει και όλοι μιλάνε από πίσω σου. Έλα εδώ αν δεν σου έμεινε καμία άλλη προσδοκία εκτός από το να ζήσεις πιο ωραία σε αυτό τον κόσμο. Εδώ είναι η χώρα των προσδοκιών, εδώ ζουν άνθρωποι που η ζωή τους πέρασε περιμένοντας. Έλα αν δεν σε κουράζει να σμίξεις μαζί με εκείνους που πάντα ψάχνουν φως στο τούνελ. Όχι ίσως μια μέρα. Έλα τώρα αν θα έρθεις.
Εδώ δεν έμειναν πολλά σπίτια που θα σε υποδεχθούν με γλυκό του κουταλιού νεράντζι και καρυδάκι. Όσοι σηκώνονται και έρχονται μετά από σαράντα χρόνια έρχονται, είτε για να πεθάνουν, είτε για να φύγουν. Εδώ είναι δρόμοι στους οποίους υπάρχει καθημερινά η πιθανότητα να πεθάνεις. Έλα αν είσαι περίεργος για το πόσο έχει φθηνύνει η ζωή. Είσαι νευροχειρουργός. Χειρουργείς εγκεφάλους. Ξέρεις. Όλα αρχίζουν και τελειώνουν εκεί. Έλα αν θες να γράψεις μια νέα διατριβή για το πώς κάποιοι μπορούν να ζουν χωρίς εγκέφαλο σε αυτό τον κόσμο. Έλα αν νοστάλγησες διαμαρτυρίες με μαύρο στεφάνι και πανό που γράφουν δεν θα σωπάσουμε. Έλα και άκουσε την τελευταία αναπνοή αυτής της γης που έχει βιαστεί. Να μας καταριέται καθώς πεθαίνει. Μην ρωτήσεις κανέναν «πού είναι οι δικές μου αναμνήσεις». Έλα αν είσαι περίεργος για το πώς μετατράπηκε σε κόλαση ένας παράδεισος. Μην με ρωτάς αν ακόμα μυρίζουν τα γιασεμιά. Εκείνοι οι δύο ευκάλυπτοι με τον χοντρό κορμό στη λεωφόρο Κερύνειας λένε κάθε μέρα: «Η ψυχή σας στην κόλαση!» Εδώ είναι το μέρος που ο παράδεισος συναντιέται με την κόλαση. Το καταλαβαίνεις και από τη μυρωδιά του γαϊδουράγκαθου. Αν θα έρθεις έλα τώρα, όχι ίσως μια μέρα. Ύστερα, ούτε αυτό θα μπορείς να το βρεις ξανά!