Θα συνεχίσω και αυτή τη βδομάδα με το ίδιο θέμα, δηλαδή τον Οδυσσέα Μιχαηλίδη και τους υποστηρικτές του. Δεν κρίνω και δεν ασχολούμαι με τον άνθρωπο σε προσωπικό επίπεδο. Εκείνο με το οποίο καταπιάνομαι είναι οι πράξεις του και οι συμπεριφορές του. Το ότι διαθέτει ικανότητες ουδόλως το αμφισβητώ και ούτε διανοήθηκα να ισχυριστώ ότι είναι διεφθαρμένος. Ούτε και ισχυρίζομαι ότι δεν προσπάθησε ως Γενικός Ελεγκτής να περιορίσει τα φαινόμενα της διαφθοράς στη δημόσια ζωή του τόπου. Όμως, ο τρόπος που συμπεριφέρθηκε και οι μέθοδοι που χρησιμοποίησε δεν έφεραν οποιαδήποτε ουσιαστικά αποτελέσματα.
Στη 10ετή θητεία του στην Ελεγκτική Υπηρεσία τα φαινόμενα διαφθοράς δεν περιορίστηκαν. Αντίθετα αυξήθηκαν κατακόρυφα. Κατά τη γνώμη μου, η δεύτερη πενταετία Αναστασιάδη είναι η χειρότερη περίοδος για θέματα διαφθοράς στην ιστορία της Κυπριακής Δημοκρατίας. Αυτή συμπίπτει με τη δεύτερη πενταετία του Οδυσσέα στην Ελεγκτική Υπηρεσία. Επειδή ασπάζομαι πλήρως την άποψη ότι τα δημόσια πρόσωπα κρίνονται από τα αποτελέσματα των συμπεριφορών τους και όχι από τις προθέσεις τους, καταλήγω στο συμπέρασμα ότι ο Οδυσσέας Μιχαηλίδης δοκιμάστηκε και αποδεδειγμένα απέτυχε να φέρει πλήγματα κατά της διαφθοράς. Ένα θετικό που του αναγνωρίζω είναι ότι ευαισθητοποίησε ένα μέρος της κοινωνίας που έπασχε από την ασθένεια του ωχαδερφισμού.
Όσοι παρακολουθούν τη στήλη αυτή με κάποια προσοχή, θα θυμούνται πολλές αναφορές μου, που πάνε πίσω πολλά χρόνια, στο ότι κάθε αλλαγή δεν είναι πρόοδος, αλλά πρόοδος χωρίς αλλαγή δεν μπορεί να υπάρξει, ούτε για το άτομο, ούτε για τον οργανισμό, ούτε και για την κοινωνία. Η ζωή και η φύση είναι συνυφασμένες με την αλλαγή και την εξέλιξη. Σχηματικά, οι αλλαγές σ’ έναν οργανισμό ή στην κοινωνία μπορεί να είναι σχεδιασμένες ή μη σχεδιασμένες. Οι σχεδιασμένες αλλαγές είναι αυτές που συνειδητά συλλαμβάνονται από τους ανθρώπους με σκοπό τη βελτίωση, την πρόοδο ή την επίτευξη συγκεκριμένων προσδοκιών, επιθυμιών και στόχων.
Οι μη σχεδιασμένες αλλαγές συνήθως είναι οριακές, συχνά μη συνειδητές και μη ορατές, και συμβαίνουν μέσω της αέναης εξέλιξης, της αλληλόδρασης, των παρορμήσεων και της ανάγκης προσαρμογής στις πιέσεις του περιβάλλοντος. Δεν θα ασχοληθώ άλλο με τις μη σχεδιασμένες αλλαγές, αφού εκείνο που μας ενδιαφέρει είναι οι σχεδιασμένες αλλαγές που οδηγούν στην επίτευξη συγκεκριμένων στόχων.
Ως πολίτες, ασφαλώς, δεν οφείλουμε να γίνουμε ειδικοί στον σχεδιασμό και στην υλοποίηση των αλλαγών. Θεωρώ, όμως, ότι για δύο λόγους απαιτείται να έχουμε μια γενική άποψη για τις αιτίες αποτυχίας και τις προϋποθέσεις επιτυχίας: Πρώτον, διότι αυτή η γνώση μάς είναι απαραίτητη για να αξιολογούμε και να επιλέγουμε σωστά αυτούς από τους οποίους προσδοκούμε να υλοποιήσουν αλλαγές για το κοινό συμφέρον και γι’ αυτό τους εξουσιοδοτούμε με την ψήφο μας. Δεύτερον, πολλές αλλαγές μας αφορούν άμεσα ή έμμεσα, άρα η επιτυχία τους εξαρτάται και από τη δική μας στάση, υποστήριξη και συμμετοχή σε αυτές.
Ας δούμε, λοιπόν, τις βασικές προϋποθέσεις που απαιτούνται για την αποτελεσματική υλοποίηση των αλλαγών που οδηγούν σε βελτίωση και θετικά αποτελέσματα και των οποίων η απουσία αποτελεί αιτία αποτυχίας, ακόμη κι αν όσοι επιχειρούν τις αλλαγές έχουν καλές προθέσεις και ειλικρινά στοχεύουν στο κοινό καλό και στην πρόοδο. Η πρωταρχική και θεμελιώδης προϋπόθεση για τον σχεδιασμό και την αποτελεσματική υλοποίηση μιας σημαντικής ή μεγάλου μεγέθους αλλαγής που θα οδηγήσει στην πρόοδο της κοινωνίας και αντιμετώπιση μιας σοβαρής κοινωνικής ασθένειας όπως είναι η διαφθορά, είναι η ύπαρξη μιας ηγετικής ομάδας η οποία θα έχει την εξουσία, τη βούληση και την ικανότητα να σχεδιάσει και να υλοποιήσει αυτή την αλλαγή.
Η έννοια της ομάδας σημαίνει ότι τα μέλη της, δηλαδή οι εμπλεκόμενοι, πρέπει να αισθάνονται και να λειτουργούν ως μια αποτελεσματική ομάδα με γνώσεις, συνοχή, κοινή «γλώσσα», αποτελεσματικότητα και διάθεση συνεργασίας. Δεύτερον, η ηγετική ομάδα της αλλαγής χρειάζεται να διαθέτει την εμπειρία, την τεχνογνωσία και την ικανότητα του σχεδιασμού και της αποτελεσματικής υλοποίησης της αλλαγής. Γύρω από τον Οδυσσέα έχουν συνασπιστεί πολλές μετριότητες που είναι αρκετοί αγανακτισμένοι πολίτες, που αν κρίνω από τις αναρτήσεις τους στα ΜΚΔ, θεωρούν τον «Οδυσσέα» σωτήρα, αλλά οι ίδιοι, ούτε συμπαγής ομάδα μπορούν να θεωρηθούν, ούτε και κοινή «γλώσσα» διαθέτουν. Η πολιτική ιστορία των λαών είναι γεμάτη από «σωτήρες» που πήραν τις κοινωνίες που τους εμπιστεύτηκαν πίσω αντί να τις οδηγήσουν στην πρόοδο. Πολλοί από τους συνεργάτες του Οδυσσέα, το μόνο που ξέρουν να κάνουν είναι να βαρούν παλαμάκια και να συκοφαντούν και να βρίζουν ξεδιάντροπα όσους επικρίνουν τις συμπεριφορές του «σωτήρα». Με τέτοιους ανθρώπους γύρω του, πώς θα μπορέσει να πείσει την κοινωνία να συμπορευτεί μαζί του; Χωρίς ενεργή υποστήριξη από την κοινωνία, το καρκίνωμα της διαφθοράς δεν αντιμετωπίζεται.
Η πείρα μου στην προεδρία της Επιτροπής Ελέγχου της Βουλής για πάνω από 15 χρόνια και η σχεδόν καθημερινή μελέτη επιστημονικών ερευνών και άρθρων από έγκριτους επιστήμονες, με σιγουριά με οδηγεί στο να διατυπώσω τη θέση πως είναι αναμφισβήτητο ότι για να επιτύχει η γιγάντια προσπάθεια για αντιμετώπιση του σοβαρότατου προβλήματος της διαφθοράς – πρώτο πρόβλημα παραμένει στη δική μου αντίληψη η κατοχή – απαιτείται και η υποστήριξη περισσοτέρων κομμάτων ή πολιτικών δυνάμεων που ασκούν επιρροή στους εργαζόμενους και στους πολίτες. Χωρίς συναίνεση στην κοινωνία και την υποστήριξη των αλλαγών που απαιτούνται από τους πολίτες, καμία πρόοδος δεν πρόκειται να υπάρξει. Και όταν μιλούμε για κοινωνία, εννοούμε και τους δικαστές, και τους αστυνομικούς και τους εισαγγελείς και τους δικηγόρους και τον τελευταίο πολίτη.
Όταν στοχοποιούμε τους δικαστές, που είναι ένας κρίσιμος κρίκος για την επιτυχία του στόχου και καταρρακώνουμε το κύρος τους με κουτσομπολιά, είναι σαν ρίχνουμε λίπασμα στο φυτό της διαφθοράς... Τέλος, η κοινωνία δεν αλλάζει με εκθέσεις και εγκυκλίους και με διατάγματα. Στα 10 χρόνια του στην Ελεγκτική Υπηρεσία, ο Οδυσσέας δεν μπόρεσε να εξασφαλίσει την ενεργή υποστήριξη των δημοσίων υπαλλήλων. Αντί ως συνεργάτες, τους έβλεπε και τους μεταχειριζόταν ως κλεπτοκράτες και διεφθαρμένους. Απέτυχε να τους πείσει, να τους εμπνεύσει και να κερδίσει τη δέσμευσή τους, παρόλο που η Κύπρος διαθέτει χιλιάδες ικανούς και τίμιους υπαλλήλους. Υπάρχουν ασφαλώς και διεφθαρμένοι. Πώς θα πετύχει τη δέσμευση των πολιτών, που δυστυχώς οι περισσότεροι έχουν μετατραπεί σε παθητικούς καταναλωτές, παραιτήθηκαν από τα κοινά και την πολιτική, ιδιωτεύουν, εφησυχάζουν και αδιαφορούν για την πρόοδο της κοινωνίας και για το μέλλον; Το αντάρτικο μπορεί να φέρνει αύξηση οπαδών, αλλά εκείνο που χρειάζεται ο τόπος είναι μια συναινετική πολιτική πρόταση που να οδηγεί σε συλλογική πολιτική δράση.