Κατ΄αρχάς εξηγούμαι σχετικά με τον τίτλο του πονήματός μου αναλύοντας απλά και απέριττα την εισαγωγή της Αγγλικής σε μερικά τμήματα του πανεπιστημίου για να προσελκύσουμε ξένους στα πανεπιστήμιά μας και να δώσουμε την ευκαιρία σε μαθητές ιδιωτικών σχολείων να σπουδάσουν στην πατρίδα τους με προσόντα GCE A Level ή ισότιμα προσόντα δίχως κατά το ελάχιστο να επηρεάζουν την εισαγωγή μαθητών των δημοσίων σχολείων στο πανεπιστήμιο μέσω των Παγκύπριων Εξετάσεων.
Αυτό το απλό θέμα η ΟΕΛΜΕΚ και η Συνομοσπονδία Γονέων το έχουν αναγάγει σε πόλεμο απειλώντας ότι θα κλείσουν τα σχολεία. Άκουσον, άκουσον, να κλείσουν τα σχολεία.
Με ποιο δικαίωμα, κύριε πρόεδρε της Συνομοσπονδίας Γονέων, να κλείσεις τα σχολεία αφού τα παιδιά των δημοσίων σχολείων δεν θα χάσουν ούτε μια θέση; Αμάθεια, ασυναρτησία, κόμπλεξ και αρρωστημένος ρατσισμός και εθνικισμός, αυτό είναι το πρόβλημά τους.
Πριν ενταχθώ στο δυναμικό των καθηγητών στα δημόσια σχολεία, εργαζόμουν στο American Academy Λάρνακας διδάσκοντας λογοτεχνία GCE A Level, όπως και στα άλλα μαθήματα A Level και γνωρίζω πολύ καλά το επίπεδο αυτών των εξετάσεων.
Διερωτώμαι αν ο κτηνίατρος πρόεδρος έχει έλθει ποτέ σε επαφή με GCE A Level, διότι ούτε ένα ισχυρό επιχείρημα δεν μας έδωσε για την απόφασή του να κλείσει τα σχολεία. Υπήρξε και επιχείρημα από την ΟΕΛΜΕΚ ότι αν αποτύχεις στο GCE μπορείς να παρακαθήσεις ξανά την εξέταση. Και ρωτώ, για να μην κοροϊδεύουν τον κόσμο, μήπως μια αποτυχία στις Παγκύπριες Εξετάσεις απαγορεύει στον μαθητή να παρακαθήσει την επόμενη χρονιά, όπως έγινε σε πάμπολλες περιπτώσεις; Οι απαιτήσεις τους αγγίζουν τα όρια του παραλόγου και μπορούν να χαρακτηριστούν ως όνειδος. Είναι εξωφρενικό και μοναδικό παγκοσμίως φαινόμενο μια συνδικαλιστική οργάνωση και συνομοσπονδία γονέων να υπαγορεύει όρους σχετικά με τα κριτήρια για την εισδοχή φοιτητών, και μάλιστα με θέσεις που δεν επηρεάζουν ποσώς τους μαθητές των δημοσίων σχολείων σ’ ένα αυτόνομο ίδρυμα όπως είναι το Πανεπιστήμιο Κύπρου. Κατ’ αρχάς το επιχείρημα ότι τα GCE και, το τονίζω, A Level είναι πιο εύκολη εξέταση από τις Παγκύπριες Εξετάσεις έχει τεθεί σίγουρα από αδαείς περί των πιο πάνω εξετάσεων, οι οποίες και πιο δύσκολες είναι και, το πιο σημαντικό, περιλαμβάνουν ερωτήσεις που απαιτούν κριτική σκέψη και άλλες ανώτερες νοητικές λειτουργίες και δεν μπορείς να βρεις αυτούσιες στο βιβλίο και να τις «παπαγαλίσεις». Όσον αφορά τώρα τις διακρίσεις εις βάρος των μαθητών του δημόσιου σχολείου πιστεύω ότι και εδώ αιθεροβατούν οι πολέμιοι των GCE επειδή έπρεπε να λάβουν υπόψη ότι αδικημένοι είναι οι μαθητές των ιδιωτικών σχολείων που καλούνται να παρακαθήσουν στις Παγκύπριες Εξετάσεις, ενώ έχουν επιλέξει, με τις ευλογίες και την αναγνώριση της Πολιτείας, να ακολουθήσουν ένα διαφορετικό αναλυτικό πρόγραμμα που οδηγεί στα GCE A Level.
Μήπως θα άρεσε στις χιλιάδες μαθητών μας που σπουδάζουν σε καλά βρετανικά πανεπιστήμια με μόνο το κριτήριο το απολυτήριο Λυκείου να παρουσιάζουν επιτυχία σε 3 και 4 GCE A Level για εισδοχή, κάτι που τα βρετανικά πανεπιστήμια απαιτούν από τους Βρετανούς μαθητές; Το επιχείρημα που πομπωδώς τίθεται για «δράκιασμα» της παραπαιδείας είναι γελοίο αφού τα κριτήρια των GCE αφορούν μόνο τους μαθητές ιδιωτικών σχολείων και στηρίζονται στο δικό τους αναλυτικό πρόγραμμα, και το ξανατονίζω, που αναγνωρίζεται από την Πολιτεία.
Με άλλα λόγια η παραπαιδεία, δυστυχώς, θα συνεχισθεί μόνο με στόχο την επιτυχία στις Παγκύπριες Εξετάσεις από μαθητές των δημοσίων σχολείων.
Σε ποιο πανεπιστήμιο ανά την υφήλιο υπάρχει απόλυτη ομοιομορφία κριτηρίων για εισδοχή, χωρίς αυτό το αυτόνομο ανώτατο ακαδημαϊκό ίδρυμα να μην έχει την εξουσία να τα διαφοροποιεί, με τη σοφία που σίγουρα διακρίνει ένα τέτοιο ίδρυμα;
Εν κατακλείδι, θα ήθελα να τονίσω ότι οι μαθητές των ιδιωτικών σχολείων ζουν σε μια δημοκρατική χώρα και έχουν επιλέξει να παρακαθήσουν εισαγωγικές εξετάσεις για να γίνουν δεκτοί στα ιδιωτικά σχολεία της αρεσκείας τους και να επιβαρύνονται οικονομικά χωρίς να υπάρχει καμία ελάφρυνση από τον Φόρο Εισοδήματος με κέρδος για το κράτος γύρω στις €13.000 αν δεν κάνω λάθος, για κάθε μαθητή που έχει ακολουθήσει αυτή την επιλογή. Είναι γι' αυτό που πρέπει να αντιληφθούμε ότι είναι και αυτοί παιδιά μας και πρέπει να υπάρχει η πρόνοια της Πολιτείας για να μην αδικούνται. Ξεχνούν πολλοί ότι το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού έχοντας αυτά τα παιδιά υπό τη σκέπη του πράττει ό,τι είναι δυνατό για να προσφέρει οποιαδήποτε βοήθεια και φροντίδα στα πλαίσια του νόμου που καθορίζονται από την Πολιτεία.
Τα δημόσια σχολεία δεν έχουν τίποτα να φοβηθούν από τα ιδιωτικά σχολεία. Και ας μην ξεχνάμε ότι κάθε σύγκριση επιπέδων με τα ιδιωτικά σχολεία δεν μπορεί να γίνει με αντικειμενικά κριτήρια αφού σε δημόσιο σχολείο δεν γίνεται επιλογή μαθητών, που σίγουρα κάνει το έργο του ασυγκρίτως πιο δύσκολο και πρέπει να λάβουμε υπόψη ότι οι μαθητές των ιδιωτικών σχολείων αποτελούν περίπου το 20% του μαθητικού πληθυσμού. Κατά τα άλλα τι παραπάνω να πει κανείς σχετικά με τις λυσσώδεις επιθέσεις των συνδικαλιστικών οργανώσεων; Ελπίζω ότι η υπουργός Παιδείας Αθηνά Μιχαηλίδου, την οποία γνωρίζω προσωπικά και είχαμε μια αγαστή συνεργασία όταν ήμουν επιθεωρητής και ΠΛΕ και πολλές φορές την υποστήριξα σε άρθρα μου, να σταθεί στον «πούντο της» και να μην υποκύψει στις γελοίες απειλές που σφύζουν αμάθεια, ασυναρτησία, αρρωστημένο εθνικισμό και ρατσισμό.
*ΒΑ, ΜΑ, PhD, πρώην επιθεωρητή και πρώτου λειτουργού Εκπαίδευσης Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού.