Το ρεπορτάζ του «Πολίτη», που μάλιστα «έπαιξε» headlines, «κάνναβη και αλκοόλ σύντροφοι των νέων», μας ξάφνιασε επειδή είχαμε την εντύπωση ότι μετά από τόσα χρόνια που ανεφύει αυτό το πρόβλημα έγιναν τα δέοντα για πρόληψη και αποτελεσματικές στρατηγικές για ανακοπή του μέσα στα πλαίσια. Δυστυχώς, πιστεύω ότι έχουμε περάσει την κόκκινη γραμμή. Η σοβαρότητα του μέγιστου προβλήματος των ναρκωτικών στα σχολεία, και όχι μόνο, μας ώθησε να επανέλθουμε για ακόμα μια φορά σε αυτό το φλέγον θέμα που πρέπει, επιτέλους, να αντιμετωπιστεί με πάσα σοβαρότητα εδώ και τώρα. Δεν περνά εβδομάδα χωρίς σοβαρές καταγγελίες για διακίνηση ναρκωτικών στα σχολεία μας. Στο Α΄ Μέρος του άρθρου μας ασχοληθήκαμε με το τρίπτυχο Σχολείο – Οικογένεια – Εφηβική Ομάδα που παίζει καθοριστικό ρόλο στη μάχη ενάντια στα ναρκωτικά. Σήμερα θα ασχοληθούμε με πρακτικές που ο εκπαιδευτικός σε συνεργασία με την ΥΣΕΑ και τους ψυχολόγους μας μπορεί να εφαρμόσει για να βοηθήσει τον έφηβο χρήστη να πορευθεί προς το φως. Το σχολείο, παρόλες τις καλές προθέσεις, δεν του παρέχει τη στήριξη που χρειάζεται, και σε συνδυασμό με τους πιο πάνω παράγοντες, καταλήγει στο βούρκο των παράνομων ουσιών. Είναι φανερό ότι ο έφηβος σε όλες τις πιο πάνω περιπτώσεις έχει πληγωθεί θανάσιμα, συναισθηματικά ομιλούντες, και έχει χάσει τον πολυτιμότερο θησαυρό του: Την αυτοεκτίμηση, που δυστυχώς οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στην καταστροφή αν δεν υπάρξει η κατάλληλη στήριξη και καθοδήγηση. Είναι εδώ που το σχολείο πρέπει να δώσει τη μάχη για να βοηθήσει τα παιδιά που έχουν τάση για το «μεγάλο παραστράτημα». Είναι εδώ που ο εκπαιδευτής πρέπει να εκτελέσει τον ρόλο του για να δικαιώσει τον τίτλο του καθοδηγητή-καθηγητή που φέρει.
Είναι γεγονός ότι με τις παρούσες συνθήκες που επικρατούν στην παιδεία του τόπου μας, οι εκπαιδευτικοί ουσιαστικά δεν έχουν καμία εκπαίδευση στην πρόληψη και αγωγή της υγείας για να είναι σε θέση να αντιμετωπίσουν τέτοιας φύσης προβλήματα. Όμως πιστεύω, ή θέλω να πιστεύω, ότι ο κάθε ένας από εμάς τους εκπαιδευτικούς είναι τουλάχιστον σε θέση να εντοπίσει «παράξενες» συμπεριφορές από μαθητές του. Σ’ αυτή την περίπτωση πρέπει να γίνει η κατάλληλη προσέγγιση και τονίζω το κατάλληλη γιατί ο νέος δεν πρέπει να αντιληφθεί ότι έχει εντοπιστεί σαν «πρόβλημα». Εάν πραγματικά γίνει αυτό και πρέπει να τονιστεί ότι δεν είναι τόσο εύκολο όσο ακούεται, τότε ο εκπαιδευτικός θα πρέπει να αρχίσει τη διαδικασία στήριξης για να μπορέσει ο έφηβος να επανεύρει τη χαμένη του αξιοπρέπεια που προήλθε από παράγοντες που έχουμε προαναφέρει.
Η επικοινωνία με τον μαθητή-πρόβλημα και η αντίληψη από μέρους του ότι ο δάσκαλός του πραγματικά νοιάζεται και τον αγαπά θα φέρει, πιστεύω, καλά αποτελέσματα. Αν κερδίσει τον νέο ο εκπαιδευτικός, τότε μπορεί να ξανακτίσει την χαμένη αυτοεκτίμηση αυτού του παιδιού και να τον επαναφέρει στον δρόμο τον καλό. Βεβαίως απαιτείται η συνεργασία του σχολείου με την οικογένεια του παιδιού για να διορθωθούν καταστάσεις αν το πρόβλημα πηγάζει από εκεί. Επίσης μπορούμε, πάντοτε έντεχνα, να συνεργαστούμε και με τους φίλους του μαθητή – «πρόβλημα» που σίγουρα θα επιδράσουν θετικά στην όλη διαδικασία στήριξης, αν είναι βεβαίως υγιή στοιχεία που απολαμβάνουν της εμπιστοσύνης του μαθητή – «πρόβλημα».
Σίγουρα δεν είναι με απειλές, τιμωρίες και εξευτελισμούς που πρέπει να διέπεται η πολιτική του σχολείου σ’ αυτές τις περιπτώσεις, διότι θα επιφέρει εντελώς τα αντίθετα, πιστεύω, αποτελέσματα. Η αγάπη, η κατανόηση, η συνεργασία όλων των εμπλεκομένων στο πρόβλημα και προπάντων η ενθάρρυνση του νέου που αντιμετωπίζει το πρόβλημα με σκοπό την επανάκτηση της χαμένης του αυτοπεποίθησης είναι τα στοιχεία που πρέπει να κυριαρχούν στην πολιτική που ακολουθείται από το σχολείο και αυτό, είμαι πεπεισμένος, πρέπει να είναι ο κανόνας και για άλλα παραπτώματα εκ μέρους των εφήβων-μαθητών.
Η ανάπτυξη μιας ολοκληρωμένης πολιτικής πρόληψης στηρίζεται στην εκπαίδευση στελεχών πρόληψης που στην προκειμένη περίπτωση είναι οι εκπαιδευτικοί. Σίγουρα μέχρι τώρα εκτός από σποραδικές ομιλίες στα σχολεία και θεωρητικολογίες, οι πλείστοι των εκπαιδευτικών ολίγα γνωρίζουν περί του θέματος. Είναι, πιστεύω, καιρός το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο να παίξει τον ρόλο του όπως πρέπει και να συμπεριλάβει στη σειρά μαθημάτων του προγράμματα πρόληψης και αγωγής που ουσιαστικά και όχι επιφανειακά να εκπαιδεύσουν τους εκπαιδευτικούς για να μπορούν να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα των ναρκωτικών στα σχολεία. Η εκπαίδευση των εκπαιδευτικών σ’ αυτόν τον τομέα είναι σίγουρα θεμελιώδους σημασίας και αποτελεί τον θεμέλιο λίθο που θα κτιστεί το πανίσχυρο τείχος που θα εμποδίσει την εισβολή του «οχτρού» στο σχολικό στρατόπεδο.
* Ο δρ Παναγιώτης Κ. Μαύρος, ΒΑ, ΜΑ, PhD είναι πρώην επιθεωρητής και πρώτος λειτουργός Εκπαίδευσης, Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού