Του Θεόδωρου Θεοδώρου
Ένα πράγμα που πρέπει να παραδεχτούμε, είναι το ότι είμαστε πράγματι μάγκες. Δεν φοβόμαστε τίποτα. Έχουμε το θάρρος να φωνάζουμε αυτό που πιστεύουμε. «Η Κύπρος είναι ελληνική», το σύνθημα που κυριάρχησε σε Ελλάδα και Κύπρο κατά τους εορτασμούς των εθνικών επετείων. Δεν μείναμε όμως εκεί. Δείξαμε τον θυμό μας και την απέχθειά μας προς τον εισβολέα, την Τουρκία. «Γαμι..ται η Τουρκία», ήταν το επόμενο «πατριωτικό» σύνθημα. Πριν λίγες μέρες στην Κυπερούντα ήμασταν ακόμα πιο ξεκάθαροι. «Η Κύπρος είναι Ελληνική», «Το '55 γράψαμε Ιστορία, όχι στην ομοσπονδία», «Ού περί Ομοσπονδίας τον αγώνα ποιούμεθα αλλά περί ενώσεως». Και ενώ βρισκόμαστε σε εθνικιστικό παραλήρημα, το κερασάκι στην τούρτα ήταν οι ναζιστικοί χαιρετισμοί των μαθητών.
Επιπρόσθετα, αν ανατρέξει κανείς στα ΜΚΔ, θα δει χειρότερα πράγματα. Τελευταίως μια, επιεικώς ανεγκέφαλη κυρία, η οποία με περισσή αναίδεια περιφέρεται γύρω από την εξουσία, με ανάρτησή της στο Χ, ήταν πιο ευρηματική. Χωρίς ίχνος ντροπής αποκάλεσε τα κατεχόμενα, «Κυπριακή Τουρκία». Σε αυτό το καταθλιπτικό επίπεδο φτάσαμε. Δυστυχώς, την ώρα που ο διεθνής παράγοντας προσπαθεί να βρει μια λύση στο πρόβλημά μας για να απαλλαγούμε από την κατοχή, ερχόμαστε εμείς οι ίδιοι και στην ουσία τους λέμε ότι θέλουμε συνέχιση της κατοχής και διαγραφή της μισής μας πατρίδας.
«Η Κύπρος είναι Ελληνική». Ένα σύνθημα που κάποτε προκαλούσε ρίγη συγκίνησης. Σήμερα, όπως έχουν διαμορφωθεί οι πραγματικότητες, η έννοια είναι ότι η μισή Κύπρος είναι Ελληνική. «Ούτε περί Ομοσπονδίας το αγώνα ποιούμεθα αλλά περί ενώσεως». Δυστυχώς και αυτό χρειάζεται, και πάλι λόγω πραγματικοτήτων, προσαρμογή στις σημερινές συνθήκες. «Ού περί Ομοσπονδίας τον αγώνα ποιούμεθα αλλά περί 'διπλής' ενώσεως», ή αν θέλετε «περί διχοτομήσεως». Σίγουρα το '55 γράφτηκε Ιστορία με τον ηρωικό αγώνα της ΕΟΚΑ. Με τα σημερινά μας όμως συνθήματα διαγράφουμε τους ηρωικούς αγώνες της πατρίδας μας. Οι ήρωές μας δεν πολέμησαν για μισή πατρίδα ούτε για διχοτόμηση. Οι συνθήκες άλλαξαν. Το σημερινό αντίστοιχο της ενώσεως είναι, είτε μας αρέσει είτε όχι, η ομοσπονδία. Μόνο η ομοσπονδία μπορεί να διασφαλίσει μια ελεύθερη πατρίδα.
Αυτός που πραγματικά έχει ξεφύγει, είναι ο Κύπρου Γεώργιος. Η ρητορική του, άκρως εθνικιστική, υποθάλπει αυτές τις συμπεριφορές. Συνεχίζει την παράδοση της Κυπριακής Εκκλησίας από το 1952 όταν εξελέγη Αρχιεπίσκοπος ο Μακάριος. Ακολουθώντας τις παρακαταθήκες, κάθε άλλο παρα ιερές, του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου ζημιώνει ανεπανόρθωτα την πατρίδα μας. Όποιος πει την αλήθεια είναι για αυτόν «όργανο της τουρκικής προπαγάνδας». Δεν αντιλαμβάνεται ότι με τη δική του απορριπτική ρητορική καθίσταται ο ίδιος «όργανο της τουρκικής προπαγάνδας», γιατί με τον «πύρινό» του λόγο η μόνη που επωφελείται είναι η κατοχική δύναμη. Όταν ο διεθνής παράγοντας ακούει τον λόγο του Αρχιεπισκόπου Γεωργίου, η εντύπωση που σχηματίζει είναι ότι οι Ε/Κ δεν θέλουν λύση και επανένωση. Οι ξένοι δεν γνωρίζουν ότι η ηγεσία της Εκκλησίας της Κύπρου είναι απαξιωμένη από τον λαό.
Όλη η Ευρώπη βρίσκεται μπροστά στον κίνδυνο του εθνικισμού και της ακροδεξιάς και εδώ στην ευρωπαϊκή Κύπρο, δυστυχώς, ο εθνικισμός «μοιράζει παιχνίδι». Όλοι «χορεύουν» σε ρυθμούς ΕΛΑΜ. Όλοι, υποκριτικά, έχουν υιοθετήσει τη φουστανέλα σαν εθνική ενδυμασία. Λόγω των επικείμενων βουλευτικών εκλογών του 2026, το ΕΛΑΜ κατάντησε ο φόβος και ο τρόμος όλων. Δεν τολμά κανείς να κακίσει τα συνθήματα των ανεγκέφαλων. Στην Κυπερούντα, κατά τους εορτασμούς της 1ης Απριλίου, μόνο η πρόεδρος της Βουλής, Αννίτα Δημητρίου, τόλμησε να ορθώσει ανάστημα και άκουσε τα εξ αμάξης. Γενικά, κόμματα και Πολιτεία σφυρίζουν αδιάφορα γιατί δεν έχουν το θάρρος να συγκρουστούν με το ΕΛΑΜ. Μια τέτοια σύγκρουση θα σημαίνει απώλεια ψήφων, το μόνο που τους ενδιαφέρει. Άλλοι, πιο προνοητικοί, σιωπούν για να μπορούν να έχουν την εύνοια του ΕΛΑΜ στις προεδρικές του 2028.
Είναι να απορείς γιατί σήμερα τα εθνικιστικά και ακροδεξιά συνθήματα βρίσκονται σε έξαρση; Γιατί τώρα περισσότερο από ποτέ είμαστε εθνικά ανεπαρκείς; Γιατί σήμερα ο λαϊκισμός και ο ασυνάρτητος πολιτικός λόγος έχει υπερισχύσει της σύνεσης και της σωφροσύνης. Ο εθνικόφρων, έλεγε ο αείμνηστος Γλαύκος Κληρίδης, πρέπει να σκέφτεται εθνικά αλλά να είναι και σώφρων. Σώφρονες δεν υπήρξαμε ποτέ, αλλά κάποτε τουλάχιστον είχαμε εθνική σκέψη. Σήμερα, ούτε το ένα ούτε το άλλο. Κάποιος θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι αυτά δεν κάνουν ζημιά. Στο κάτω - κάτω ποιος ασχολείται με τα συνθήματα της νεολαίας ή με μερικούς ανεγκέφαλους υπαξιωματικούς του ελληνικού πολεμικού ναυτικού;
Και όμως, όλα αυτά έχουν τεράστια σημασία. Με όλα αυτά καταρρίπτεται η θέση περί τουρκικής αδιαλλαξίας, αποενοχοποιείται η κατοχική δύναμη και τα πάντα εστιάζονται στην ε/κ αδιαλλαξία. Για ποιο λόγο ο διεθνής οργανισμός να συνεχίσει τις προσπάθειές του για λύση του Κυπριακού, όταν υπάρχει στην ελληνοκυπριακή κοινότητα αυτό το εθνικιστικό κλίμα; Στο τέλος της ημέρας, πώς μπορεί να γίνει αποδεκτή μια λύση από τον λαό όταν η βάση λύσης είναι μη αποδεκτή από την πλειοψηφία;
Μπορεί όλα αυτά τα «πατριωτικά» συνθήματα να προέρχονται κυρίως από τη νεολαία, αλλά υπάρχουν οι ηθικοί αυτουργοί για όλο αυτό. Υπάρχουν οι πολιτικάντηδες της δεκάρας οι οποίοι εκμεταλλεύονται τα αγνά αισθήματα των νέων και την άγνοιά τους για την αληθινή Ιστορία της Κύπρου. Πόσοι από αυτούς έκτισαν και κτίζουν πολιτικές καριέρες πάνω στο κυπριακό δράμα; Για αυτούς οι νέοι είναι εύκολο ακροατήριο, στην ουσία εύκολο «θήραμα». Όταν οι νέοι μας καθημερινά βομβαρδίζονται από κούφια συνθήματα, «πατριωτικές κορώνες» και διχαστική ρητορική, τι άλλο να περιμένει κανείς; Πραγματικά δεν ξέρω αν πρέπει να κλαίμε η να γελάμε. «Οι μάζες δεν διψούν για αλήθεια. Όποιος μπορεί να τις προμηθεύσει με ψευδαισθήσεις γίνεται εύκολα ο κυρίαρχός τους. Όποιος προσπαθήσει να διαλύσει τις ψευδαισθήσεις τους γίνεται εύκολα θύμα τους», έλεγε ο Γάλλος ανθρωπολόγος Γουσταύος Λε Μπον.
Ακριβώς αυτό συμβαίνει σήμερα στη μαρτυρική μας πατρίδα. Κυριαρχεί ο λαϊκισμός, ο απορριπτισμός και ο ψευδοπατριωτισμός. Οι δυνάμεις αυτές, με όπλο την παραπλάνηση και παραπληροφόρηση αλώνουν την πολιτική, την εθνική σκέψη και συνείδηση του λαού, κυρίως των νέων, «προμηθεύοντας» ψευδαισθήσεις. Από τη μια εκμεταλλεύονται το ότι «οι μάζες δεν διψούν για αλήθεια» και από την άλλη, λόγω του διαχρονικού εθισμού μας στη χαλκευμένη Ιστορία, δημιουργούν νέους ανιστόρητους, έτοιμους να αγωνιστούν για χίμαιρες. Μέρα με τη μέρα κερδίζουν έδαφος και σύντομα θα καταστούν ο κυρίαρχος των μαζών. Χωρίς σοβαρό αντίλογο και με υποτονικές αντιδράσεις καταφέρνουν να «προσηλυτίζουν» τη νεολαία σε ανέφικτες και καταστροφικές θέσεις. Παράλληλα, όσοι τολμούν να αντιδράσουν θυματοποιούνται και θεωρούνται μειοδότες. Η αλήθεια και ο ρεαλισμός κατάντησε μειοδοσία, ενώ η καπηλεία των αγώνων του λαού και τα ανέφικτα και επικίνδυνα μεγάλα λόγια, πατριωτισμός και εθνικοφροσύνη.