Η πρόσφατη σύναψη επίσημων διπλωματικών σχέσεων της Κυπριακής Δημοκρατίας με τρία τουρκογενή κράτη της Κεντρικής Ασίας -το Καζακστάν, το Ουζμπεκιστάν και το Τουρκμενιστάν- αποτελεί εξέλιξη ιστορικής σημασίας, με άμεσες και μακροπρόθεσμες συνέπειες, τόσο για τη διεθνή θέση της Κύπρου όσο και για την περιφερειακή γεωπολιτική ισορροπία. Πρόκειται για μια εξέλιξη που ξεπερνά το αυτονόητο της τυπικής διπλωματικής αναγνώρισης και συνιστά στρατηγική νίκη για την Κυπριακή Δημοκρατία, ιδίως υπό το φως των προσπαθειών απομόνωσής της από την Τουρκία στον τουρκογενή χώρο. Η σημασία της κίνησης αυτής αναδεικνύεται μέσα από πολλαπλά επίπεδα ανάλυσης: πολιτικό, γεωστρατηγικό, οικονομικό και συμβολικό.
Πολιτική διάσταση
Η απόφαση τριών τουρκογενών κρατών, με ισχυρούς ιστορικούς, πολιτιστικούς και γλωσσικούς δεσμούς με την Τουρκία, να συνάψουν επίσημες διπλωματικές σχέσεις με την Κυπριακή Δημοκρατία, συνιστά μια εξέλιξη μεγάλης πολιτικής και διπλωματικής σημασίας. Η κίνηση αυτή αποτελεί έμπρακτη αναγνώριση της διεθνούς υπόστασης της Κυπριακής Δημοκρατίας, επιβεβαιώνοντας την προσήλωση των τριών χωρών στις αρχές της κυριαρχίας, της εδαφικής ακεραιότητας και της διεθνούς νομιμότητας. Σε μια συγκυρία όπου η Τουρκία καταβάλλει συστηματικές προσπάθειες να προωθήσει την αναβάθμιση του αποσχιστικού μορφώματος στα κατεχόμενα εδάφη της Κύπρου, η στάση των κρατών αυτών έρχεται να αντιταχθεί σαφώς στις τουρκικές επιδιώξεις.
Με τη σύναψη επίσημων σχέσεων με την Κυπριακή Δημοκρατία, το Καζακστάν, το Ουζμπεκιστάν και το Τουρκμενιστάν στέλνουν ένα ισχυρό μήνυμα ανεξαρτησίας και σεβασμού του διεθνούς δικαίου. Τα κράτη αυτά, αν και διατηρούν στενές πολιτιστικές και ιστορικές σχέσεις με την Τουρκία, επιλέγουν να χαράξουν μια εξωτερική πολιτική βασισμένη στις δικές τους στρατηγικές προτεραιότητες και όχι σε συναισθηματικούς ή εθνοτικούς δεσμούς. Πρόκειται για μια συνειδητή αποστασιοποίηση από πολιτικές αποκλεισμού και αναγνώριση της ανάγκης για ισορροπημένες και πολυδιάστατες διεθνείς σχέσεις.
Η εξέλιξη αυτή επιβεβαιώνει επίσης τη σταδιακή μεταβολή της στάσης που επικρατεί στον ευρύτερο τουρκογενή χώρο έναντι του Κυπριακού. Ενώ μέχρι πρόσφατα επικρατούσε είτε σιωπηλή αποδοχή είτε διακριτική υποστήριξη των τουρκικών θέσεων, σήμερα παρατηρείται μια σαφής μετατόπιση υπέρ της διεθνούς νομιμότητας και της ανεξάρτητης εξωτερικής πολιτικής. Οι χώρες αυτές φαίνεται να προτάσσουν το εθνικό τους συμφέρον, την ανάγκη για διεθνή αναγνώριση και συνεργασία, και τη σταθερότητα στις διεθνείς σχέσεις έναντι της άκριτης συμπόρευσης με την Άγκυρα. Σε αυτό το πλαίσιο, η Κυπριακή Δημοκρατία αποκτά νέα περιθώρια ενίσχυσης της διπλωματικής της παρουσίας και ανάπτυξης στρατηγικών συνεργασιών με χώρες που μέχρι πρότινος τηρούσαν πιο επιφυλακτική στάση.
Γεωστρατηγική διάσταση
Η Κύπρος, ως νησί που βρίσκεται στρατηγικά στη συμβολή τριών ηπείρων -Ευρώπης, Ασίας και Αφρικής- διαχρονικά διαδραμάτισε ρόλο γέφυρας πολιτισμών, εμπορίου και ιδεών. Στο σημερινό ρευστό γεωπολιτικό περιβάλλον, η Κυπριακή Δημοκρατία οφείλει να διαμορφώνει και να ασκεί μια εξωτερική πολιτική που να υπερβαίνει τα περιορισμένα γεωγραφικά της όρια, προωθώντας τα εθνικά της συμφέροντα με ευρύτητα στρατηγικής σκέψης. Σ’ αυτό το πλαίσιο, η πρόσφατη απόφαση για σύναψη επίσημων διπλωματικών σχέσεων με τρία τουρκογενή κράτη της Κεντρικής Ασίας -το Καζακστάν, το Ουζμπεκιστάν και το Τουρκμενιστάν- αποτελεί σημαντικό γεωστρατηγικό βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση.
Η Κεντρική Ασία εξελίσσεται ταχύτατα σε περιοχή στρατηγικής σημασίας, λόγω της ενεργειακής της αυτάρκειας, της γεωπολιτικής της θέσης στο νέο «Μεγάλο Παιχνίδι» μεταξύ Ανατολής και Δύσης, καθώς και της συμμετοχής της σε υπερεθνικές πρωτοβουλίες, όπως ο νέος Δρόμος του Μεταξιού. Με τη διπλωματική αυτή κίνηση, η Κύπρος παγιώνει την παρουσία της σε μια περιοχή όπου μέχρι πρόσφατα η επιρροή της ήταν ελάχιστη, αποκτώντας πλέον τη δυνατότητα δημιουργίας εμπορικών, ενεργειακών, επενδυτικών, εκπαιδευτικών και πολιτιστικών γεφυρών. Ταυτόχρονα, αναβαθμίζεται το γεωπολιτικό εκτόπισμα της χώρας και ενισχύονται οι προοπτικές πολυμερούς συνεργασίας σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο. Παράλληλα, αναδεικνύεται και η σημασία της θρησκευτικής και πολιτιστικής διπλωματίας. Η Κύπρος, με τη μακραίωνη ορθόδοξη παράδοσή της και την κατοχή σημαντικών πολιτιστικών μνημείων, μπορεί να πρωτοστατήσει σε διαθρησκευτικό διάλογο, να καλλιεργήσει την αμοιβαία κατανόηση με μουσουλμανικά κράτη της Κεντρικής Ασίας και να προωθήσει πολιτιστικές ανταλλαγές και εκπαιδευτικές συνεργασίες. Μέσω της ενίσχυσης αυτών των δεσμών, μπορεί να καλλιεργηθεί ένα θετικό και σταθερό κλίμα συνεργασίας, βασισμένο στον σεβασμό, την αμοιβαιότητα και τη μακροπρόθεσμη στρατηγική συμμαχία. Η Κύπρος έχει σήμερα την ευκαιρία να λειτουργήσει ως γέφυρα Ευρωπαϊκής Ένωσης-Κεντρικής Ασίας και να αναβαθμίσει ουσιαστικά τη διεθνή της παρουσία.
Οικονομική διάσταση
Η Κύπρος έχει μπροστά της μια μοναδική ευκαιρία να κεφαλαιοποιήσει τις νέες αυτές σχέσεις σε πρακτικό επίπεδο. Το Καζακστάν, το Ουζμπεκιστάν και το Τουρκμενιστάν είναι κράτη με αυξανόμενες οικονομίες, πλούσιους φυσικούς πόρους και ανάγκη για τεχνογνωσία, υπηρεσίες και επενδύσεις. Η Κύπρος, ως χρηματοοικονομικό και εκπαιδευτικό κέντρο της περιοχής μας, μπορεί να προσφέρει υπηρεσίες στους τομείς της εκπαίδευσης, της ναυτιλίας, των υπηρεσιών, του τουρισμού και της ενέργειας. Ειδικά στον ενεργειακό τομέα, η Κύπρος μπορεί να λειτουργήσει ως γέφυρα για την προώθηση της ενεργειακής συνεργασίας Κεντρικής Ασίας-Ευρώπης, ενισχύοντας περαιτέρω τη στρατηγική της θέση.
Συμβολική διάσταση
Η σύναψη των σχέσεων αυτών συνιστά και μια ήττα για την Τουρκία, η οποία είχε επενδύσει σημαντικά στη δημιουργία ενός κλειστού κύκλου τουρκογενών κρατών υπό την ηγεσία της. Η ανάπτυξη ανεξάρτητων διπλωματικών σχέσεων αυτών των κρατών με την Κυπριακή Δημοκρατία υπονομεύει την τουρκική αφήγηση περί «τουρκικής ενότητας» στον διεθνή χώρο και αποδεικνύει ότι τα τουρκογενή κράτη ακολουθούν, σε κρίσιμα θέματα, μια περισσότερο πολυδιάστατη και πολυπολική εξωτερική πολιτική. Βέβαια, δεν πρέπει να αγνοείται ότι η Άγκυρα διαθέτει ακόμα σημαντική επιρροή στην περιοχή και δεν αποκλείεται να επιχειρήσει να περιορίσει τις συνέπειες αυτής της εξέλιξης μέσω διπλωματικών ή άλλων μέσων. Για τον λόγο αυτό, η Λευκωσία οφείλει να κινηθεί με διπλωματική σοφία, επενδύοντας στη βάθους ανάπτυξη των σχέσεων και στη διαμόρφωση σταθερών βάσεων συνεργασίας.
Συμπερασματικά, η εγκαθίδρυση διπλωματικών σχέσεων με το Καζακστάν, το Ουζμπεκιστάν και το Τουρκμενιστάν δεν αποτελεί μόνο επιτυχία του Υπουργείου Εξωτερικών, αλλά στρατηγική αναβάθμιση της Κυπριακής Δημοκρατίας στον διεθνή χάρτη. Σε μια εποχή αβεβαιότητας και γεωπολιτικής ρευστότητας, η Κύπρος αποδεικνύει ότι μπορεί να ασκήσει μια δυναμική, εξωστρεφή και πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική. Η πρόκληση για το επόμενο διάστημα είναι η αξιοποίηση των νέων αυτών σχέσεων με στρατηγικό σχεδιασμό και συνέπεια, ώστε να μετατραπούν από συμβολικές σε ουσιαστικές, προς όφελος της γενικής στρατηγικής και της ευημερίας του κυπριακού λαού.
*Καθηγητή-ανθρωπολόγου στο Philips University, πρώην πρύτανη