Το Κυπριακό πρόβλημα, ένα από τα πιο πολύπλοκα και μακροχρόνια διεθνή ζητήματα, αποτελεί αντικείμενο συζητήσεων, διαπραγματεύσεων και εντάσεων εδώ και δεκαετίες. Ωστόσο, παρά τις πολυάριθμες προσπάθειες για την επίλυσή του, δεν έχει υπάρξει ακόμη μια βιώσιμη λύση. Στο πλαίσιο αυτό, προκύπτει το ερώτημα: ποιοι είναι εκείνοι που ωφελούνται από τη μη λύση του Κυπριακού, ποιοι εξυπηρετούνται από την παρούσα κατάσταση και ποιοι επιδιώκουν να διατηρήσουν το σημερινό στάτους κβο;
Τ/κ κοινότητα και Τουρκία
Η τουρκοκυπριακή κοινότητα, υπό την επιρροή της Τουρκίας, φαίνεται να διατηρεί κάποια πλεονεκτήματα από τη συνέχιση της μη λύσης. Κατ' αρχάς, η Τουρκία διατηρεί τον έλεγχο στο βόρειο τμήμα της Κύπρου, γεγονός που της επιτρέπει να έχει στρατιωτική και πολιτική παρουσία στην Ανατολική Μεσόγειο, μια περιοχή ιδιαίτερα στρατηγική για τα γεωπολιτικά της συμφέροντα. H μη λύση παρέχει στην Τουρκία τη δυνατότητα να ελέγχει τα ενεργειακά κοιτάσματα της περιοχής και να διεκδικεί μέρος αυτών μέσω της τουρκοκυπριακής πλευράς. Επιπλέον, για μερίδα των Τουρκοκυπρίων, η σημερινή κατάσταση παρέχει μια μορφή ασφάλειας και σταθερότητας, όσο παράδοξο κι αν ακούγεται. Το καθεστώς της αναγνωρισμένης μόνο από την Τουρκία και υποτελούς σ’ αυτήν «Τουρκικής Δημοκρατίας της Βόρειας Κύπρου» (ΤΔΒΚ) παρέχει μια μορφή τοπικής αυτοδιοίκησης και μια ψευδαίσθηση «ανεξαρτησιας», που θα μπορούσε να απειληθεί από μια λύση που θα προέβλεπε τη δημιουργία μιας διζωνικής, δικοινοτικής ομοσπονδίας. Η τουρκοκυπριακή πολιτική ηγεσία, υπό αυτές τις συνθήκες, μπορεί να προτιμά τη διατήρηση του στάτους κβο, προκειμένου να αποφύγει ενδεχόμενους «κινδύνους» που θα μπορούσαν να προκύψουν από την επανένωση.
Σε περιφερειακό επίπεδο, η Τουρκία αποτελεί ίσως τον πιο σημαντικό εξωτερικό παράγοντα που επιδιώκει τη μη λύση του Κυπριακού, τουλάχιστον με τους όρους που έχουν μέχρι σήμερα τεθεί. Η παρουσία της στην Κύπρο της επιτρέπει να επηρεάζει τα ζητήματα ασφάλειας στην Ανατολική Μεσόγειο και να διατηρεί ένα στρατηγικό πλεονέκτημα απέναντι σε άλλες περιφερειακές δυνάμεις, όπως η Ελλάδα και το Ισραήλ. Η Τουρκία, επίσης, χρησιμοποιεί το Κυπριακό ως διαπραγματευτικό χαρτί σε άλλες διεθνείς και περιφερειακές υποθέσεις. Η ένταξή της στην Ευρωπαϊκή Ένωση, οι σχέσεις της με τις ΗΠΑ και η θέση της στο ΝΑΤΟ είναι όλα θέματα που επηρεάζονται από τη στάση της στο Κυπριακό. Η διατήρηση του προβλήματος χωρίς λύση της επιτρέπει να χρησιμοποιεί την Κύπρο ως μοχλό πίεσης για την προώθηση των δικών της συμφερόντων σε άλλες σφαίρες.
Ε/κ κοινότητα
Από την άλλη πλευρά, στην ελληνοκυπριακή κοινότητα υπάρχουν δυνάμεις που επίσης ενδέχεται να βολεύονται από τη μη λύση. Η διατήρηση του ελέγχου στη διεθνώς αναγνωρισμένη Κυπριακή Δημοκρατία, θεωρείται από κάποιους ότι δίνει στην ελληνοκυπριακή πλευρά πολιτική και διπλωματική υπεροχή. Η κατάσταση αυτή, θεωρείται κατά συνέπεια ότι τους επιτρέπει να συνεχίσουν τις έρευνες και τις συνεργασίες για τα ενεργειακά κοιτάσματα στη νότια ΑΟΖ της Κύπρου, χωρίς την ανάγκη συναίνεσης από την τουρκοκυπριακή πλευρά. Και τούτο, παρόλο που αυτό μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως σημαντικό κίνητρο και μοχλός πίεσης προς την τουρκική πλευρά για επίλυση του Κυπριακού. Επιπλέον, υπάρχουν κοινωνικά και πολιτικά στρώματα στην ελληνοκυπριακή κοινότητα που διατηρούν φοβίες για τις συνέπειες μιας λύσης, ειδικά αν αυτή προϋποθέτει μεγάλες παραχωρήσεις ή αλλαγές στη σημερινή κατάσταση. Η ανασφάλεια για το πώς θα μπορούσε να λειτουργήσει μια διζωνική, δικοινοτική ομοσπονδία, αλλά και η άγνοια του τι πραγματικά σημαίνει, ιδιαίτερα σε θέματα όπως η ασφάλεια, οι βασικές ελευθερίες και η ισορροπία δυνάμεων, κάνει ορισμένα τμήματα του πληθυσμού να προτιμούν τη διατήρηση του σημερινού στάτους κβο.
Διεθνείς δυνάμεις
Σε παγκόσμιο επίπεδο, η διαιώνιση της μη λύσης του Κυπριακού δεν είναι απαραίτητα ένα πρόβλημα για όλους. Για ορισμένες διεθνείς δυνάμεις και ισχυρούς οικονομικούς παίκτες που δραστηριοποιούνται στην Ανατολική Μεσόγειο, η παρούσα κατάσταση μπορεί να θεωρείται σιωπηρά βολική. Η Κύπρος, ως διχοτομημένο και διπλωματικά περιορισμένο κράτος, παρουσιάζει μικρότερες δυνατότητες αντίστασης και διεκδίκησης, γεγονός που αφήνει χώρο για την επίτευξη ευνοϊκότερων όρων σε θέματα ενεργειακών συμφωνιών, ερευνών και επενδύσεων.
Διεθνείς εταιρείες ενέργειας, που δραστηριοποιούνται στην εξόρυξη και εκμετάλλευση υδρογονανθράκων στην κυπριακή ΑΟΖ και ευρύτερα στην Ανατολική Μεσόγειο, ενδέχεται να θεωρούν την παρούσα κατάσταση ως λειτουργική. Μια ενωμένη και θεσμικά ενισχυμένη Κύπρος, ενταγμένη σε ένα σταθερό περιφερειακό πλαίσιο, θα διεκδικούσε μεγαλύτερο έλεγχο, αυστηρότερες ρυθμίσεις και ενδεχομένως επαναδιαπραγμάτευση συμβολαίων με όρους πιο ευνοϊκούς για το δημόσιο συμφέρον. Ταυτόχρονα, μεγάλες δυνάμεις που επιδιώκουν να διατηρήσουν την επιρροή τους στην Ανατολική Μεσόγειο μπορεί να αντιμετωπίζουν με επιφυλακτικότητα ένα ενδεχόμενο επανενωμένο κυπριακό κράτος. Μια συνολική λύση ενδέχεται να μεταβάλει τις στρατηγικές ισορροπίες στην περιοχή, να περιορίσει την παρουσία ή την επιρροή τρίτων κρατών και να ενισχύσει τη θέση γεωπολιτικών αντιπάλων. Για παράδειγμα, μια λύση που ενσωματώνει την Κύπρο ακόμη βαθύτερα στην ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική άμυνας και ενέργειας, θα μπορούσε να αποδυναμώσει την παρουσία άλλων ισχυρών παικτών με ανταγωνιστικά συμφέροντα.
Ποιοι πραγματικά θέλουν λύση
Παρά την ύπαρξη αντικρουόμενων γεωπολιτικών και οικονομικών συμφερόντων που ενδεχομένως εξυπηρετούνται από τη διατήρηση του status quo, η πλειοψηφία των εμπλεκομένων -σε εσωτερικό και διεθνές επίπεδο- επιθυμεί ειλικρινά την επίλυση του Κυπριακού. Πρώτοι και κύριοι φορείς αυτής της επιθυμίας είναι οι ίδιοι οι πολίτες των δύο κοινοτήτων, που, ιδίως στις νεότερες γενιές, εκφράζουν έναν αυξανόμενο πόθο για ειρηνική συμβίωση, ασφάλεια, οικονομική πρόοδο και απαλλαγή από τα ιστορικά βάρη της διαίρεσης. Η καθημερινότητα και των δύο πλευρών καταδεικνύει ότι η αβεβαιότητα και η ανασφάλεια αποτελούν εμπόδια για την προσωπική και συλλογική ευημερία.
Η διεθνής κοινότητα και ειδικότερα η Ευρωπαϊκή Ένωση έχουν επιδείξει συνεχή δέσμευση στην προώθηση μιας βιώσιμης λύσης. Η ΕΕ, στην οποία η Κυπριακή Δημοκρατία είναι πλήρες μέλος, θεωρεί ότι η επανένωση του νησιού δεν είναι μόνο προς όφελος των Κυπρίων, αλλά και στρατηγικά επιβεβλημένη για την ενίσχυση της ευρωπαϊκής συνοχής και της σταθερότητας στην Ανατολική Μεσόγειο. Μια ενωμένη Κύπρος μπορεί να διαδραματίσει ενισχυμένο ρόλο στους ευρωπαϊκούς μηχανισμούς ενέργειας, ασφάλειας και εξωτερικής πολιτικής.
Επιπλέον, σημαντικά τμήματα της επιχειρηματικής κοινότητας -τόσο εγχώρια όσο και διεθνώς- βλέπουν την επίλυση του Κυπριακού ως ευκαιρία για ανάπτυξη, αντιλαμβανόμενοι ότι η άρση των εμποδίων στη διακίνηση, η ενοποίηση της αγοράς, η εκμετάλλευση του ανθρώπινου δυναμικού και η σταθερότητα του επενδυτικού περιβάλλοντος μπορούν να μετατρέψουν την Κύπρο σε πραγματικό οικονομικό κόμβο, που σ’ αυτό το πλαίσιο, η λύση δεν είναι απλώς επιθυμητή, αλλά αποτελεί επένδυση στο μέλλον της χώρας.
Συμπερασματικά, το Κυπριακό πρόβλημα είναι ένα ζήτημα που επηρεάζεται από ένα πολύπλοκο πλέγμα συμφερόντων, τόσο εσωτερικών όσο και εξωτερικών. Αν και υπάρχουν δυνάμεις που επιδιώκουν τη μη λύση για διάφορους λόγους, η επίλυση του Κυπριακού παραμένει μια ανάγκη για την ειρήνη και τη σταθερότητα στην περιοχή. Το ερώτημα, επομένως, δεν είναι μόνο ποιοι ωφελούνται από τη μη λύση, αλλά και πώς οι δυνάμεις που επιδιώκουν τη λύση θα μπορέσουν να υπερισχύσουν και να φέρουν μια νέα εποχή για την Κύπρο και την ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου.
*Καθηγητή-ανθρωπολόγου στο Philips University, πρώην πρύτανη