Η απόφαση του ΝΑΤΟ να αυξήσει τις αμυντικές δαπάνες των μελών του στο 5% του ΑΕΠ μέχρι το 2035 σηματοδοτεί μια ιστορική στροφή προς μια πολεμική οικονομία για την Ευρώπη. Η συμφωνία αντιπροσωπεύει μια δραματική αύξηση από τον τρέχοντα στόχο του 2%. Αυτή η μετάβαση δεν είναι απλώς μια αριθμητική αλλαγή αλλά μια θεμελιώδης αναδιάρθρωση των οικονομικών προτεραιοτήτων της ηπείρου. Αυτή η αύξηση φέρνει το ΝΑΤΟ πίσω σε επίπεδα αμυντικών δαπανών που δεν έχουν παρατηρηθεί από την εποχή του Ψυχρού Πολέμου.
Η μετάβαση σε μια πολεμική οικονομία συνεπάγεται τον αναπροσανατολισμό των εθνικών οικονομικών δομών για την προτεραιοποίηση των στρατιωτικών αναγκών έναντι της πολιτικής κατανάλωσης. Αυτό απαιτεί αυξημένο κυβερνητικό έλεγχο των βιομηχανιών, ανακατανομή πόρων και προτεραιοποίηση της αμυντικής παραγωγής.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή σχεδιάζει να κινητοποιήσει 800 δισ. ευρώ για κοινά έργα προμηθειών και με το «ReArm Europe Plan» επιδιώκει να επιτρέψει στα κράτη μέλη της ΕΕ να αναλάβουν νέο χρέος για την άμυνά τους χωρίς να κινδυνεύουν με διαδικασία ελλείμματος. Επιπλέον, σχεδιάζεται ένα νέο ταμείο της ΕΕ με όγκο 150 δισ. ευρώ σε δάνεια για αμυντικές επενδύσεις.
Σύμφωνα με προσομοιώσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, μια γραμμική αύξηση των αμυντικών δαπανών κατά 1,5% του ΑΕΠ μέχρι το 2028 θα οδηγούσε σε αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ κατά 0,5% πάνω από τη βασική γραμμή, ενώ ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ της ΕΕ θα ήταν 2% υψηλότερος. Ωστόσο, αυτές οι εκτιμήσεις εξαρτώνται από πολλούς παράγοντες, συμπεριλαμβανομένου του μεριδίου των δαπανών που διατίθενται για έρευνα και ανάπτυξη και υποδομές.
Η Κύπρος, αν και δεν είναι μέλος του ΝΑΤΟ, σχεδιάζει σημαντικές αναβαθμίσεις στις στρατιωτικές της υποδομές. Για την Κύπρο, η αναβάθμιση των αμυντικών της δυνατοτήτων δεν είναι απλώς μια απάντηση σε αυτή την ευρύτερη τάση αλλά μια αναγκαιότητα λόγω της συνεχιζόμενης τουρκικής απειλής.
Καθώς η Ευρώπη μεταβαίνει σε μια πολεμική οικονομία, η Κύπρος πρέπει να εξισορροπήσει τις οικονομικές προκλήσεις με τις αμυντικές της ανάγκες. Η στροφή προς Δυτικούς συμμάχους για αμυντικές προμήθειες και η επένδυση σε σύγχρονα συστήματα αντιπροσωπεύουν σημαντικά βήματα προς την ενίσχυση της ασφάλειας του νησιού.
Ωστόσο, αυτές οι κινήσεις πρέπει να συνοδεύονται από μια συνολική στρατηγική που περιλαμβάνει διπλωματικές προσπάθειες, οικονομική ανθεκτικότητα και περιφερειακή συνεργασία. Μόνο μέσω μιας ολοκληρωμένης προσέγγισης μπορεί η Κύπρος να διασφαλίσει την ασφάλειά της σε ένα ολοένα και πιο ασταθές γεωπολιτικό περιβάλλον.