Για πολλές στιγμές της ιστορίας και του παρόντος μας υπάρχουν τόσο φορτισμένες ιδεολογικά προσεγγίσεις ώστε η συνεννόηση να είναι σχεδόν αδύνατη. Για παράδειγμα, είναι δύσκολο ένας εθνικόφρων και ένας αριστερός να συνεννοηθούν για το τι ήταν η ΕΟΚΑ. Είναι τόσος πολύς ο ηλεκτρισμός που παράγουν οι διαφορετικές οπτικές που δύσκολα βρίσκεις κοινό έδαφος.
Το πρόβλημα είναι αλλού
Υπάρχουν όμως και πράγματα στα οποία μπορούμε όλοι να συνεννοηθούμε. Για παράδειγμα, μπορεί να ακούσετε ακόμη και από έναν συντηρητικό ιδεολογικά ιστορικό ότι τα Οκτωβριανά του 1931 ήταν ένα μείγμα που προέκυψε από τον συνδυασμό πολιτικάντικου ανταγωνισμού και οχλοκρατίας.
Ο μέχρι τότε μετριοπαθής μητροπολίτης Κιτίου Νικόδημος Μυλωνάς, επίδοξος Αρχιεπίσκοπος, προκειμένου να προλάβει τη σύσταση της ΕΡΕΚ από τους αντιπάλους του και να κερδίσει προβάδισμα, έδρασε αυτόνομα. Παραιτήθηκε από το Νομοθετικό και οργάνωσε συγκεντρώσεις, στις οποίες κήρυσσε την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα. Προσπάθησε να αξιοποιήσει στο έπακρον τη δυσαρέσκεια του λαού από τα αυθαίρετα δασμολογικά μέτρα του κυβερνήτη, την οικονομική κρίση που γονάτιζε τότε όλη την υφήλιο και τη στασιμότητα στο Κυπριακό. Η συνέχεια ήταν μοιραία: Οι αντίπαλοί του υπερθεμάτισαν. Οι συγκεντρωμένοι διαδηλωτές στη Λευκωσία μετατράπηκαν σε όχλο, ξέφυγαν από τον έλεγχο της πολιτικής-εκκλησιαστικής ηγεσίας και μέσα στο σκοτάδι έκαψαν το Κυβερνείο. Ακολούθησαν παρόμοιες «εξεγέρσεις» στις άλλες πόλεις, με 15 νεκρούς, δεκάδες τραυματίες και συλλήψεις, εξορίες και επιβολή δικτατορίας.
Ο Βενιζέλος τραβούσε τα μαλλιά του. Δεν έμεινε υποτιμητικό σχόλιο που να μην το κάνει για τους πολιτικάντηδες της μεγαλονήσου…
Παρ' όλο που υπάρχει σχετική ιδεολογική συμφωνία για τη φύση των γεγονότων, εντούτοις, αν προτείνει κάποιος να σταματήσει να γιορτάζεται αυτή η επέτειος και να μνημονεύεται ως πραγματική εξέγερση θα βρει τον μπελά του.
Το θέμα είναι γιατί. Για ποιον λόγο, ακόμη και για τα οφθαλμοφανή του σήμερα, αρνούμαστε να προτάξουμε τον ορθό λόγο· και παραμένουμε επίμονα κολλημένοι στην «παράδοση», και μάλιστα με ακόμη μεγαλύτερη ένταση.
Η αλήθεια που δεν θέλει κανείς
Ένα περιστατικό έξω από εμάς, σαν παρένθεση. Την περασμένη Τετάρτη, έγινε το εξής «εκπληκτικό»:
- Ο Τραμπ, εξοργισμένος από ερωτήσεις δημοσιογράφων, οι οποίοι επικαλούνταν το Πεντάγωνο για να πουν ότι ίσως τελικά η αμερικανική επίθεση να προκάλεσε μόνο αμυχές στο πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, επικαλέστηκε μέχρι και τις μυστικές υπηρεσίες του Ισραήλ για να πείσει ότι η νίκη του ήταν απόλυτη.
- Ο Νετανιάχου, πιο συγκρατημένος, μίλησε για πλήγμα στο πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν «αλλά, αν επανέλθουν, θα τους κτυπήσουμε ξανά».
- Το Ιράν μιλά για πολύ περιορισμένο πλήγμα στο πυρηνικό του πρόγραμμα. Οι σιωνιστές δεν πέτυχαν αυτό που ήθελαν.
Συμπέρασμα: Όποια και να είναι η αλήθεια, δεν συμφέρει σε κανέναν από τους τρεις. Αν π.χ. το πλήγμα ήταν καταλυτικής σημασίας, δεν συμφέρει στον Νετανιάχου (που δεν θα μπορεί να δικαιολογήσει νέα επίθεση και να συνεχίσει να δείχνει το Ιράν σαν σατανική απειλή, προκειμένου να δικαιολογεί τη φυγοδικία του). Αλλά ούτε και στο Ιράν, που θα πρέπει να παραδεχτεί «ήττα από τους σιωνιστές και τις ΗΠΑ», άρα αποτυχία του καθεστώτος. Αν το πλήγμα δεν ήταν καταλυτικό, τότε, καταρρέει ο μύθος του σούπερμαν Τραμπ και του μπάτμαν Νετανιάχου.
Αφήνουμε κατά μέρος τις έγκαιρες αλληλοενημερώσεις μεταξύ των τριών για τα εκατέρωθεν πλήγματα. Μετά δυσκολίας αποφεύγεται ο χαρακτηρισμός «καραγκιοζιλίκια», με βασικό στόχο την εικόνα και το φαίνεσθαι.
Εμείς, οι πρωταθλητές
Ενώ τα πάντα αλλάζουν, η προσκόλληση στη συνήθεια και στο παραδεδομένο είναι ισχυρή. Για την ακρίβεια, όσο πιο θεμελιώδεις οι αλλαγές τόσο πιο δυνατό το σφιχταγκάλιασμα της συνήθειας.
Απόδειξη είναι κυρίως η Κύπρος του σήμερα. Η ελληνοκυπριακή κοινότητα είναι πρωταθλήτρια όχι μόνο στην άρνηση της αλήθειας αλλά και στην επίταση της προσήλωσης σε έναν κόσμο που έχει ήδη φύγει.
Τα πάντα αλλάζουν γύρω μας. Ένα κύμα πολιτικού κυνισμού οδηγεί στο να επικρατούν πρακτικές χαοτικές, χωρίς αρχή, μέση και τέλος. Κι εμείς, αντί να κοιτάξουμε τον νέο «χάρτη» πολιτικής και να δούμε τι κάνουμε στις νέες συνθήκες, ακολουθούμε πρακτικές αμφίβολης αξίας, ακόμη και για τη δεκαετία του 1990.
Για παράδειγμα, ποιο το νόημα να σέρνεις στις Βρυξέλλες έναν από τους πιο πονεμένους ανθρώπους από την τουρκική εισβολή, για να κάνεις διαφώτιση για τους αγνοουμένους στα πρότυπα της δεκαετίας του 1980; Και μάλιστα σε μια αίθουσα με πέντε άτομα; Αν θέλεις πραγματικά να συμβάλεις στο θέμα των αγνοουμένων, κινητοποιείς πολιτικούς και οικονομικούς πόρους στις Βρυξέλλες για να διευκολυνθεί το έργο των ανθρώπων της ΔΕΑ. Με την προώθηση σχετικών εμπιστευτικών διαδικασιών αλήθειας και παροχής πληροφοριών.
Ή, ποιο το νόημα να περιφέρεις στην Κύπρο έναν πολιτικό τρίτης χώρας με ελληνική καταγωγή, ρίχνοντας λάδι στη φωτιά των σχέσεων Ελλάδας και Αλβανίας; Κανέναν μας δεν συμφέρει η ακατανόητη επιλογή της Αθήνας, ως «υπερδύναμης», να έχει ανοιχτά μέτωπα και κρίσεις με Τουρκία, Αλβανία και Λιβύη ταυτόχρονα. Αν θέλεις πράγματι να συμβάλεις στην εκτόνωση της κρίσης και στην εξομάλυνση των σχέσεων, κινείσαι σιωπηλά, με διπλωματικά εργαλεία, αξιοποιώντας τα ίδια τα θεσμικά όπλα που σου παρέχει η παρουσία στις Βρυξέλλες.
Ακόμη, ποιο το νόημα στο επίκεντρο του πολιτικού λόγου να παραμένουν οι ομιλίες και οι δηλώσεις στα μνημόσυνα, και στο επίκεντρο της πολιτικής «δράσης» να αναδεικνύεται η αναβίωση του ξαναζεσταμένου φαγητού με τους σφετεριστές; Για να μην πούμε για την αναβίωση του παροξυσμού των αρχών της δεκαετίας του 1990 γύρω από το Πανεπιστήμιο Κύπρου, με αφορμή τώρα το αίτημά του να λειτουργήσει ξενόγλωσσα προγράμματα.
«Η καρδιά του κτήνους»
Το πρόβλημα είναι ότι η πολιτική δράση και ο πολιτικός λόγος έχουν σχεδόν συνολικά ταυτιστεί με το σπορ της εθνικής γυμναστικής. Διολισθαίνουν όλο και περισσότερο προς έναν μονοδιάστατο κόσμο, όπου το εθνικώς ορθό και πρέπον ταυτίζεται με το πνεύμα του «μαρτυρικού αλυτρωτισμού» των μέσων του 19ου αιώνα. Καταγγελία, μεγαλοϊδεατισμός (με δόσεις ηρωικού Δαβίδ), κενός και μεγαλόστομος λόγος. Ώς εδώ.
Ένας από τους λόγους που συμβαίνει αυτό –εκτός από τη μόνιμη τάση μας να πιανόμαστε από την «παράδοση» κάθε φορά που αντιμετωπίζουμε συνταρακτικές αλλαγές– φαίνεται να είναι και η απουσία ισχυρών αντιστάσεων. Ο αντίλογος σε αυτό το κύμα ρετρό πολιτικής συμπεριφοράς δεν είναι αρκετά ισχυρός. Οι δυνάμεις του ορθολογισμού, για τον έναν ή τον άλλον λόγο, γίνονται όλο και πιο χαμηλόφωνες, όλο και λιγότερο επίμονες. Ακριβώς την ώρα που χρειάζεται να είναι ισχυρότερες, για να αναδείξουν τον αδιέξοδο δρόμο του συναισθηματικού βερμπαλισμού.
Ένας άλλος λόγος είναι προφανώς και το έθος που εκπέμπει η κεφαλή. Όταν η κεφαλή του κράτους είναι επίμονα προσηλωμένη ακριβώς σ’ αυτή την καθημερινή άσκηση εθνικής γυμναστικής, αυτό λειτουργεί «διδακτικά» και προς τα υπόλοιπα τμήματα της πυραμίδας.
Το Καλάθι
…με την κατσίκα του γείτονα (1): Αν η εθνική γυμναστική είναι το πολιτικό μας σπορ, η επιθυμία να πεθάνει η κατσίκα του γείτονα είναι το κοινωνικό μας σπορ. Στο πολιτικό σκηνικό, τελευταία εμφανίζονται και τα δύο. Εξαγγέλλονται νέα κόμματα, το ένα μετά το άλλο, κατά κανόνα συναγωνιζόμενα στην εθνική γυμναστική. Το τελευταίο, το «Απελευθέρωση 2025», έχει και τις ευλογίες του Αρχιεπισκόπου. Βοήθειά μας…
…με την κατσίκα του γείτονα (2): Τα προβλήματα από τον τρόπο λειτουργίας της ΕΕ είναι γνωστά. Το ίδιο και οι πολύ περιορισμένες πρωτοβουλίες της ηγεσίας της –ιδιαίτερα της Φον ντερ Λάιεν. Τα επισημάναμε πολλές φορές και από εδώ. Όμως, αυτό το ξεσπάθωμα πολλών στην Κύπρο, του στυλ «η ΕΕ είναι άχρηστη», «διαλύστε την τζαι κανεί» κ.λπ., δεν είναι παρά η επιθυμία να πεθάνει η κατσίκα του γείτονα. Οι περισσότεροι από όσους τα λένε, αν ολοκληρωθεί κάποτε η ομοσπονδοποίηση της Ε.Ε. και λαμβάνονται πλειοψηφικά και γρήγορα οι αποφάσεις, θα είναι οι πρώτοι που θα ανέβουν πάλι στα τραπέζια. «Χάσαμε την εθνική κυριαρχία, αποφασίζουν άλλοι για εμάς» και τα όμοια.
… με την κατσίκα του γείτονα (3): Στην Αθήνα, ο Πρωθυπουργός υποχρέωσε σε παραίτηση υπουργό και άλλα υψηλόβαθμα στελέχη για το γεγονός ότι οι Βρυξέλλες διερευνούν απομύζηση ευρωπαϊκών κονδυλίων στον αγροτικό τομέα, με ψευδείς παραστάσεις. Το φαινόμενο αφορά και άλλα κόμματα, αφού ξεκίνησε πολύ πριν αναλάβει η Νέα Δημοκρατία. Ακριβώς για αυτό, είναι πολλοί εκείνοι που κάθονται σε αναμμένα κάρβουνα. Οι μόνοι που χαίρονται είναι αυτοί που δεν σκέφτηκαν ή δεν βρήκαν τρόπο να επωφεληθούν. Αυτοί που δεν έχουν κατσίκα, σε αντίθεση με τον γείτονα.