Τη βδομάδα που πέρασε, ο Νίκος Χριστοδουλίδης προχώρησε σε έναν ακόμα συναγερμικό διορισμό. O διορισμός στη θέση του επιτρόπου Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα αφορούσε, μάλιστα, σε ενεργό στέλεχος του ΔΗΣΥ, αφού η Μαρία Χριστοφίδου είναι πρόεδρος της Οργάνωσης Λευκωσίας. Ήταν συνέχεια μιας προσπάθειας του Νίκου Χριστοδουλίδη να προσελκύσει Συναγερμικούς, δίδοντάς τους θέσεις ώστε να δημιουργεί ρήγμα στον ΔΗΣΥ και ρεύμα προς τον ίδιο. Ήταν την ίδια στιγμή και η επιβεβαίωση των προθέσεών του: Που είναι να δέσει, είτε ευεργετηθέντες είτε δυσαρεστημένους Συναγερμικούς, στο άρμα του για το 2028.
Πρόκειται για μια πρακτική πολιτικά απαράδεκτη, αν όχι ανήθική. Χρησιμοποιώντας τους διορισμούς και τους μηχανισμούς του κράτους, ο Νίκος Χριστοδουλίδης επιχειρεί να αλώσει στην ουσία ένα κόμμα (το οποίο ο ίδιος μάλιστα δηλώνει ότι είναι το κόμμα του). Είναι όμως και τακτικά λανθασμένη. Αφού κουβαλά τεράστια ρίσκα, με τα ενδεχόμενα κέρδη να έχουν συγκεκριμένο, χαμηλό ταβάνι. Η επιλογή του αυτή, πρώτα απ’ όλα, γιγαντώνει το ρήγμα με το μεγαλύτερο σε ποσοστά κόμμα αυτή τη στιγμή και ρίχνει και τις τελευταίες γέφυρες ενδεχόμενης συνεργασίας ακόμα και στον 2ο γύρο των επόμενων προεδρικών. Είναι ξεκάθαρο ότι ο ΔΗΣΥ δεν έχει άλλη επιλογή από το να απομακρυνθεί πλήρως και οριστικά από την κυβέρνηση. Αφού η συγκεκριμένη πρακτική μετατρέπει για τον ΔΗΣΥ την πλήρη σύγκρουση σε ζήτημα επιβίωσης. Μπορεί μέσα από τους διορισμούς να πετυχαίνει να προσεγγίσει συγκεκριμένους κύκλους εντός ΔΗΣΥ, αυτοί όμως δεν υπερβαίνουν το 10-20% του κόμματος. Την ώρα που αναγκαστικά βάζει όλο τον μηχανισμό του ΔΗΣΥ απέναντί του, με την προεδρία να αποτελεί πλέον τον υπ’ αριθμόν ένα κίνδυνο για το κόμμα.
Γιατί η προσπάθεια άλωσης του ΔΗΣΥ δεν εξυπηρετεί τους στόχους του για το 2028
Την ίδια στιγμή, με την επιλογή του να αγνοεί τα συγκυβερνώντα κόμματα, δημιουργεί οριστικό ρήγμα και με όσους σήμερα τον στηρίζουν. Αφού εμπεδώνεται η πεποίθηση εντός των κομμάτων αυτών ότι δέχονται ένα τεράστιο κόστος από τη συμμετοχή τους σε μια αντιδημοφιλή κυβέρνηση, χωρίς την ίδια στιγμή να κεφαλαιοποιούν σε διορισμούς ή θέσεις. Ήδη υπάρχουν πολλές φωνές που μιλούν για την ανάγκη αναθεώρησης της σχέσης με την κυβέρνηση και για λόγους πρακτικούς (φθορά) και για λόγους αρχής. Η εμμονή «αξιοποίησης» Συναγερμικών στελεχών αναμένεται να ανατροφοδοτήσει τις αντιδράσεις εντός των κομμάτων αυτών και να ενισχύσει τις φωνές που ζητούν την αποχώρησή τους από το κυβερνητικό σχήμα, δημιουργώντας περισσότερα ζητήματα επικοινωνίας και εμπιστοσύνης σε μια ήδη προβληματική κυβέρνηση. Κυρίως όμως καθιστώντας την οποιαδήποτε μελλοντική σύναψη συνεργασίας σχεδόν αδύνατη. Κανείς δεν μπορεί να αγνοήσει ότι πλέον υπάρχουν φωνές που δίνουν συγκεκριμένη μορφή στην επιλογή ρήξης. Όπως είναι π.χ. η πρόταξη του στενού συνεργάτη του Νικόλα Παπαδόπουλου, Χρύση Παντελίδη, για συνεργασία με τον ΔΗΣΥ, αναδεικνύοντας τις επιλογές της επόμενης μέρας. Είναι ξεκάθαρο ότι διαμορφώνεται η εικόνα ενός Προέδρου ο οποίος δεν μπορεί να τυγχάνει καμιάς εμπιστοσύνης, ούτε από την αντιπολίτευση ούτε από τη συμπολίτευση. Ο Νίκος Χριστοδουλίδης οδηγείται σε ρήξη με όλους, και αυτό για να αποσπάσει ένα 15-20% του ΔΗΣΥ, το οποίο μεταφράζεται σε ένα 5-6% του συνολικού εκλογικού σώματος.
Αυτή η ρήξη, όμως, γίνεται ακόμα πιο έντονη- και έρχεται να συμπεριλαμβάνει και τη μεγάλη πλειοψηφία της κοινωνίας- από την έμμεση συνεργασία με το ΕΛΑΜ, το οποίο τροφοδοτεί πλέον και με στελέχη. Μια επιλογή που επίσης κουβαλά τεράστιο ρίσκο και έχει χαμηλό ταβάνι κέρδους. Διότι δύσκολα μπορεί μια τέτοια συνεργασία να λάβει επίσημο χαρακτήρα τουλάχιστον την πρώτη Κυριακή (ενώ μια υπόγεια στήριξη πιθανόν να μην είναι αρκετή να τον πάρει στον δεύτερο γύρο). Το ΕΛΑΜ επένδυσε στον αντισυστημικό του χαρακτήρα και πέτυχε να θεωρείται από ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας ως το κόμμα που βρίσκεται απέναντι από το σύστημα, ένα χαρακτηριστικό που δεν θα θέλει να απωλέσει στηρίζοντας μάλιστα μια αντιδημοφιλή κυβέρνηση, ενώ ενδεχόμενη ανοικτή συνεργασία δεν βολεύει ούτε τον Νίκο Χριστοδουλίδη, αφού θα απομάκρυνε (ακόμα και για τη δεύτερη Κυριακή) όλα τα υπόλοιπα κόμματα και ένα πολύ μεγάλο ποσοστό της κοινωνίας. Το δυνατό του χαρτί άλλωστε, στο οποίο βάσισε την εκλογή του, ήταν η ανεξαρτησία του και ο μετριοπαθής του λόγος. Μια ξεκάθαρη συμπόρευσή του με το ΕΛΑΜ, θα περιόριζε σε μεγάλο βαθμό τη δεξαμενή στήριξής του στο άκρο της Δεξιάς.
To 2023 o Νίκος Χριστοδουλίδης για να βρεθεί στον δεύτερο γύρο χρειάστηκε τη στήριξη όλων των κομμάτων του λεγόμενου Κέντρου, το 20-25% των ψηφοφόρων του ΔΗΣΥ (με τον Αναστασιάδη και τον κύκλο του να τον στηρίζουν τουλάχιστον εμμέσως) και την πλειοψηφία των ανένταχτων τους οποίους είχε πείσει ότι αποτελεί το νέο. Την ίδια ώρα, η στήριξη του ΕΛΑΜ απέναντι στον υποψήφιο του ΑΚΕΛ ήταν αυτή που τον εξέλεξε. Αυτή τη στιγμή, με τα κόμματα του Κέντρου να βρίσκονται ένα βήμα πριν την αποχώρησή τους από την κυβέρνηση, τον ΔΗΣΥ αναγκαστικά να μπαίνει σε θέση μάχης απέναντί του, και την εικόνα του να δέχεται συνεχώς φθορά, θα χρειαστεί τουλάχιστον το 50% του ΔΗΣΥ και κάποιες άλλες συγκυρίες για να μπορέσει να βρεθεί στον δεύτερο γύρο. Ή ανοικτή συνεργασία με το ΕΛΑΜ από τον πρώτο γύρο. Ούτε το ένα, όμως, ούτε το άλλο φαντάζουν πιθανά. Είναι γι’ αυτό που η στρατηγική του είναι τακτικά καταστροφική. Διότι επί της ουσίας τον οδηγεί σε μετωπική σύγκρουση, τόσο με την συμπολίτευση όσο και με την αντιπολίτευση. Και τον αφήνει, ενόψει 2028, χωρίς επιλογές.
https://x.com/AntonisPolydoro