Αμβισβητεί την καταλληλότητα ορισμένων μελών της Επιτροπής και κάνει λόγο για σοβαρές αδυναμίες στη διαδικασία αξιολόγησης, ο Πρόεδρος της Επιτροπής των Κρατικών Βραβείων Λογοτεχνίας, Κυριάκος Ιωάννου, με σημερινή γραπτή του δήλωσή, μετά τη χθεσινή δημοσίοποίηση των αποτελεσμάτων για τις εκδόσεις 2024.
Ο κ. Ιωάννου, αποκαλύπτει επίσης, ότι ο ίδιος δεν δέχθηκε τις απόψεις των υπολοίπων μελών και προχώρησε με συνάντηση με την Υφυπουργό Πολιτισμού. Ωστόσο, όπως σημειώνει, δεν εισακούστηκαν οι προβληματισμοί του, αν και «έφυγε με την εντύπωση ότι η υφυπουργός είχε προβληματιστεί…». Ως εκ τούτου, σήμερα, ένιωσε «υποχρεωμένος, ύστερα από την πρόσφατη ανακοίνωση των Κρατικών Βραβείων Λογοτεχνίας (για το έτος 2024), να διατυπώσει ορισμένες απόψεις, αλλά και να γνωστοποιήσει ορισμένα γεγονότα, τα οποία θέλει να πιστεύει ότι θα συμβάλουν στη βελτίωση του ιστορικού αυτού θεσμού».
Σημειώνεται ότι, η σύνθεση της Επιτροπής απαρτίζεται από τους:
- Χρίστο Χατζηγιάννη
- Μαρία Α. Ιωάννου
- Κυριάκος Ιωάννου [Πρόεδρος]
- Michaela Prinzinger
- Κωνσταντίνος Μπούρας
«Δεν είχαν επιστημονική, επαγγελματική ή εμπειρική σχέση με Κυπριακή λογοτεχνία»
Ο κ. Ιωάννου, στη γραπτή του δήλωση αναφέρεται, συγκεκριμένα, πως «ορισμένα από τα μέλη της Επιτροπής των Κρατικών Βραβείων Λογοτεχνίας δεν είχαν επιστημονική ή και επαγγελματική ή και εμπειρική σχέση με την (παλιότερη και τη σύγχρονη) κυπριακή λογοτεχνία», προσθέτοντας ότι «ένα μέλος ειδικεύεται στη μετάφραση, ενώ ένα άλλο μέλος στην αγγλική λογοτεχνία».
Επισημαίνει ακόμη ότι μέλος της Επιτροπής παραδέχτηκε πως «δυσκολευόταν πολύ να καταλάβει την κυπριακή διάλεκτο». Συνεπώς, σημειώνει, «πώς μπορούσε το συγκεκριμένο μέλος να διαβάσει και, το σημαντικότερο, να αξιολογήσει τα υποψήφια έργα που ήταν συνθεμένα στην ντοπιολαλιά; Δεν αδικήθηκαν αυτά τα έργα, και οι συγγραφείς τους;»
Ο ίδιος υπογραμμίζει ότι, υπό αυτές τις συνθήκες, «τόσο πέρσι όσο και φέτος, δεν επιλέγονταν πάντα τα πιο αξιόλογα έργα», κάνοντας λόγο για «αφοριστικό αποκλεισμό» ποιητικών συλλογών «επειδή, άκουσον άκουσον, οι δημιουργοί τους αποτόλμησαν να εντάξουν στο έργο τους το χριστιανικό στοιχείο ή και τα αρνητικά συμπαρομαρτούντα της τουρκικής εισβολής του 1974».
Στο επίκεντρο της κριτικής του βρίσκεται η βράβευση στην κατηγορία Νέος Λογοτέχνης. Ο κ. Ιωάννου δηλώνει ότι η βραβευθείσα συλλογή «Επί των ποταμών Βαβυλώνος» «δεν έχει – και αυτό το γράφω με πόνο ψυχής – καμία σχέση με την ποίηση. Κοντολογίς, δεν είναι ποίηση».
Παραθέτει μάλιστα αποσπάσματα από το βιβλίο για να τεκμηριώσει τη θέση του, όπως:
Απόψε η Γάζα καίγεται στο σκοτάδι.
Ο θείος Σαμ ξύνει τ’ αρχίδια του
και επευφημεί.
(σ. 26)
«Bluetooth, πανηλίθιε! 21ος αιώνας»
«Εννά σε γαμ…» σταματά με, με ένα φιλί που κρατά χρόνια.
Σταματά το σε μια φάση, θωρεί με λλίο σοβαρά,
τζαι μετά λαλεί μου με νάζι:
«Πού εμείναμεν; Ναι, ξέρω, τζ’ αρχαία.
Τι ήταν να πεις; Εννά με γαμήσεις,
ρε μεγάλε;!»
(σ. 87)
Ο πρόεδρος καταγγέλλει επίσης ότι ο δημιουργός «εξωτερικεύει τον μισελληνισμό του», παραπέμποντας στο απόσπασμα: «Το γαλανόλευκο πάντα είχε τρόπο να μας χρεώνει τη μεγαλύτερη ταρίφα». (σ. 59)
Ο κ. Ιωάννου αναφέρει ότι στις 14 Σεπτεμβρίου 2025 ενημέρωσε με επιστολή την υφυπουργό Πολιτισμού για τα ζητήματα που εντόπισε. Παρά τη σύσκεψη που ακολούθησε, «έφυγα με την εντύπωση ότι η υφυπουργός είχε προβληματιστεί… Αυτό, όμως, δεν έγινε ποτέ». Στη σύσκεψη, σημειώνει, εκτός από την υφυπουργό, συμμετείχαν η διευθύντρια και η ανώτερη πολιτιστική λειτουργός του Τμήματος Σύγχρονου Πολιτισμού.
Προχωρά δε και σε έναν, όπως καταγράφει χαρακτηριστικά, αναπόφευκτο συνειρμικός παραλληλισμός: «Το 1976, ύστερα από παρασκηνιακές μηχανορραφίες, τελικά, δεν βραβεύτηκε μια πραγματικά σπουδαία ποιητική συλλογή («Κατάθεση»). Το 2025, ύστερα από την ατολμία της υφυπουργού, τελικά, βραβεύτηκε μια συλλογή («Επί των ποταμών Βαβυλώνος») που πόρρω απέχει από την αποστολή που πρέπει να έχει η λογοτεχνία: την παραγωγή έντεχνων κειμένων με υψηλές και διαχρονικές αισθητικές αξιώσεις».
Επιπλέον, σχολιάζει ότι στο δημοσιευμένο σκεπτικό βράβευσης για τον Νέο Λογοτέχνη, το οποίο «γράφτηκε από το μέλος που ειδικεύεται στη μετάφραση, στην τελευταία αράδα, διαβάζουμε ότι ο δημιουργός ''βάζει τον αναγνώστη μπροστά σε έναν καθρέφτη αυτογνωσίας και τον προκαλεί να αναθεωρήσει την αποχαύνωση και μεμψιμοιρία του και να τοποθετηθεί''. Αποχαυνωμένοι, ήτοι αποβλακωμένοι, λοιπόν, οι αναγνώστες της βραβευθείσας συλλογής, σύμφωνα με το μέλος της Επιτροπής των πρόσφατων Κρατικών Βραβείων Λογοτεχνίας».
Καταληκτικά, ο κ. Ιωάννου υπογραμμίζει ότι «οι επιτροπές των Κρατικών Βραβείων Λογοτεχνίας πρέπει να επιλέγονται με προσοχή. Η υφυπουργός υποσκάπτεται εκ των ένδον, αν η επιλογή είναι επιφανειακή και επιπόλαιη. Θεωρώ, λοιπόν, ότι, από τούδε, οι πενταμελείς επιτροπές πρέπει να συστήνονται με ανάθεση και, κυρίως, να απαρτίζονται από τρεις αξιοσύστατους νεοελληνιστές (υπάρχουν εξαίρετοι πανεπιστημιακοί κ.ά. νεοελληνιστές, τόσο στην Κύπρο όσο και στην Ελλάδα), έναν σημαντικό λογοτέχνη και έναν εγνωσμένου κύρους κριτικό λογοτεχνίας».






