Οι ψαράδες συνήθως δεν επιθυμούν μια «τέλεια καταιγίδα». Στη Λετονία όμως ελπίζουν ακριβώς σε αυτό, δηλαδή μια σπάνια καταιγίδα που ίσως, μια μέρα, αναζωογονήσει τα μειούμενα αποθέματα μπακαλιάρου της Βαλτικής.
Η μείωση της αλατότητας στη Βαλτική Θάλασσα στερεί από τα ψάρια του αλμυρού νερού τις συνθήκες που χρειάζονται για διαβίωση με αποτέλεσμα τη συρρίκνωση του πληθυσμού τους. Το ίδιο συμβαίνει και με τις αλιευτικές παραδόσεις που χαρακτηρίζουν εδώ και καιρό τα χωριά κατά μήκος της ακτογραμμής των 494 χιλιομέτρων της Λετονίας.
Η Βαλτική Θάλασσα τροφοδοτείται από πολλά μεγάλα ποτάμια γλυκού νερού. Συνδέεται με τη Βόρεια Θάλασσα μόνο μέσω των ρηχών δανικών στενών, εμποδίζοντας το αλμυρό νερό του Ατλαντικού να εισέλθει στη λεκάνη της Βαλτικής.
Για να ανακάμψει, ο πληθυσμός του μπακαλιάρου θα χρειαστεί μια σπάνια θαλασσοταραχή, με την κατάλληλη ταχύτητα ανέμου στη σωστή γωνία για να ωθήσει μάζες αλμυρού νερού στη Βαλτική Θάλασσα.
Πρόβλημα υπάρχει και με το γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση μειώνει σταθερά τα επιτρεπόμενα αλιεύματα μπακαλιάρου της Βαλτικής και κινείται προς μια πλήρη απαγόρευση για την αναπλήρωση των αποθεμάτων. Με αυτό το δεδομένο οι πόλεις και τα χωριά διαφοροποιούνται στον τουρισμό και την επεξεργασία θαλασσινών.
Υπολογίζεται ότι στα μέσα της δεκαετίας του '80, ο λετονικός αλιευτικός στόλος έφερνε 55.000 τόνους μπακαλιάρου της Βαλτικής, εκτός από σολομό, ρέγγα και πολλά άλλα ψάρια του αλμυρού νερού. Αλλά τώρα οι περιβαλλοντικές συνθήκες έχουν γίνει τόσο δυσμενείς για την ανάπτυξη του μπακαλιάρου που οι Λετονοί ψαράδες επιτρέπεται να αλιεύουν μόνο 16 τόνους μπακαλιάρου ετησίως.
ΚΥΠΕ